How to get to Mili Gorge Tavern in Rethymno by bus?
https://moovitapp.com/index/en/public_transit-Mili_Gorge_Tavern-Rethimno-site_131903692-5638?fbclid=IwY2xjawGl9p9leHRuA2FlbQIxMQABHYpdLIxA8yQcWLAE_jmNAHzPaFPlT4YWY6kyZY3-Z0YJ60WlZoJtiFRh7Q_aem_BCiAEl-_nWR4XN38a3corg
How to get to Mili Gorge Tavern in Rethymno by bus? |
Πρόσφατα Θέματα
Το Φαράγγι των Μύλων, μια εύκολη διαδρομή για την επόμενη εκδρομή σας!
Κάντε κλίκ στο παρακάτω link
RETHYMNO LIVE
ΕΛΛΗΝΑΣ... Ο ΑΕΤΟΣ!
ΡΕΘΥΜΝΟ
Crete-Guns
ΤΑ ΑΠΟΡΡΗΤΑ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ
Mili-Gorge-Tavern
" />ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
Σελίδα 1 από 1
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
23.04.2014
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τ. ΤΣΕΡΕΒΕΛΑΚΗΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ(Βενετοκρατία-Τουρκοκρατία)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Κρήτη, ως ένα στρατηγικώτατο γεωγραφικό σημείο στηνλεκάνη της ανατολικής Μεσογείου, ενωρίς προσέλκυσε το «ενδιαφέρον» πολλών κατακτητών. Η γεωπολιτική σημασία τουνησιού ήταν ο πρωταρχικός παράγοντας που εξώθησε τόσουςκατακτητές να κινηθούν εναντίον του. Όντας στο εμπορικόσταυροδρόμι Δύσης και Εγγύς Ανατολής, αποτελούσε εξαίρετοσημείο για τον έλεγχο των θαλασσίων δρόμων και για τη διεξαγωγήεπικερδούς εμπορίου.Στο τέλος του 4ου αιώνα με τις διοικητικές αλλαγές πουπραγματοποιήθηκαν, η επαρχία του Ιλλυρικού υπήχθη στηδικαιοδοσία του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, δηλαδή τηςΒυζαντινής Αυτοκρατορίας. Έτσι με αυτήν τη μετατροπή στηδιαχείριση των διοικητικών δεδομένων της αυτοκρατορίας, ηΚρήτη, ούσα τμήμα του Ιλλυρικού, εντάχθηκε και αυτή στηνεπικράτεια του Βυζαντίου. Την ήσυχη ζωή της μακρινής αυτής επαρχίας διετάρασσαν ενίοτεκάποιες επιδρομές Βανδάλων (6οςαιώνας), Σλάβων (623), αλλάχωρίς ιδιαιτέρα σοβαρότητα. Αντιθέτως, οι επιδρομές των Αράβωνείχαν μεγάλη σπουδαιότητα, καθώς το κύριο κίνητρο ήταν ναεγκαθιδρύσουν μια μόνιμη κατοχή, αποσκοπώντας αποκλειστικάστο οικονομικό όφελος. Η παλαιότερη γνωστή επιδρομή τωνΑράβων, που αναφέρεται από τις αφηγηματικές πηγές, έγινε το654, όταν επέστρεφαν από μια λεηλασία του νησιού της Κω. Οικαταστρεπτικές αυτές επιθέσεις εξακολούθησαν να υφίστανται σεόλη τη διάρκεια του 8ου αιώνα και κορυφώθηκαν στις αρχές του 9ου αιώνα, οδηγώντας στην υποδούλωση του νησιού από Άραβεςπροερχομένους από την Κόρδοβα της Ισπανίας, το 829. Το Βυζάντιοδεν έμεινε άπρακτο, αφού σχεδίαζε και απέστελλε εκστρατευτικάσώματα για την απελευθέρωση της πολύτιμης κτήσης του όλον τον9ο αιώνα και μέχρι τα μέσα του 10ου, ώσπου ο Νικηφόρος Β’ Φωκάςήταν ο στρατηγός που έδρεψε τη δόξα της ανάκτησης του νησιούαπό τους αλλόφυλους κατακτητές.Η β’ βυζαντινή περίοδος κυριαρχίας στο νησί διήρκεσε από το961 έως το 1204, όπου συνέβη η άλωση της Κωνσταντινουπόλεωςαπό τα φραγκικά στρατεύματα της Δ’ Σταυροφορίας. Αφού ηβυζαντινή αρχή καταλύθηκε, η επικράτεια της αυτοκρατορίαςδιαιρέθηκε και μοιράστηκε ανάμεσα στους κατακτητές. Η Κρήτηπεριήλθε στην διοικητική εξουσία του Βονιφατίου τουΜομφερρατικού, ο οποίος την πώλησε στους Βενετούς για έναευτελές ποσό, προκειμένου να απαλλαγεί από μια κτήση, που τουήταν ανέφικτο να διοικήσει και να διαχειρισθεί. Έτσι άρχισε για τονησί μία νέα περίοδος στυγνής δουλείας: η Βενετοκρατία (1204-1669). Οι Βενετοί εγκατέστησαν ένα απηνές καθεστώς κυριαρχίας,χρησιμοποιώντας παράλληλα τον εποικισμό για να ενισχύσουν καινα παγιώσουν την κυριαρχία τους. Όμως οι Κρήτες είχαν τη φυσικήτους ηγεσία, τα μέλη των αρχοντικών οικογενειών του νησιού, πουδεν ήταν καθόλου πρόθυμη να αποποιηθεί τα προνόμια πουαπολάμβανε έως τότε. Η συνέπεια ήταν να ξεσπάσουναλλεπάλληλες επαναστάσεις που συγκλόνιζαν την Κρήτη γιααιώνες. Γενικά, οι εξεγέρσεις αυτές υποδαυλίζονταν από τουςεντόπιους Κρήτες άρχοντες, για να αντιταχθούν στη βενετική εξουσία και να περιορίσουν την αυθαιρεσία της. Σκοπός τωνΒενετών ήταν να καταφέρουν να δεσμεύσουν τη δυναμική αυτήςτης αριστοκρατικής τάξης, με σκοπό να θέσουν υπό τον έλεγχότους ολόκληρο τον πληθυσμό και να επιτύχουν την επιποθούμενη γι’αυτούς κοινωνική γαλήνη και ομαλότητα. Γι’ αυτό οι επαναστάσειςπου εξερράγησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της Βενετοκρατίας θαμπορούσαν να χαρακτηρισθούν κοινωνικού χαρακτήρα ως επί τοπλείστον, και όχι ότι αφορμώντο από εθνικιστικά ελατήρια.Αποσκοπούσαν στην διατήρηση του κοινωνικού status τωναρχοντικών οικογενειών του νησιού ή καλύτερα ακόμη στηνπροώθηση και βελτίωση της θέσης τους γενικότερα.Η βενετική κυριαρχία τερματίστηκε το 1669, όταν ο τουρκικόςστρατός μετά από μακρόχρονη πολιορκία του Χάνδακα (ΗρακλείουΚρήτης) κατέλαβε την πόλη και οριστικοποίησε την οθωμανικήκυριαρχία στην Κρήτη. Η τουρκική δουλεία ήταν επαχθέστατη,καθώς οι Οθωμανοί προχώρησαν και στον ευρύ εξισλαμισμό τωνκατοίκων, γεγονός πολύ επικίνδυνο για την εθνολογική καιπολιτισμική ταυτότητα των Κρητών. Όμως και πάλι η Κρήτη δενέμεινε άπραγη, μπροστά στον βάρβαρο εισβολέα. Οι Κρήτεςσυνασπίσθηκαν γύρω από τοπικούς οπλαρχηγούς και με όπλα τηθέληση και την πολεμική ορμή, ξεκίνησαν δεκάδες επαναστάσειςκατά των Τούρκων, ιδίως τον 19
ο
αιώνα, όταν όλη η Ευρώπηεφλέγετο από παρόμοιου είδους κινήματα. Οι επαναστάσεις όμωςτων Κρητών ήταν εθνεγερτικές με εθνικό χαρακτήρα, που στόχευανστην οριστική απομάκρυνση του βάρβαρου δυνάστη και στηνβαθμιαία ένταξη του νησιού στο πρώτο νεοελληνικό κράτος που θασχηματιζόταν.Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν παρέμειναν αμέτοχες σε όλη αυτή τηδιαδικασία. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο προσπαθούσαν ναεπιβάλουν τη δική τους πολιτική γραμμή, η καθεμιά αναλόγως μετα συμφέροντά της. Η συγκλίνουσα όμως παράμετρος στονπολιτικό χειρισμό όλων ήταν η διατήρηση του πολιτικού status quoτης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό σήμαινε ότι στους αγώνεςτων Κρητών κράτησαν μια επίζηλη ουδετερότητα, που αν μη τιάλλο δεν άρμοζε στο διεθνές πρόσωπο των χριστιανικώνδυνάμεων· όμως τα πολιτικά συμφέροντα άλλα υπαγορεύουν. Μόνοκατά το τέλος του 19
ου
αιώνα, που τα πράγματα στην Κρήτη είχανξεφύγει από κάθε έλεγχο και με την απειλή ταραχών στις μεγάλεςπόλεις, οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να παρέμβουν δυναμικάκαι να αναγκάσουν τους Τούρκους να αποχωρήσουν από το νησί.Εγκαταστάθηκε καθεστώς αυτονομίας το οποίο ελεγχόταν από τιςξένες δυνάμεις και διήρκεσε έως το 1913, που επετεύχθη οριστικώςη ένωση με την μητέρα-Ελλάδα και έθεσε τέρμα στους τιτάνιουςαγώνες των Κρητών για ελευθερία.
Α’ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ(1204-1669)Κεφάλαιο 1ο
-Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς
1.Η Δ’ Σταυροφορία και η αγοραπωλησία της Κρήτης από τουςΒενετούςΗ Δ’ Σταυροφορία είχε ολέθριες και καταστρεπτικές συνέπειες γιατην ολόκληρη τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Με την άλωση τηςΚωνσταντινούπολης από τα στρατεύματα των Σταυροφόρων, ηαυτοκρατορία ως κρατική υπόσταση διαλύθηκε, αλλά το κέντροεξουσίας μεταφέρθηκε περιφερειακά, όπως στη Νίκαια, όπου καιδημιουργήθηκε η ομώνυμη αυτοκρατορία, που αργότερα διεκδίκησετα πρωτεία στην ανακατάληψη της πρωτεύουσας τηςαυτοκρατορίας. Στα εδάφη της ελληνικής χερσονήσου ιδρύθηκανποικίλα και ποικιλώνυμα κρατίδια από τους Φράγκους ηγεμόνες. Έτσι άρχισε μία νέα περίοδος για τον ελληνισμό: η Φραγκοκρατία.Στον κυκεώνα αυτών των γεγονότων αναμίχθηκε και η Κρήτη ήδηαπό τον Μάη του 1203. Ο πρίγκιπας Αλέξιος (μετέπειτασυναυτοκράτορας με τον πατέρα του ως Αλέξιος Δ’ Άγγελος), γιοςτου απομακρυνθέντος αυτοκράτορα Ισαακίου Β’ Αγγέλου,προσεταιρίσθηκε τους αρχηγούς των Σταυροφόρων για να
εξασφαλίσει την αποκατάσταση του πατέρα του στον θρόνο καικατά συνέπεια να διατηρήσει τα δικαιώματα διαδοχής επί τουθρόνου. Προέβαλε πολλές και δελεαστικές προτάσεις στουςΦράγκους ηγεμόνες, προκειμένου να τους διεγείρει το ενδιαφέρονκαι να τους ωθήσει να συνδράμουν στον στόχο του. Ανάμεσα στιςπολλές προτάσεις που έκανε, περιλαμβανόταν και το νησί τηςΚρήτης που την υποσχέθηκε να την δώσει στον Βονιφάτιο τονΜομφερρατικό. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204,με την περιώνυμη συνθήκη Partitio Romaniae («Διανομή τηςΡωμανίας») σύμφωνα με την οποίαν οι Σταυροφόροι διαμοίρασανμεταξύ τους τα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας,αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα στον Βονιφάτιο να καταλάβει τηνκτήση του. Η κτήση όμως αυτή ήταν μια παραχώρηση στονΒονιφάτιο χωρίς ουσία, γιατί ο ίδιος δεν διέθετε τα κατάλληλαμέσα για να κινητοποιηθεί στρατιωτικά και, παράλληλα, δενεπιθυμούσε να αναλάβει καινούριες ναυτικές περιπέτειες.Ο ευφυέστατος και πανούργος δόγης της Βενετίας ΕρρίκοςΔάνδολος αντιλήφθηκε τη σημασία αυτής της απρόσμενηςευκαιρίας, δηλαδή της μη εκμετάλλευσης από τον Βονιφάτιο μιαςκατ’ εξοχήν επωφελούς οικονομικά κτήσης, και έσπευσε ναοικειοποιηθεί το όφελος, που πιθανώς θα προέκυπτε. Οι εκπρόσωποιτου δόγη προσέφεραν στον Βονιφάτιο ποικίλα χρηματικά καιπολιτικά ανταλλάγματα και έτσι τον έπεισαν να προχωρήσει στηνπώληση της Κρήτης στην Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αδρία. Ησυμφωνία παρέμεινε μυστική. Υπογράφθηκε στην Αδριανούποληστις 12 Αυγούστου του 1204. Εκεί παρίσταντο ως εντολοδόχοι τουδόγη, ο Μάρκος Σανούδος και ο Ραβάνης ντε λα Κάρκερη από τηΒερόνα. Η Βενετία κατέβαλε στον μαρκήσιο Βονιφάτιο τοευτελέστατο ποσό των 1.000 μάρκων αργύρου.
2.Διαμάχη Γενουατών και Βενετών για την κατοχή της Κρήτης
Το σχέδιο που συνέλαβε ο Δάνδολος ήταν εξαιρετικά έξυπνο.Κατέχοντας την Κρήτη η Βενετία θα αποκτούσε τον πλήρη έλεγχοτης νοτίου Μεσογείου, θα συμπλήρωνε το πλαίσιο των νησιωτικώντης κτήσεων και κατ’ επέκτασιν θα δημιουργούσε μία οικονομικήγέφυρα για την εμπορική της δραστηριότητα στην Αίγυπτο και τηνΕγγύς Ανατολή. Η εξέχουσα θέση της Κρήτης στην ανατολικήΜεσόγειο θα προσέδιδε στην Βενετία την απόλυτη κυριαρχία στηνθάλασσα.Στην δεδομένη περίσταση όμως η αναβλητικότητα, που διέκρινετους Βενετούς στο να καταλάβουν την Κρήτη, πληρώθηκε μεμεγάλο τίμημα. Η αιτία αυτής της αργοπορίας οφειλόταν στο ότι οιΒενετοί ήταν απασχολημένοι στο να εδραιώσουν την εξουσία τουςστις υπόλοιπες κτήσεις που είχαν στην Πελοπόννησο και στηθάλασσα του Αιγαίου. Το γεγονός όμως αυτό το εκμεταλλεύθηκανοι Γενουάτες, το αντίπαλο ναυτικό και οικονομικό δέος της
Βενετίας, και προσπάθησαν πρώτοι να αποβιβασθούν στην Κρήτηκαι να την καταλάβουν. Ο θαρραλέος Γενουάτης πειρατής καικόμης της Μάλτας, Ερρίκος Πεσκατόρε, φανατικός εχθρός τωνΒενετών, κατέλαβε το 1206 ένα εκτεταμένο μέρος της κεντρικήςΚρήτης με τη συνεπικουρία του φίλου του Αλαμάνο ντα Κόστα. Οτυχοδιώκτης αυτός Γενουάτης κατέλαβε τα τρία μεγάλα φρούριατου νησιού, Χάνδακα, Σητεία και Ρέθυμνο, τα οποία και οχύρωσε.Επίσης, έκτισε άλλα μικρότερα σε επίκαιρες θέσεις, προκειμένου ναελέγχει καλύτερα την ενδοχώρα. Ένα γεγονός δυσερμήνευτο είναιότι δεν συνάντησε αντίσταση καθόλου από τον εντόπιο πληθυσμό. Ηπιο πιθανή εκδοχή είναι ότι οι ντόπιοι θεώρησαν ότι οι Γενουάτεςθα τους απάλλασσαν από τους μισητούς Βενετούς, που είχανεξευτελίσει το νησί τους, καθώς αποτέλεσε αντικείμενοαγοραπωλησίας. Από την άλλη πλευρά θα ωφελούνταν και οιΓενουάτες, γιατί έτσι θα χρησιμοποιούσαν για τα σχέδιά τους ένανκαινούριο εχθρό κατά των Βενετών: τους δυσαρεστημένουςΚρητικούς.Οι Βενετοί καταθορυβήθηκαν από την δράση των Γενουατών στηνΚρήτη και απέστειλαν αμέσως στρατό και στόλο (1207).Επικεφαλής αυτής της επιχείρησης ετέθησαν οι Ρενιέρι Δάνδολο καιΡουτζέρο Πρεμαρίνο. Η στρατιωτική αυτή επιχείρηση κατέληξε σεπαταγώδη αποτυχία. Μία νέα εκστρατεία οργανώθηκε με αρχηγότον Τζάκομο Λόνγκο (1208). Μετά από κάποιες συγκρούσεις, τηνάνοιξη του 1209 οι Βενετοί κυρίευσαν το φρούριο τουΠαλαικάστρου, βορειοδυτικά του Χάνδακα (σημερινό ΗράκλειοΚρήτης). Η Βενετία ήταν αποφασισμένη να ανακαταλάβει τηνΚρήτη με κάθε θυσία που θα χρειαζόταν, ενώ η Γένουα δενμπορούσε να βοηθήσει πλέον τον Πεσκατόρε. Οι πολεμικέςεπιχειρήσεις εξακολούθησαν μέχρι το 1212. Ο πρώτος ΒενετόςΔούκας της Κρήτης κατόρθωσε να επιβληθεί στον Γενουάτηαντίπαλό του και να τον αναγκάσει να εγκαταλείψει το νησί μεσυνθήκη. Γενουατικές εστίες αντίστασης παρέμειναν ζωντανέςμέσα στο νησί, που συνέχισαν έναν μάταιο και ανώφελο αγώναμέχρι το 1217. Η παράδοση του Αλαμάνο ντα Κόστα στουςΒενετούς και η οριστική συνθήκη με τη Γένουα, που υπογράφθηκεστις 11 Μαΐου 1217, τερμάτισαν τη διαμάχη μεταξύ των ναυτικώνδημοκρατιών για την κατοχή της Κρήτης. Οι Γενουάτες όμωςπροσπάθησαν για δεύτερη φορά να αποσπάσουν τον νησί από τηνκυριαρχία της Βενετίας, περίπου στα τέλη του 13ου αιώνα. Ούτεόμως αυτή η προσπάθεια τελεσφόρησε. Η Βενετία ήταν ο απόλυτοςκυρίαρχος του νησιού. Έτσι άρχισε για το νησί μία νέα περίοδοςσκληρής και απάνθρωπης δουλείας, που προκάλεσε πληθώραεξεγέρσεων και κόστισε ακριβά στη Βενετία σε χρήμα και έμψυχουλικό
3.Παγίωση της βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη
Η ολοκληρωτική κατάκτηση μιας τόσο εκτεταμένης και μακρινήςπεριοχής, της οποίας ο πληθυσμός ήταν εξαιρετικά εχθρικός,αποτελούσε για τους Βενετούς ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Ωςπρώτος δούκας της Κρήτης εστάλη ο Ιάκωβος Τιέπολο το 1209. Ηκίνηση αυτή απετέλεσε μία σοφή πολιτική ενέργεια. Ο Τιέπολο είχεεπιφορτισθεί με το καθήκον να αποδιώξει τους τελευταίουςΓενουάτες που είχαν απομείνει στο νησί και προέβαλλαν κάποιααντίσταση και να θέσει τις βάσεις για την όσον το δυνατόνεπωφελέστερη οικονομική εκμετάλλευση της νεοαποκτηθείσηςεπαρχίας. Μία άλλη παράμετρος που έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψιν ήτανκαι οι ενδεχόμενες αντιδράσεις του ντόπιου πληθυσμού και να είναιέτοιμη η βενετική διοίκηση να τις καταστείλει. Για να ευοδωθούνόλα τα παραπάνω έπρεπε να εγκατασταθεί και να οργανωθεί έναςισχυρός βενετικός πυρήνας στο νησί. Αυτό θα ήταν κατορθωτόμόνο με την αποστολή εποίκων με βενετική υπηκοότητα. Μετά απόκάποια διαβήματα του Τιέπολο η Βενετία έλαβε την απόφαση νααποστείλει στην Κρήτη εποίκους από τις μεγάλες οικογένειες τηςμητρόπολης, εφαρμόζοντας έτσι ένα σύστημα στρατιωτικούεποικισμού, που θα επέτρεπε στις βενετικές αρχές της Κρήτης νακινητοποιηθούν άμεσα και με ασφάλεια σε κάποια ενδεχόμενηεπαναστατική ενέργεια των ντόπιων. Οι Βενετοί έποικοι θαλάμβαναν ως φέουδα τις εκτάσεις της πλέον εύφορης κρητικής γηςκαι ως αντάλλαγμα θα προσέφεραν τις στρατιωτικές τουςυπηρεσίες και την πίστη τους στην μητρόπολη. Το διάταγμα πουαφορούσε την πρώτη αποστολή υπεγράφη στη Βενετία στις 10Σεπτεμβρίου 1211.
Η ονομασία αυτού του εγγράφου είναι το Παραχωρητήριο έγγραφο
(Carta Concessionis), ένα είδος σύμβασηςτης μητρόπολης με τους εποίκους της.Οι πρώτοι έποικοι αναχώρησαν από τη Βενετία στις 20 Μαρτίουτου 1212. Αποτελούνταν από 132 ευγενείς ή ιππότες και από 48δημοτικούς ή πεζούς. Ακολούθησε ένας δεύτερος εποικισμός το1222 και άλλοι δύο, το 1233 και το 1252. Οι έποικοι της τελευταίαςαποστολής έκτισαν τα Χανιά πάνω στα ερείπια της αρχαίαςΚυδωνίας. Σε μεταγενέστερες εποχές έγιναν και άλλοι εποικισμοίαλλά μικρότερης κλίμακας. Στον 13ο
αιώνα εγκαταστάθηκαν στηνΚρήτη περίπου 10.000 Βενετοί έποικοι. Ο αριθμός αυτός ήτανυπερβολικά μεγάλος για τα στατιστικά δεδομένα της ίδιας τηςΒενετίας και αυτό καταδεικνύει την ύψιστη σπουδαιότητα πουαπέδιδε η Βενετία στην κτήση της.Σκοπός της Βενετίας δεν ήταν να εγκαθιδρύσει στην Κρήτη έναφεουδαρχικό σύστημα πλήρως εναρμονισμένο στα δυτικά πρότυπα.Για λόγους πολιτικής και λόγω στρατιωτικής σκοπιμότητας θέλησενα δημιουργήσει ένα πολίτευμα όμοιο με το δικό της. Έτσι η Κρήτηκατέστη η «Βενετία της Ανατολής». Όλη η Κρήτη απετέλεσε μίαενιαία διοικητική περιφέρεια, που έλαβε το όνομα «Βασίλειο τηςΚρήτης» (Regno di Candia). Στην Κρήτη υπάγονταν διοικητικά καιτα νησιά της Τήνου και τα Κύθηρα.Το νησί διαιρέθηκε σύμφωνα με το βενετικό πρότυπο σε έξιτμήματα, τα λεγόμενα
σεξτέρια και είχαν ως εξής:
1.Σεξτέριο των Αγίων Αποστόλων. Περιλάμβανε τις περιοχέςΣητείας, Ιεράπετρας, Λασιθίου και Μιραμπέλλου, δηλαδήόλον περίπου το νομό του σημερινού Λασιθίου.2.Σεξτέριο του Αγίου Μάρκου. Περιοχές του Ριζοκάστρου καιτης Πεδιάδας.3.Σεξτέριο του Σταυρού. Περιοχές Μονοφατσίου,Καινούργιου και Πυργιώτισσας.4.Σεξτέριο του Καστέλλου. Περιοχές Μυλοποτάμου, Αρίουκαι Απάνω Συβρίτου (Αμαρίου).5.Σεξτέριο του Αγίου Παύλου. Περιοχές Καλαμώνος, ΚάτωΣυβρίτου και Ψυχρού.6.Σεξτέριο του Dorsoduro. Περιοχές των Χανίων, Κισάμουκαι Σελίνου.Το διοικητικό αυτό σχήμα διατηρήθηκε σε ισχύ για 100 χρόνιαπερίπου. Όμως από τις αρχές του 14
ου
αιώνα η Κρήτη διαιρέθηκε σετέσσερα μεγάλα διαμερίσματα (territoria), που αντιστοιχούσανπερίπου στου σημερινούς νομούς:
1.Διαμέρισμα του Χάνδακα (Candia). Ήταν το μεγαλύτερο σεέκταση και περιλάμβανε το σημερινό νομό με τις επτάεπαρχίες του, την επαρχία Μιραμπέλλου και το οροπέδιοΛασιθίου.
2.Διαμέρισμα του Ρεθύμνου. Περιλάμβανε τις σημερινέςτέσσερεις επαρχίες του νομού.
3 Διαμέρισμα των Χανίων. Περιλάμβανε τις σημερινές επαρχίεςΚυδωνίας, Αποκόρωνα, Κισάμου και Σελίνου.
4.Διαμέρισμα Σητείας. Περιλάμβανε τις σημερινές επαρχίεςΣητείας και Ιεράπετρας.
Η περιοχή των Σφακίων δεν υποτάχθηκε ποτέ ολοκληρωτικά απότους Βενετούς.
Τη βενετική εξουσία ασκούσε εδώ ένας Προνοητής,που εξαρτάτο διοικητικά άλλοτε από τον Χάνδακα και άλλοτε απότα Χανιά.Ουσιαστικά η διοικητική διαίρεση της Κρήτης ήταν ένα πιστόαντίγραφο μικρότερης κλίμακας του μητροπολιτικού συστήματοςδιοίκησης. Την ανώτατη πολιτική εξουσία κατείχε ο δούκας, οοποίος εκλεγόταν από τις επιφανέστερες οικογένειες της Βενετίας. Έδρα είχε τον Χάνδακα και η θητεία του ήταν διετής. Την εξουσίατου ασκούσε με τη βοήθεια δύο συμβούλων, των οποίων η θητείαήταν επίσης δύο χρόνων. Ο δούκας και οι δύο του σύμβουλοισυνιστούσαν την Αυθεντία της Κρήτης. Στις άλλες πρωτεύουσεςτων νομών την εξουσία είχαν ως πολιτικοί διοικητές, οι ρέκτορες,που όμως κατείχαν και κάποια περιορισμένη στρατιωτική εξουσία. Ένα άριστα οργανωμένο πλήθος υπαλλήλων ήταν επιφορτισμένογια την εκτέλεση του έργου της διοίκησης. Οι πιο πολλοίδιορίζονταν απ’ ευθείας από τη Βενετία την οποίαν υπηρετούσαν μεάκρα αφοσίωση. Σημαντική θέση στην υπαλληλική κυριαρχία είχαν
οι οικονομικοί υπάλληλοι. Κάθε διαμέρισμα διατηρούσε το δικό τουταμείο. Στην κατώτερη ιεραρχία ανήκαν οι δικαστές και οιαστυνόμοι. Οι δημόσιες θέσεις καταλαμβάνονταν αποκλειστικά απόΒενετούς ή από άλλους Ιταλούς. Το μοναδικό επάγγελμα πουεπιτρεπόταν στους ντόπιους να ασκούν ήταν αυτό του νοταρίου,δηλαδή του συμβολαιογράφου.Αναφορικά με τον στρατιωτικό έλεγχο της Κρήτης, αυτόςεπετεύχθη με την ίδρυση φρουρίων σε επίκαιρες θέσεις και με τηνύπαρξη ετοιμοπόλεμου στρατού. Την αρχηγία του στρατού είχε οστρατιωτικός διοικητής του Χάνδακα. Την εποπτεία του ναυτικούείχε ο αρχιναύαρχος του βενετικού στόλου, ο οποίος ήταν στηνκορυφή της ιεραρχίας των αρχών της Κρήτης. Οι Βενετοίφεουδάρχες ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετούν στις γαλέρες ωςκυβερνήτες.Σε ιδιαιτέρως κρίσιμες περιπτώσεις η Βενετία έστελνε στηνΚρήτη έναν Γενικό Προβλεπτή, με απόλυτες εξουσίες σταστρατιωτικά ζητήματα. Έτσι με αυτές τις εξουσίες είχε στα χέριατου απόλυτα τη διοίκηση της Κρήτης. Ο θεσμός αυτός έγινεμόνιμος από το 1569, όταν ο τουρκικός κίνδυνος ήτανεμφανέστατος για τη Βενετία. Ο Γενικός Προβλεπτής εκλεγόταναπό τα επισημότερα γένη της Βενετίας. Πολλοί από τουςΠροβλεπτές αργότερα, αν είχαν επιτυχημένη πολιτική πορεία,γίνονταν δόγηδες της μητρόπολης. Οι βενετικές αρχές της Κρήτηςπολλές φορές εξέφραζαν παράπονα στη μητρόπολη για τονπαραγκωνισμό τους από αυτές τις υπερεξουσίες των ΓενικώνΠροβλεπτών, εν τούτοις όμως ο θεσμό αυτός αποδείχθηκεπλειστάκις χρήσιμος και σωτήριος σε περιπτώσεις εντόνωνκρίσεων στο νησί. Η θητεία των Προβλεπτών ήταν διετής και με τηλήξη της θητείας τους υπέβαλλαν λεπτομερή αναφορά στημητρόπολη για τα πεπραγμένα τους και για τη γενικότερηκατάσταση του Βασιλείου της Κρήτης.
Κεφάλαιο 2ο-Η αντίσταση του κρητικού λαού κατά τωνΒενετών
1.Επαναστάσεις του 13ουαιώνα
Οι Κρητικοί δεν αποδέχθηκαν παθητικά τη στέρηση της εθνικήςκαι θρησκευτικής τους ελευθερίας από τους αλλόφυλουςκατακτητές. Οι ηγέτες του λαού, οι αρχηγοί των ισχυρώναρχοντικών οικογενειών του νησιού, πίστευαν απόλυτα στην φυσικήτους εξάρτηση από τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Η βυζαντινήαυτοκρατορική ιδέα δεν χάθηκε από το νησί. Οι Κρήτες αμέσωςσυνασπίσθηκαν για να αντιταχθούν στον ξένο δυνάστη,προσπαθώντας να του επιφέρουν όσον το δυνατόν μεγαλύτεραπλήγματα. Ο ανυπότακτος κρητικός λαός πάλεψε με σθένος κατάτων κατακτητών, υφιστάμενος τρομερές κακώσεις και κακουχίες. Ηαντίσταση, που προβλήθηκε, υπήρξε παροιμιώδης για την ιστορίατης Φραγκοκρατίας. Συνεχώς το νησί τελούσε υπό επαναστατικόαναβρασμό, λόγω των φιλελευθέρων φρονημάτων των Κρητικών.Κυρίως όμως στις εκάστοτε συγκρούσεις η Βενετία επικρατούσε,γιατί είχε πληθώρα υλικών μέσων και γιατί οι Κρήτες άρχοντεςείχαν μεταξύ τους έντονες διαφωνίες και αντιθέσεις, που τιςυπαγόρευαν τα διαφορετικά κατά περίπτωση συμφέροντα τουκαθενός από αυτούς.Για την πρώτη επανάσταση που εκδηλώθηκε το 1211, δενυπάρχουν πλήρεις ιστορικές μαρτυρίες. Το πιο πιθανό αίτιο ήταν ηαποστολή και εγκατάσταση στο νησί των πρώτων Βενετών εποίκωνκαι η αφαίρεση της περιουσίας της Εκκλησίας και των μεγάλωναρχοντικών οικογενειών της Κρήτης. Οι πρώτοι αυτοί έποικοιεστάλησαν επί δόγη Πέτρου Ζάνη με σκοπό να εγκατασταθούν στονησί και έτσι να ξεκινήσει η οικονομική του εκμετάλλευση. Έτσι λοιπόν η εξέγερση δεν άργησε να ξεσπάσει. Το επαναστατικόκίνημα εκδηλώθηκε πρώτα στο Λασίθι, με αρχηγούς τους
Αγιοστεφανίτες ή Αργυρόπουλους
. Οι επαναστάτες κυρίευσαν ταφρούρια της Σητείας και του Μιραμπέλλου και έτσι έγιναν απόλυτοικυρίαρχοι της ανατολικής Κρήτης. Ο δούκας τη Κρήτης, Ιάκωβος Τιέπολο, μην μπορώντας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους επαναστάτες, ζήτησε βοήθεια από τον δραστήριο και υπερφιλόδοξοδούκα του Αιγαίου, Μάρκο Σανούδο. Ο Σανούδος αποβιβάσθηκε στονησί με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις και κατόρθωσε νακαταπνίξει την επανάσταση σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οιαρχηγοί της επανάστασης αναγκάστηκαν να εκπατριστούν ή ναδώσουν όρκο υποταγής στη Βενετία.Ο Τιέπολο αρνήθηκε να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του προς τονδούκα Σανούδο και έτσι οι δύο Βενετοί άρχοντες οδηγήθηκαν σε μίαφοβερή πολεμική αναμέτρηση που διήρκεσε για τέσσερα χρόνια. ΟΜάρκος Σανούδο μετά από ένα τέχνασμα των στρατιωτών του μέσαστον Χάνδακα κατόρθωσε να κυριεύσει το φρούριο και ο Τιέπολοκατάφερε να δραπετεύσει και να αποφύγει τη σύλληψη ντυμένοςγυναικεία ενδύματα. Οι δραστηριότητες του Σανούδοκορυφώθηκαν, αφού κατέλαβε και άλλα επτά φρούρια. Ο Τιέπολοβρήκε ορμητήριο το φρούριο του Τεμένους (Ρόκα, στο σημερινόχωρίο Προφήτης Ηλίας του δήμου Τεμένους), ενώ με τον Σανούδοσυνέπραξαν και Κρητικοί με αρχηγό τον επιφανή ΑρχοντορρωμαίοΣεβαστό Σκορδίλη. Η Βενετία απέστειλε ισχυρή βοήθεια μεσύντονες διαδικασίες και έτσι δόθηκε η δυνατότητα στον Τιέπολονα συγκρουστεί με τους αντιπάλους του και να ανακτήσει τονΧάνδακα. Ο Σανούδο εγκατέλειψε το νησί, αφού πρώτασυνομολογήθηκε ειρήνη που υπογράφθηκε το 1212 ή το 1213. Μαζίτου απήλθαν και είκοσι Κρήτες άρχοντες. Τα επόμενα είκοσι χρόνια η Κρήτη κλυδωνίσθηκε από τρειςσκληρές επαναστάσεις, με επικεφαλής τους Σκορδίληδες και τουςΜελισσηνούς. Ορμητήριο των επαναστατών ήταν οι δύο ορεινέςεπαρχίες του Ρεθύμνου, η Απάνω Σύβριτος και η Κάτω Σύβριτος. Γι’αυτόν τον λόγο αναφέρονται και ως επαναστάσεις των «δύοΣυβρίτων». Σύντομα όμως επεκτάθηκαν σε ολόκληρη τη δυτικήΚρήτη.Η αφορμή δόθηκε από τον καστελλάνο του φρουρίου Μονοπάριτου Ρεθύμνου, Πέτρου Φιλικάνεβου, ο οποίος επέδειξε ληστρικήδιαγωγή επιτρέποντας στους υπηρέτες του να κλέψουν άλογα καιφορτηγά ζώα από τα ιπποτροφεία της ισχυρής οικογένειας τωνΣκορδίληδων. Ο δούκας Παύλος Κουρίνος, γνωστός για τηνπαροιμιώδη σκληρότητα και ακαμψία του έναντι των ορθοδόξωνΚρητικών, δεν προχώρησε σε κάποια ενέργεια για να απονέμειδικαιοσύνη. Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει μια μεγάληεπανάσταση (1217). Η αρχηγία αναλήφθηκε από τον ΚωνσταντίνοΣεβαστό Σκορδίλη και από τον Θεόδωρο και Μιχαήλ Μελισσηνό. Οστρατός των Βενετών νικήθηκε επανειλημμένως σε μάχες πουδιεξήχθηκαν και, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, μεγάλο μέροςτης Δυτικής Κρήτης περιήλθε στα χέρια των επαναστατών. Στηνκεντρική διοίκηση κατέστη σαφές ότι η ένοπλη βία δεν θα οδηγούσεπουθενά και ότι θα έπρεπε να ακολουθηθεί ο δρόμος τηςδιπλωματίας και της διαλλακτικότητας με τους Κρητικούς. Επειδήήταν ανέφικτο να κατατροπωθούν οι επαναστάτες, ο δούκαςΚουρίνος αντικαταστάθηκε από τον Δομήνικο Δελφίνο ο οποίοςγρήγορα ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες. Η συνθήκη υπογράφθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 1219.
Σύμφωνα μεαυτήν παραχωρήθηκαν στους αρχηγούς της επανάστασης ιπποτικάφέουδα και προνόμια, απελευθερώθηκαν 75 πάροικοι,κατοχυρώθηκαν διάφορα προνόμια για τους μοναχούς του μετοχίουτης μονής του Αγίου Ιωάννη της Πάτμου στην Κρήτη (ΣτύλοςΑποκορώνου) και για πρώτη φορά καθιερώθηκε σύστημα ποινικής δικαιοσύνης για τους Βενετούς που τυχόν θα αδικούσαν τουςχωρικούς της Κρήτης. Από τη δική τους μεριά οι Κρήτες άρχοντεςορκίστηκαν πίστη στη Βενετία. Μία σημαντική συνέπεια πουπρόκυψε από τις παραπάνω διαδικασίες ήταν ότι οι Κρήτεςάρχοντες απέσπασαν με δυναμικό τρόπο προνόμια και ότι πέτυχαννα ισχυροποιήσουν την κοινωνική τους θέση, καθώς ήλθαν σε ίσηβαθμίδα με τους Βενετούς φεουδάρχες. Σταδιακά ξεκίνησε ναδημιουργείται το κρητικό αρχοντολόγιο, η λεγόμενη «ΚρητικήΕυγένεια» (nobiles Cretensi), η αναγνώριση δηλαδή τωναριστοκρατικών γενών της Κρήτης.Μία νέα αποστολή Βενετών εποίκων στην Κρήτη (1222)πυροδότησε μία εξέγερση, με επικεφαλής τους Θεόδωρο και ΜιχαήλΜελισσηνούς. Ο δούκας Παύλος Κουρίνος, που είχε διορισθεί ξανάτην 8
η
Ιανουαρίου 1223, εκτελώντας εντολή της Βενετίας, έκλεισεσυνθήκη με τους αρχηγούς της επανάστασης και τους παραχώρησεδύο νέα ιπποτικά φέουδα (1223).Μετά από κάποια χρόνια (1228) σημειώθηκε μία νέα και σοβαρήεπανάσταση, με ευρύτερο χαρακτήρα, με αρχηγούς ξανά τιςοικογένειες των Σκορδίληδων και των Μελισσηνών. Μαζί τουςτάχθηκαν και δύο άλλες αρχοντικές οικογένειες Κρητών, οιΑρκολέοι και οι Δρακοντόπουλοι. Ο δούκας της Κρήτης ΙωάννηςΣτορλάδος δεν είχε τη δυνατότητα να καταστείλει την επανάστασηκαι κάλεσε σε βοήθεια τον δούκα Αιγαίου Άγγελο Σανούδο, γιο τουΜάρκου Σανούδου. Ο δούκας του Αιγαίου ανταποκρίθηκε στοκάλεσμα και ήλθε στην Κρήτη, όπου πολέμησε με απαράμιλληγενναιότητα και θάρρος. Ο ίδιος ήταν που έκτισε το φρούριο τηςΣούδας.Οι Κρητικοί έστειλαν αντιπροσώπους τους στον αυτοκράτορα τηςΝίκαιας Ιωάννη Βατάτζη, προσφέροντάς του το νησί και παράλληλαζητώντας στρατιωτική βοήθεια. Ο αυτοκράτορας ανταποκρίθηκεπρόθυμα σε αυτήν την έκκληση και έδωσε από τη Λέσβο, πουυπαγόταν στην επικράτειά του, 33 πλοία στους επαναστάτες όπωςκαι σημαντική στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τον Μέγα ΔούκαΙωάννη, που δεν ήταν όμως ικανή για να επιφέρει ένα αξιόλογοαποτέλεσμα. Εν τούτοις ο Άγγελος Σανούδο επέδειξε απρόθυμηστάση να συνεχίσει τις συγκρούσεις με τους Κρητικούς, εν μέρειγιατί ήταν συγγενής με τον αυτοκράτορα της Νίκαιας εν μέρειγιατί δωροδοκήθηκε από τον ίδιο τον αυτοκράτορα.Οι Κρητικοί ενισχυμένοι από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα,μετά από κάποιες επιτυχίες, πολιόρκησαν και κυρίευσαν τα φρούριατου Ρεθύμνου, Μυλοποτάμου, Καινούριου. Το φρούριο τουΜονοφατσίου πολιορκήθηκε, αλλά επειδή ο βυζαντινός στόλοςκινδύνευε με πλήρη καταστροφή από τις ισχυρές προσβολές του
13
βενετικού στόλου, αποχώρησε. Λιγοστά απομεινάρια έμειναν στηνΚρήτη από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα του Βατάτζη, οιλεγόμενοι
Ανατολικοί
, οι οποίοι συνέχισαν έναν μάταιο αγώνα.Η επανάσταση έληξε με συνθηκολόγηση ανάμεσα στα δύοαντιμαχόμενα μέρη. Υπογράφθηκαν τρεις αλλεπάλληλες συνθήκες(1223, 1234, 1236) σύμφωνα με τις οποίες οι αρχηγοί ΝικόλαοςΣεβαστός Δαιμονογιάννης και Μιχαήλ Μελισσηνός απέσπασαν τηνπαραχώρηση φεούδων και προνομίων, ενώ εξασφάλισαν τηνπροστασία των παροίκων. Η οικογένεια των Δρακοντοπούλων δεναποδέχθηκε τις συνθήκες αυτές και έτσι εκ των πραγμάτωνανακηρύχθηκαν κοινοί εχθροί και για τις δύο συνθηκολογήσασεςπλευρές. Οι Δρακοντόπουλοι ενώθηκαν με τους Ανατολικούς καιπολέμησαν μαζί τους στην ανατολική Κρήτη. Τέλος, λόγω τουαδιεξόδου που τους έφερε ο αγώνας τους, έγινε συμφωνία ναεγκαταλείψουν οι Ανατολικοί το φρούριο του αγίου Νικολάου και ταμέλη της οικογένειας των Δρακοντοπούλων να μετοικήσουν στοΜονοφάτσι, όπου έζησαν εκεί υπό επιτήρηση. Οι Ανατολικοίεγκατέλειψαν την Κρήτη ανενόχλητοι με προορισμό την ΜικράΑσία. Το χρονικό διάστημα 1236-1260 υπήρξε μία ειρηνική και ατάραχηπερίοδος. Ένα όμως καθοριστικό και κομβικό χρονικό σημείο ήταντο 1261, όταν τα στρατεύματα του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου, μεστρατηγό τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο, κατόρθωσαν και ανέκτησαντην Κωνσταντινούπολη από τους Φράγκους. Έτσι λοιπόν ξεκίνησεγια την Κρήτη μία σειρά επαναστατικών κινημάτων με χαρακτήραεθνικό. Όταν ολοκλήρωσε τα αλυτρωτικά του σχέδια ο ΜιχαήλΠαλαιολόγος, αποφάσισε ότι η Κρήτη έπρεπε να προστεθεί στηνεπικράτεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Για να βολιδοσκοπήσειτην κατάσταση στην Κρήτη, έστειλε στο νησί κάποιον Στέγγο, οοποίος είχε στην κατοχή του επιστολές προς τους Κρήτες άρχοντεςΓεώργιο Χορτάτζη και Μιχαήλ Σκορδίλη Ψαρομήλιγγο. Τοαποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει νέα επανάσταση με αρχηγούς τουςΣκορδίληδες, τους Χορτάτζηδες και την οικογένεια τωνΜελισσηνών. Το κίνημα υποστηριζόταν και από τον γηγενήπληθυσμό, γιατί έβλεπε στο πρόσωπο του νέου αυτοκράτορα τομοναδικό νόμιμο φορέα πολιτικής εξουσίας στην Κρήτη και ότι ήτανη δύναμη που θα συνέδεε την Εκκλησία της Κρήτης με τη μητέρα-Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Οι πολεμικές επιχειρήσειςδιήρκεσαν για τέσσερα χρόνια και ήταν αιματηρότατες. Ημεγαλύτερη όμως δυσχέρεια ήταν ότι η βοήθεια που είχε υποσχεθείνα αποστείλει ο Μιχαήλ Β’ Παλαιολόγος δεν κατέφθασε ποτέ, γιατίο ίδιος είχε εμπλακεί σε πολλά μέτωπα, που δεν του επέτρεπαν νασυνδράμει αποτελεσματικά τους Κρήτες επαναστάτες. Σταδιακά, οιεπαναστάτες απομονώθηκαν μέσα στην Κρήτη, καθώς ο ισχυρόςΑρχοντορρωμαίος Αλέξιος Καλλέργης, για να μην χάσει ταπρονόμια που του είχαν αποδοθεί, τήρησε απροκάλυπταφιλοβενετική στάση και δεν ενώθηκε με τους επαναστάτες. ΟΚαλλέργης, όπως θα δούμε και παρακάτω, τήρησε γενικά μιαεπαμφοτερίζουσα στάση έναντι των Βενετών, και δεν συνέπραττε
14
σε επαναστατικές ενέργειες παρά μόνο αν θίγονταν αναφανδόν ταοικονομικά του συμφέροντα. Το αποτέλεσμα της επανάστασης ήταννα υπογραφεί τελικά συνθήκη το 1265, με την οποία η Βενετίαχορήγησε αμνηστία, επικύρωσε παλαιότερα προνόμια που είχεχορηγήσει σε Κρητικούς άρχοντες, ενώ παραχώρησε και δύο νέαιπποτικά φέουδα στους αρχηγούς της επανάστασης. Για τοναπεσταλμένο του αυτοκράτορα Μιχαήλ, τον Στέγγο, εγγυήθηκαντην ασφαλή αποχώρησή του από την Κρήτη, ενώ από την άλληπλευρά ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος αναγνώρισε τα κυριαρχικάδικαιώματα της Βενετίας στην Κρήτη. Ανεξαρτήτως από τιςσυγκρούσεις μεταξύ των δύο μερών και ό,τι έκβαση κι αν είχαν, οιΒενετοί ακολούθησαν μια πολιτική κατευνασμού και διαλλακτικήςστάσης έναντι των Κρητών αρχόντων, καθώς γνώριζαν καλά ότι οιτελευταίοι θεωρούνταν από τον εντόπιο πληθυσμό οι φυσικοί τουηγέτες και ότι έτσι θα μπορούσαν να τους επιφέρουν μεγάλη ζημιάαν τον κινητοποιούσαν συνεχώς να αναλαμβάνει πολεμικήδραστηριότητα.Το επόμενο έτος (1266) στον Χάνδακα ξέσπασαν ταραχές, πουανησύχησαν τις βενετικές αρχές. Ισχυροί Κρητικοί, όπως ο ΑλέξιοςΚαλλέργης και οι αδελφοί Γεώργιος και Θεόδωρος Χορτάτζης,κατέστρωναν τα σχέδια για μια νέα επανάσταση, εκμεταλλευόμενοιτο γεγονός ότι η Βενετία εκείνο τον καιρό είχε εμπλακεί σε πόλεμομε τη Γένουα. Ο Καλλέργης για ακόμη μία φορά υποχώρησε και ονέος δούκας Ιωάννης Μπελένιο προβάλλοντας σθεναρή στάσηαπάλειψε το ενδεχόμενο για μια νέα επανάσταση.
επανάσταση στα Σφακιά. Η αφορμή ήταν μια προσβολή πουέκανε ο Βενετός φρούραρχος Καπελλέτος σε μια κόρη τηςοικογένειας των Σκορδίληδων. Ο συγκεκριμένος φρούραρχοςήταν ο επικεφαλής της φρουράς του μικρού βυζαντινού φρουρίουπου βρισκόταν στον Μπροσγιαλό των Σφακίων. Ερωτευμένος μετην κόρη κάποιου από την οικογένεια των Σκορδίληδων, η οποίαονομαζόταν Χρυσομαλλούσα, της επιτέθηκε στον δρόμο και τηνφίλησε, όμως επειδή αυτή τον χαστούκισε, έσυρε το ξίφος τουκαι της έκοψε τα μαλλιά. Οι συγγενείς της κοπέλας σκότωσαντον φρούραρχο και πολλούς άνδρες της φρουράς του,κηρύσσοντας εν συνεχεία την επανάσταση. Τα μέλη τηςοικογένειας των Σκορδίληδων κατέφυγαν στο φαράγγι τηςΣαμαριάς όπου εκεί οργάνωσαν την άμυνά τους. Οι βενετικέςαρχές έστειλαν αμέσως στρατό εναντίον τους για να τουςχτυπήσουν. Πολλοί Κρητικοί από τις δυτικές επαρχίες έσπευσαννα βοηθήσουν τους επαναστατημένους Σφακιανούς. Ο δούκαςτης Κρήτης Ιουστινιάνης απέστειλε ισχυρές στρατιωτικέςδυνάμεις για να καταπνίξει την επανάσταση, η οποία έλαβετέλος μόνο με την ενεργή και απροκάλυπτη βοήθεια του ΑλεξίουΚαλλέργη προς τους Βενετούς.Την ίδια χρονιά σημειώθηκαν και άλλα μικρότερα στασιαστικάκινήματα, με επικεφαλής τους Βαρούχες και τους Βλαστούς. Όλαόμως αυτά τα κινήματα τερματίστηκαν, πάντα με την επέμβασητου Αλεξίου Καλλέργη υπέρ των Βενετών.Ως το 1333 στο νησί επικρατούσε ησυχία και εσωτερικήομαλότητα. Δεν άργησε όμως να δοθεί η αιτία για το ξέσπασμαμιας νέας επανάστασης. Ο νέος δούκας Βλάσιος Ζίνο επέβαλεέκτακτη εισφορά για να ναυπηγηθούν και να συντηρηθούνπολεμικές γαλέρες, με σκοπό την καταδίωξη πειρατών, που μετους στολίσκους τους λυμαίνονταν τα κρητικά παράλια.Η πρώτη επίσημη διαμαρτυρία σημειώθηκε στο χωριόΜαργαρίτες Μυλοποτάμου, όπου 400 συγκεντρωμένοι άνδρεςέδωσαν όρκο να αντισταθούν στις νέες φορολογικέςεπιβαρύνσεις. Οι κάτοικοι των δυτικών επαρχιών τάχθηκαν μαζίτους και έτσι εξερράγη η καινούρια επανάσταση. Τη γενικήαρχηγία της επανάστασης ανέλαβαν ο Βάρδας Καλλέργης, οΝικόλαος Πρικοσιρίδης και οι τρεις γενναίοι αδελφοίΣυρόπουλοι. Το νέο κίνημα επικράτησε γρήγορα και οι αρχηγοίπήραν την απόφαση να επιτεθούν στον Χάνδακα.Οι Βενετοί βοηθήθηκαν πάλι από την οικογένεια τωνΚαλλεργών, και ιδιαίτερα από τον γιο του Αλεξίου Καλλέργη,Γεώργιο, του οποίου η διαγωγή υπήρξε άκρως προδοτική. Το1334 η επανάσταση έληξε, οι πρωταγωνιστές συνελήφθησαν καιθανατώθηκαν, και οι Μαργαρίτες Μυλοποτάμου πυρπολήθηκαν.Οι Βενετοί εξόρισαν τις οικογένειες των επαναστατών το 1335και αποφάσισαν να παραμείνουν ισόβια στη φυλακή τα παιδιά καιοι αδελφοί του Βάρδα Καλλέργη, προς παραδειγματισμό. Επίσης,απαγόρευσαν σε ξένους ορθοδόξους κληρικούς να παραμένουνστο νησί για ευνόητους λόγους. Για να επιφέρουν διχασμό στον
20
λαό της Κρήτης, προσέφεραν χρηματικές αποζημιώσεις σε όσουςΚρητικούς έμειναν πιστοί στη Βενετία κατά τη διάρκεια τηςεπανάστασης.Επτά χρόνια μετά την επανάσταση του Βάρδα Καλλέργηεκδηλώθηκε νέο επαναστατικό κίνημα, αρχικά στον Αποκόρωνα,έπειτα στα Σφακιά, στον Μυλοπόταμο και στην Μεσαρά. Ηεπανάσταση υποκινήθηκε από τον Λέοντα Καλλέργη, γιο ήεγγονό του Αλεξίου Καλλέργη, έναν ευγενή και φιλόπατρι νεαρό,από τους λίγους πάντως Καλλέργηδες που δεν επέδειξεπροδοτική συμπεριφορά. Ο Λέων, που υποδυόταν τον φίλο τωνΒενετών, με μυστικές επιστολές υποκίνησε τον Κώστα Σμυρίλιοκαι τους γιους του Μιχαήλ και Ιωάννη να επαναστατήσουν στονΑποκόρωνα. Σ’ αυτήν την επαναστατική πρόσκλησηανταποκρίθηκαν και άλλοι αρχηγοί από γνωστές αρχοντικέςοικογένειες, οι Μελισσηνοί, οι Σκορδίληδες, οι Σεβαστοί και οιΨαρομήλιγγοι.Οι Βενετοί βοηθήθηκαν από τον ομώνυμο νεώτερο εγγονό τουΑλεξίου Καλλέργη. Αυτός κατόρθωσε να συλλάβει τουςΣμυρίλιους, οι οποίοι με τη σειρά τους κατέδωσαν τον ΛέονταΚαλλέργη και αποκάλυψαν στους Βενετούς την ύπαρξη μυστικώνεπιστολών, που τους είχε αποστείλει στον Αποκόρωνα. ΟιΣμυρίλιοι θανατώθηκαν και ο δούκας Ανδρέας Κορνάροςσυνέλαβε με δόλο τον Λέοντα. Του επεφύλαξε όμως έναν φρικτόθάνατο: τον έκλεισε σε έναν σάκο και τον έριξε στη θάλασσα.Μετά τον αποτρόπαιο θάνατο του Λέοντος Καλλέργη οισυγγενείς του οι Καψοκαλύβες, δηλαδή τα αδέλφια Ιωάννης καιΜιχαήλ Ψαρομήλιγγοι, συνέχισαν με μεγαλύτερο πάθος τηνεπανάσταση. Έχοντας ως ορμητήριο τα σφακιανά όρη,κατέλαβαν τις ορεινές περιοχές του Ρεθύμνου και πολιόρκησανστον Μυλοπόταμο, τον Αλέξιο Καλλέργη τον νεώτερο, ο οποίοςείχε εκστρατεύσει εναντίον τους. Παραλλήλως, άρχισαν νακινητοποιούνται και άλλοι αρχηγοί.Η επανάσταση κρίθηκε σε μια μάχη στην πεδιάδα τηςΜεσαράς, όπου εκεί ο δούκας παρέσυρε σε ενέδρα τουςΚαψοκαλύβες και συνέτριψε τις δυνάμεις τους. Ο Ιωάννηςσκοτώθηκε στη μάχη, ενώ ο Μιχαήλ, πληγωμένος από ένα βέλος,διέταξε έναν υποτακτικό του να τον αποκεφαλίσει και να πάει τοκεφάλι στους Βενετούς για να σωθεί αυτός.Μετά από την αιματηρότατη μάχη στη Μεσαρά, όπου πέθανανοι γενναίοι Ψαρομήλιγγοι, η επανάσταση καταπνίγηκε στοΡέθυμνο και στην υπόλοιπη δυτική Κρήτη το 1347. Οι Βενετοί,ακολουθώντας τη γνωστή τακτική εκφοβισμού καιτρομοκρατίας, έστειλαν γυναικόπαιδα στη Βενετία και υπέβαλανσε τρομερά βασανιστήρια τους διάφορους ενόχους καιυπόπτους.Η Βενετία, για να καταφέρει να επιβάλει την ειρήνη και νααποκαταστήσει τα πράγματα, έστειλε το ίδιο έτος στο νησίτρεις Προβλεπτές, τον Νικόλαο Φαλέδρο, τον Ιουστινιανό
21
Ιουστινιάνη και τον Ανδρέα Μοροζίνι, έχοντας μαζί τους ισχυρέςστρατιωτικές δυνάμεις και υλικά εφόδια.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τ. ΤΣΕΡΕΒΕΛΑΚΗΣ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ(Βενετοκρατία-Τουρκοκρατία)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Κρήτη, ως ένα στρατηγικώτατο γεωγραφικό σημείο στηνλεκάνη της ανατολικής Μεσογείου, ενωρίς προσέλκυσε το «ενδιαφέρον» πολλών κατακτητών. Η γεωπολιτική σημασία τουνησιού ήταν ο πρωταρχικός παράγοντας που εξώθησε τόσουςκατακτητές να κινηθούν εναντίον του. Όντας στο εμπορικόσταυροδρόμι Δύσης και Εγγύς Ανατολής, αποτελούσε εξαίρετοσημείο για τον έλεγχο των θαλασσίων δρόμων και για τη διεξαγωγήεπικερδούς εμπορίου.Στο τέλος του 4ου αιώνα με τις διοικητικές αλλαγές πουπραγματοποιήθηκαν, η επαρχία του Ιλλυρικού υπήχθη στηδικαιοδοσία του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, δηλαδή τηςΒυζαντινής Αυτοκρατορίας. Έτσι με αυτήν τη μετατροπή στηδιαχείριση των διοικητικών δεδομένων της αυτοκρατορίας, ηΚρήτη, ούσα τμήμα του Ιλλυρικού, εντάχθηκε και αυτή στηνεπικράτεια του Βυζαντίου. Την ήσυχη ζωή της μακρινής αυτής επαρχίας διετάρασσαν ενίοτεκάποιες επιδρομές Βανδάλων (6οςαιώνας), Σλάβων (623), αλλάχωρίς ιδιαιτέρα σοβαρότητα. Αντιθέτως, οι επιδρομές των Αράβωνείχαν μεγάλη σπουδαιότητα, καθώς το κύριο κίνητρο ήταν ναεγκαθιδρύσουν μια μόνιμη κατοχή, αποσκοπώντας αποκλειστικάστο οικονομικό όφελος. Η παλαιότερη γνωστή επιδρομή τωνΑράβων, που αναφέρεται από τις αφηγηματικές πηγές, έγινε το654, όταν επέστρεφαν από μια λεηλασία του νησιού της Κω. Οικαταστρεπτικές αυτές επιθέσεις εξακολούθησαν να υφίστανται σεόλη τη διάρκεια του 8ου αιώνα και κορυφώθηκαν στις αρχές του 9ου αιώνα, οδηγώντας στην υποδούλωση του νησιού από Άραβεςπροερχομένους από την Κόρδοβα της Ισπανίας, το 829. Το Βυζάντιοδεν έμεινε άπρακτο, αφού σχεδίαζε και απέστελλε εκστρατευτικάσώματα για την απελευθέρωση της πολύτιμης κτήσης του όλον τον9ο αιώνα και μέχρι τα μέσα του 10ου, ώσπου ο Νικηφόρος Β’ Φωκάςήταν ο στρατηγός που έδρεψε τη δόξα της ανάκτησης του νησιούαπό τους αλλόφυλους κατακτητές.Η β’ βυζαντινή περίοδος κυριαρχίας στο νησί διήρκεσε από το961 έως το 1204, όπου συνέβη η άλωση της Κωνσταντινουπόλεωςαπό τα φραγκικά στρατεύματα της Δ’ Σταυροφορίας. Αφού ηβυζαντινή αρχή καταλύθηκε, η επικράτεια της αυτοκρατορίαςδιαιρέθηκε και μοιράστηκε ανάμεσα στους κατακτητές. Η Κρήτηπεριήλθε στην διοικητική εξουσία του Βονιφατίου τουΜομφερρατικού, ο οποίος την πώλησε στους Βενετούς για έναευτελές ποσό, προκειμένου να απαλλαγεί από μια κτήση, που τουήταν ανέφικτο να διοικήσει και να διαχειρισθεί. Έτσι άρχισε για τονησί μία νέα περίοδος στυγνής δουλείας: η Βενετοκρατία (1204-1669). Οι Βενετοί εγκατέστησαν ένα απηνές καθεστώς κυριαρχίας,χρησιμοποιώντας παράλληλα τον εποικισμό για να ενισχύσουν καινα παγιώσουν την κυριαρχία τους. Όμως οι Κρήτες είχαν τη φυσικήτους ηγεσία, τα μέλη των αρχοντικών οικογενειών του νησιού, πουδεν ήταν καθόλου πρόθυμη να αποποιηθεί τα προνόμια πουαπολάμβανε έως τότε. Η συνέπεια ήταν να ξεσπάσουναλλεπάλληλες επαναστάσεις που συγκλόνιζαν την Κρήτη γιααιώνες. Γενικά, οι εξεγέρσεις αυτές υποδαυλίζονταν από τουςεντόπιους Κρήτες άρχοντες, για να αντιταχθούν στη βενετική εξουσία και να περιορίσουν την αυθαιρεσία της. Σκοπός τωνΒενετών ήταν να καταφέρουν να δεσμεύσουν τη δυναμική αυτήςτης αριστοκρατικής τάξης, με σκοπό να θέσουν υπό τον έλεγχότους ολόκληρο τον πληθυσμό και να επιτύχουν την επιποθούμενη γι’αυτούς κοινωνική γαλήνη και ομαλότητα. Γι’ αυτό οι επαναστάσειςπου εξερράγησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της Βενετοκρατίας θαμπορούσαν να χαρακτηρισθούν κοινωνικού χαρακτήρα ως επί τοπλείστον, και όχι ότι αφορμώντο από εθνικιστικά ελατήρια.Αποσκοπούσαν στην διατήρηση του κοινωνικού status τωναρχοντικών οικογενειών του νησιού ή καλύτερα ακόμη στηνπροώθηση και βελτίωση της θέσης τους γενικότερα.Η βενετική κυριαρχία τερματίστηκε το 1669, όταν ο τουρκικόςστρατός μετά από μακρόχρονη πολιορκία του Χάνδακα (ΗρακλείουΚρήτης) κατέλαβε την πόλη και οριστικοποίησε την οθωμανικήκυριαρχία στην Κρήτη. Η τουρκική δουλεία ήταν επαχθέστατη,καθώς οι Οθωμανοί προχώρησαν και στον ευρύ εξισλαμισμό τωνκατοίκων, γεγονός πολύ επικίνδυνο για την εθνολογική καιπολιτισμική ταυτότητα των Κρητών. Όμως και πάλι η Κρήτη δενέμεινε άπραγη, μπροστά στον βάρβαρο εισβολέα. Οι Κρήτεςσυνασπίσθηκαν γύρω από τοπικούς οπλαρχηγούς και με όπλα τηθέληση και την πολεμική ορμή, ξεκίνησαν δεκάδες επαναστάσειςκατά των Τούρκων, ιδίως τον 19
ο
αιώνα, όταν όλη η Ευρώπηεφλέγετο από παρόμοιου είδους κινήματα. Οι επαναστάσεις όμωςτων Κρητών ήταν εθνεγερτικές με εθνικό χαρακτήρα, που στόχευανστην οριστική απομάκρυνση του βάρβαρου δυνάστη και στηνβαθμιαία ένταξη του νησιού στο πρώτο νεοελληνικό κράτος που θασχηματιζόταν.Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν παρέμειναν αμέτοχες σε όλη αυτή τηδιαδικασία. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο προσπαθούσαν ναεπιβάλουν τη δική τους πολιτική γραμμή, η καθεμιά αναλόγως μετα συμφέροντά της. Η συγκλίνουσα όμως παράμετρος στονπολιτικό χειρισμό όλων ήταν η διατήρηση του πολιτικού status quoτης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτό σήμαινε ότι στους αγώνεςτων Κρητών κράτησαν μια επίζηλη ουδετερότητα, που αν μη τιάλλο δεν άρμοζε στο διεθνές πρόσωπο των χριστιανικώνδυνάμεων· όμως τα πολιτικά συμφέροντα άλλα υπαγορεύουν. Μόνοκατά το τέλος του 19
ου
αιώνα, που τα πράγματα στην Κρήτη είχανξεφύγει από κάθε έλεγχο και με την απειλή ταραχών στις μεγάλεςπόλεις, οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να παρέμβουν δυναμικάκαι να αναγκάσουν τους Τούρκους να αποχωρήσουν από το νησί.Εγκαταστάθηκε καθεστώς αυτονομίας το οποίο ελεγχόταν από τιςξένες δυνάμεις και διήρκεσε έως το 1913, που επετεύχθη οριστικώςη ένωση με την μητέρα-Ελλάδα και έθεσε τέρμα στους τιτάνιουςαγώνες των Κρητών για ελευθερία.
Α’ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ(1204-1669)Κεφάλαιο 1ο
-Η κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς
1.Η Δ’ Σταυροφορία και η αγοραπωλησία της Κρήτης από τουςΒενετούςΗ Δ’ Σταυροφορία είχε ολέθριες και καταστρεπτικές συνέπειες γιατην ολόκληρη τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Με την άλωση τηςΚωνσταντινούπολης από τα στρατεύματα των Σταυροφόρων, ηαυτοκρατορία ως κρατική υπόσταση διαλύθηκε, αλλά το κέντροεξουσίας μεταφέρθηκε περιφερειακά, όπως στη Νίκαια, όπου καιδημιουργήθηκε η ομώνυμη αυτοκρατορία, που αργότερα διεκδίκησετα πρωτεία στην ανακατάληψη της πρωτεύουσας τηςαυτοκρατορίας. Στα εδάφη της ελληνικής χερσονήσου ιδρύθηκανποικίλα και ποικιλώνυμα κρατίδια από τους Φράγκους ηγεμόνες. Έτσι άρχισε μία νέα περίοδος για τον ελληνισμό: η Φραγκοκρατία.Στον κυκεώνα αυτών των γεγονότων αναμίχθηκε και η Κρήτη ήδηαπό τον Μάη του 1203. Ο πρίγκιπας Αλέξιος (μετέπειτασυναυτοκράτορας με τον πατέρα του ως Αλέξιος Δ’ Άγγελος), γιοςτου απομακρυνθέντος αυτοκράτορα Ισαακίου Β’ Αγγέλου,προσεταιρίσθηκε τους αρχηγούς των Σταυροφόρων για να
εξασφαλίσει την αποκατάσταση του πατέρα του στον θρόνο καικατά συνέπεια να διατηρήσει τα δικαιώματα διαδοχής επί τουθρόνου. Προέβαλε πολλές και δελεαστικές προτάσεις στουςΦράγκους ηγεμόνες, προκειμένου να τους διεγείρει το ενδιαφέρονκαι να τους ωθήσει να συνδράμουν στον στόχο του. Ανάμεσα στιςπολλές προτάσεις που έκανε, περιλαμβανόταν και το νησί τηςΚρήτης που την υποσχέθηκε να την δώσει στον Βονιφάτιο τονΜομφερρατικό. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204,με την περιώνυμη συνθήκη Partitio Romaniae («Διανομή τηςΡωμανίας») σύμφωνα με την οποίαν οι Σταυροφόροι διαμοίρασανμεταξύ τους τα εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας,αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα στον Βονιφάτιο να καταλάβει τηνκτήση του. Η κτήση όμως αυτή ήταν μια παραχώρηση στονΒονιφάτιο χωρίς ουσία, γιατί ο ίδιος δεν διέθετε τα κατάλληλαμέσα για να κινητοποιηθεί στρατιωτικά και, παράλληλα, δενεπιθυμούσε να αναλάβει καινούριες ναυτικές περιπέτειες.Ο ευφυέστατος και πανούργος δόγης της Βενετίας ΕρρίκοςΔάνδολος αντιλήφθηκε τη σημασία αυτής της απρόσμενηςευκαιρίας, δηλαδή της μη εκμετάλλευσης από τον Βονιφάτιο μιαςκατ’ εξοχήν επωφελούς οικονομικά κτήσης, και έσπευσε ναοικειοποιηθεί το όφελος, που πιθανώς θα προέκυπτε. Οι εκπρόσωποιτου δόγη προσέφεραν στον Βονιφάτιο ποικίλα χρηματικά καιπολιτικά ανταλλάγματα και έτσι τον έπεισαν να προχωρήσει στηνπώληση της Κρήτης στην Γαληνοτάτη Δημοκρατία του Αδρία. Ησυμφωνία παρέμεινε μυστική. Υπογράφθηκε στην Αδριανούποληστις 12 Αυγούστου του 1204. Εκεί παρίσταντο ως εντολοδόχοι τουδόγη, ο Μάρκος Σανούδος και ο Ραβάνης ντε λα Κάρκερη από τηΒερόνα. Η Βενετία κατέβαλε στον μαρκήσιο Βονιφάτιο τοευτελέστατο ποσό των 1.000 μάρκων αργύρου.
2.Διαμάχη Γενουατών και Βενετών για την κατοχή της Κρήτης
Το σχέδιο που συνέλαβε ο Δάνδολος ήταν εξαιρετικά έξυπνο.Κατέχοντας την Κρήτη η Βενετία θα αποκτούσε τον πλήρη έλεγχοτης νοτίου Μεσογείου, θα συμπλήρωνε το πλαίσιο των νησιωτικώντης κτήσεων και κατ’ επέκτασιν θα δημιουργούσε μία οικονομικήγέφυρα για την εμπορική της δραστηριότητα στην Αίγυπτο και τηνΕγγύς Ανατολή. Η εξέχουσα θέση της Κρήτης στην ανατολικήΜεσόγειο θα προσέδιδε στην Βενετία την απόλυτη κυριαρχία στηνθάλασσα.Στην δεδομένη περίσταση όμως η αναβλητικότητα, που διέκρινετους Βενετούς στο να καταλάβουν την Κρήτη, πληρώθηκε μεμεγάλο τίμημα. Η αιτία αυτής της αργοπορίας οφειλόταν στο ότι οιΒενετοί ήταν απασχολημένοι στο να εδραιώσουν την εξουσία τουςστις υπόλοιπες κτήσεις που είχαν στην Πελοπόννησο και στηθάλασσα του Αιγαίου. Το γεγονός όμως αυτό το εκμεταλλεύθηκανοι Γενουάτες, το αντίπαλο ναυτικό και οικονομικό δέος της
Βενετίας, και προσπάθησαν πρώτοι να αποβιβασθούν στην Κρήτηκαι να την καταλάβουν. Ο θαρραλέος Γενουάτης πειρατής καικόμης της Μάλτας, Ερρίκος Πεσκατόρε, φανατικός εχθρός τωνΒενετών, κατέλαβε το 1206 ένα εκτεταμένο μέρος της κεντρικήςΚρήτης με τη συνεπικουρία του φίλου του Αλαμάνο ντα Κόστα. Οτυχοδιώκτης αυτός Γενουάτης κατέλαβε τα τρία μεγάλα φρούριατου νησιού, Χάνδακα, Σητεία και Ρέθυμνο, τα οποία και οχύρωσε.Επίσης, έκτισε άλλα μικρότερα σε επίκαιρες θέσεις, προκειμένου ναελέγχει καλύτερα την ενδοχώρα. Ένα γεγονός δυσερμήνευτο είναιότι δεν συνάντησε αντίσταση καθόλου από τον εντόπιο πληθυσμό. Ηπιο πιθανή εκδοχή είναι ότι οι ντόπιοι θεώρησαν ότι οι Γενουάτεςθα τους απάλλασσαν από τους μισητούς Βενετούς, που είχανεξευτελίσει το νησί τους, καθώς αποτέλεσε αντικείμενοαγοραπωλησίας. Από την άλλη πλευρά θα ωφελούνταν και οιΓενουάτες, γιατί έτσι θα χρησιμοποιούσαν για τα σχέδιά τους ένανκαινούριο εχθρό κατά των Βενετών: τους δυσαρεστημένουςΚρητικούς.Οι Βενετοί καταθορυβήθηκαν από την δράση των Γενουατών στηνΚρήτη και απέστειλαν αμέσως στρατό και στόλο (1207).Επικεφαλής αυτής της επιχείρησης ετέθησαν οι Ρενιέρι Δάνδολο καιΡουτζέρο Πρεμαρίνο. Η στρατιωτική αυτή επιχείρηση κατέληξε σεπαταγώδη αποτυχία. Μία νέα εκστρατεία οργανώθηκε με αρχηγότον Τζάκομο Λόνγκο (1208). Μετά από κάποιες συγκρούσεις, τηνάνοιξη του 1209 οι Βενετοί κυρίευσαν το φρούριο τουΠαλαικάστρου, βορειοδυτικά του Χάνδακα (σημερινό ΗράκλειοΚρήτης). Η Βενετία ήταν αποφασισμένη να ανακαταλάβει τηνΚρήτη με κάθε θυσία που θα χρειαζόταν, ενώ η Γένουα δενμπορούσε να βοηθήσει πλέον τον Πεσκατόρε. Οι πολεμικέςεπιχειρήσεις εξακολούθησαν μέχρι το 1212. Ο πρώτος ΒενετόςΔούκας της Κρήτης κατόρθωσε να επιβληθεί στον Γενουάτηαντίπαλό του και να τον αναγκάσει να εγκαταλείψει το νησί μεσυνθήκη. Γενουατικές εστίες αντίστασης παρέμειναν ζωντανέςμέσα στο νησί, που συνέχισαν έναν μάταιο και ανώφελο αγώναμέχρι το 1217. Η παράδοση του Αλαμάνο ντα Κόστα στουςΒενετούς και η οριστική συνθήκη με τη Γένουα, που υπογράφθηκεστις 11 Μαΐου 1217, τερμάτισαν τη διαμάχη μεταξύ των ναυτικώνδημοκρατιών για την κατοχή της Κρήτης. Οι Γενουάτες όμωςπροσπάθησαν για δεύτερη φορά να αποσπάσουν τον νησί από τηνκυριαρχία της Βενετίας, περίπου στα τέλη του 13ου αιώνα. Ούτεόμως αυτή η προσπάθεια τελεσφόρησε. Η Βενετία ήταν ο απόλυτοςκυρίαρχος του νησιού. Έτσι άρχισε για το νησί μία νέα περίοδοςσκληρής και απάνθρωπης δουλείας, που προκάλεσε πληθώραεξεγέρσεων και κόστισε ακριβά στη Βενετία σε χρήμα και έμψυχουλικό
3.Παγίωση της βενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη
Η ολοκληρωτική κατάκτηση μιας τόσο εκτεταμένης και μακρινήςπεριοχής, της οποίας ο πληθυσμός ήταν εξαιρετικά εχθρικός,αποτελούσε για τους Βενετούς ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Ωςπρώτος δούκας της Κρήτης εστάλη ο Ιάκωβος Τιέπολο το 1209. Ηκίνηση αυτή απετέλεσε μία σοφή πολιτική ενέργεια. Ο Τιέπολο είχεεπιφορτισθεί με το καθήκον να αποδιώξει τους τελευταίουςΓενουάτες που είχαν απομείνει στο νησί και προέβαλλαν κάποιααντίσταση και να θέσει τις βάσεις για την όσον το δυνατόνεπωφελέστερη οικονομική εκμετάλλευση της νεοαποκτηθείσηςεπαρχίας. Μία άλλη παράμετρος που έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψιν ήτανκαι οι ενδεχόμενες αντιδράσεις του ντόπιου πληθυσμού και να είναιέτοιμη η βενετική διοίκηση να τις καταστείλει. Για να ευοδωθούνόλα τα παραπάνω έπρεπε να εγκατασταθεί και να οργανωθεί έναςισχυρός βενετικός πυρήνας στο νησί. Αυτό θα ήταν κατορθωτόμόνο με την αποστολή εποίκων με βενετική υπηκοότητα. Μετά απόκάποια διαβήματα του Τιέπολο η Βενετία έλαβε την απόφαση νααποστείλει στην Κρήτη εποίκους από τις μεγάλες οικογένειες τηςμητρόπολης, εφαρμόζοντας έτσι ένα σύστημα στρατιωτικούεποικισμού, που θα επέτρεπε στις βενετικές αρχές της Κρήτης νακινητοποιηθούν άμεσα και με ασφάλεια σε κάποια ενδεχόμενηεπαναστατική ενέργεια των ντόπιων. Οι Βενετοί έποικοι θαλάμβαναν ως φέουδα τις εκτάσεις της πλέον εύφορης κρητικής γηςκαι ως αντάλλαγμα θα προσέφεραν τις στρατιωτικές τουςυπηρεσίες και την πίστη τους στην μητρόπολη. Το διάταγμα πουαφορούσε την πρώτη αποστολή υπεγράφη στη Βενετία στις 10Σεπτεμβρίου 1211.
Η ονομασία αυτού του εγγράφου είναι το Παραχωρητήριο έγγραφο
(Carta Concessionis), ένα είδος σύμβασηςτης μητρόπολης με τους εποίκους της.Οι πρώτοι έποικοι αναχώρησαν από τη Βενετία στις 20 Μαρτίουτου 1212. Αποτελούνταν από 132 ευγενείς ή ιππότες και από 48δημοτικούς ή πεζούς. Ακολούθησε ένας δεύτερος εποικισμός το1222 και άλλοι δύο, το 1233 και το 1252. Οι έποικοι της τελευταίαςαποστολής έκτισαν τα Χανιά πάνω στα ερείπια της αρχαίαςΚυδωνίας. Σε μεταγενέστερες εποχές έγιναν και άλλοι εποικισμοίαλλά μικρότερης κλίμακας. Στον 13ο
αιώνα εγκαταστάθηκαν στηνΚρήτη περίπου 10.000 Βενετοί έποικοι. Ο αριθμός αυτός ήτανυπερβολικά μεγάλος για τα στατιστικά δεδομένα της ίδιας τηςΒενετίας και αυτό καταδεικνύει την ύψιστη σπουδαιότητα πουαπέδιδε η Βενετία στην κτήση της.Σκοπός της Βενετίας δεν ήταν να εγκαθιδρύσει στην Κρήτη έναφεουδαρχικό σύστημα πλήρως εναρμονισμένο στα δυτικά πρότυπα.Για λόγους πολιτικής και λόγω στρατιωτικής σκοπιμότητας θέλησενα δημιουργήσει ένα πολίτευμα όμοιο με το δικό της. Έτσι η Κρήτηκατέστη η «Βενετία της Ανατολής». Όλη η Κρήτη απετέλεσε μίαενιαία διοικητική περιφέρεια, που έλαβε το όνομα «Βασίλειο τηςΚρήτης» (Regno di Candia). Στην Κρήτη υπάγονταν διοικητικά καιτα νησιά της Τήνου και τα Κύθηρα.Το νησί διαιρέθηκε σύμφωνα με το βενετικό πρότυπο σε έξιτμήματα, τα λεγόμενα
σεξτέρια και είχαν ως εξής:
1.Σεξτέριο των Αγίων Αποστόλων. Περιλάμβανε τις περιοχέςΣητείας, Ιεράπετρας, Λασιθίου και Μιραμπέλλου, δηλαδήόλον περίπου το νομό του σημερινού Λασιθίου.2.Σεξτέριο του Αγίου Μάρκου. Περιοχές του Ριζοκάστρου καιτης Πεδιάδας.3.Σεξτέριο του Σταυρού. Περιοχές Μονοφατσίου,Καινούργιου και Πυργιώτισσας.4.Σεξτέριο του Καστέλλου. Περιοχές Μυλοποτάμου, Αρίουκαι Απάνω Συβρίτου (Αμαρίου).5.Σεξτέριο του Αγίου Παύλου. Περιοχές Καλαμώνος, ΚάτωΣυβρίτου και Ψυχρού.6.Σεξτέριο του Dorsoduro. Περιοχές των Χανίων, Κισάμουκαι Σελίνου.Το διοικητικό αυτό σχήμα διατηρήθηκε σε ισχύ για 100 χρόνιαπερίπου. Όμως από τις αρχές του 14
ου
αιώνα η Κρήτη διαιρέθηκε σετέσσερα μεγάλα διαμερίσματα (territoria), που αντιστοιχούσανπερίπου στου σημερινούς νομούς:
1.Διαμέρισμα του Χάνδακα (Candia). Ήταν το μεγαλύτερο σεέκταση και περιλάμβανε το σημερινό νομό με τις επτάεπαρχίες του, την επαρχία Μιραμπέλλου και το οροπέδιοΛασιθίου.
2.Διαμέρισμα του Ρεθύμνου. Περιλάμβανε τις σημερινέςτέσσερεις επαρχίες του νομού.
3 Διαμέρισμα των Χανίων. Περιλάμβανε τις σημερινές επαρχίεςΚυδωνίας, Αποκόρωνα, Κισάμου και Σελίνου.
4.Διαμέρισμα Σητείας. Περιλάμβανε τις σημερινές επαρχίεςΣητείας και Ιεράπετρας.
Η περιοχή των Σφακίων δεν υποτάχθηκε ποτέ ολοκληρωτικά απότους Βενετούς.
Τη βενετική εξουσία ασκούσε εδώ ένας Προνοητής,που εξαρτάτο διοικητικά άλλοτε από τον Χάνδακα και άλλοτε απότα Χανιά.Ουσιαστικά η διοικητική διαίρεση της Κρήτης ήταν ένα πιστόαντίγραφο μικρότερης κλίμακας του μητροπολιτικού συστήματοςδιοίκησης. Την ανώτατη πολιτική εξουσία κατείχε ο δούκας, οοποίος εκλεγόταν από τις επιφανέστερες οικογένειες της Βενετίας. Έδρα είχε τον Χάνδακα και η θητεία του ήταν διετής. Την εξουσίατου ασκούσε με τη βοήθεια δύο συμβούλων, των οποίων η θητείαήταν επίσης δύο χρόνων. Ο δούκας και οι δύο του σύμβουλοισυνιστούσαν την Αυθεντία της Κρήτης. Στις άλλες πρωτεύουσεςτων νομών την εξουσία είχαν ως πολιτικοί διοικητές, οι ρέκτορες,που όμως κατείχαν και κάποια περιορισμένη στρατιωτική εξουσία. Ένα άριστα οργανωμένο πλήθος υπαλλήλων ήταν επιφορτισμένογια την εκτέλεση του έργου της διοίκησης. Οι πιο πολλοίδιορίζονταν απ’ ευθείας από τη Βενετία την οποίαν υπηρετούσαν μεάκρα αφοσίωση. Σημαντική θέση στην υπαλληλική κυριαρχία είχαν
οι οικονομικοί υπάλληλοι. Κάθε διαμέρισμα διατηρούσε το δικό τουταμείο. Στην κατώτερη ιεραρχία ανήκαν οι δικαστές και οιαστυνόμοι. Οι δημόσιες θέσεις καταλαμβάνονταν αποκλειστικά απόΒενετούς ή από άλλους Ιταλούς. Το μοναδικό επάγγελμα πουεπιτρεπόταν στους ντόπιους να ασκούν ήταν αυτό του νοταρίου,δηλαδή του συμβολαιογράφου.Αναφορικά με τον στρατιωτικό έλεγχο της Κρήτης, αυτόςεπετεύχθη με την ίδρυση φρουρίων σε επίκαιρες θέσεις και με τηνύπαρξη ετοιμοπόλεμου στρατού. Την αρχηγία του στρατού είχε οστρατιωτικός διοικητής του Χάνδακα. Την εποπτεία του ναυτικούείχε ο αρχιναύαρχος του βενετικού στόλου, ο οποίος ήταν στηνκορυφή της ιεραρχίας των αρχών της Κρήτης. Οι Βενετοίφεουδάρχες ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετούν στις γαλέρες ωςκυβερνήτες.Σε ιδιαιτέρως κρίσιμες περιπτώσεις η Βενετία έστελνε στηνΚρήτη έναν Γενικό Προβλεπτή, με απόλυτες εξουσίες σταστρατιωτικά ζητήματα. Έτσι με αυτές τις εξουσίες είχε στα χέριατου απόλυτα τη διοίκηση της Κρήτης. Ο θεσμός αυτός έγινεμόνιμος από το 1569, όταν ο τουρκικός κίνδυνος ήτανεμφανέστατος για τη Βενετία. Ο Γενικός Προβλεπτής εκλεγόταναπό τα επισημότερα γένη της Βενετίας. Πολλοί από τουςΠροβλεπτές αργότερα, αν είχαν επιτυχημένη πολιτική πορεία,γίνονταν δόγηδες της μητρόπολης. Οι βενετικές αρχές της Κρήτηςπολλές φορές εξέφραζαν παράπονα στη μητρόπολη για τονπαραγκωνισμό τους από αυτές τις υπερεξουσίες των ΓενικώνΠροβλεπτών, εν τούτοις όμως ο θεσμό αυτός αποδείχθηκεπλειστάκις χρήσιμος και σωτήριος σε περιπτώσεις εντόνωνκρίσεων στο νησί. Η θητεία των Προβλεπτών ήταν διετής και με τηλήξη της θητείας τους υπέβαλλαν λεπτομερή αναφορά στημητρόπολη για τα πεπραγμένα τους και για τη γενικότερηκατάσταση του Βασιλείου της Κρήτης.
Κεφάλαιο 2ο-Η αντίσταση του κρητικού λαού κατά τωνΒενετών
1.Επαναστάσεις του 13ουαιώνα
Οι Κρητικοί δεν αποδέχθηκαν παθητικά τη στέρηση της εθνικήςκαι θρησκευτικής τους ελευθερίας από τους αλλόφυλουςκατακτητές. Οι ηγέτες του λαού, οι αρχηγοί των ισχυρώναρχοντικών οικογενειών του νησιού, πίστευαν απόλυτα στην φυσικήτους εξάρτηση από τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Η βυζαντινήαυτοκρατορική ιδέα δεν χάθηκε από το νησί. Οι Κρήτες αμέσωςσυνασπίσθηκαν για να αντιταχθούν στον ξένο δυνάστη,προσπαθώντας να του επιφέρουν όσον το δυνατόν μεγαλύτεραπλήγματα. Ο ανυπότακτος κρητικός λαός πάλεψε με σθένος κατάτων κατακτητών, υφιστάμενος τρομερές κακώσεις και κακουχίες. Ηαντίσταση, που προβλήθηκε, υπήρξε παροιμιώδης για την ιστορίατης Φραγκοκρατίας. Συνεχώς το νησί τελούσε υπό επαναστατικόαναβρασμό, λόγω των φιλελευθέρων φρονημάτων των Κρητικών.Κυρίως όμως στις εκάστοτε συγκρούσεις η Βενετία επικρατούσε,γιατί είχε πληθώρα υλικών μέσων και γιατί οι Κρήτες άρχοντεςείχαν μεταξύ τους έντονες διαφωνίες και αντιθέσεις, που τιςυπαγόρευαν τα διαφορετικά κατά περίπτωση συμφέροντα τουκαθενός από αυτούς.Για την πρώτη επανάσταση που εκδηλώθηκε το 1211, δενυπάρχουν πλήρεις ιστορικές μαρτυρίες. Το πιο πιθανό αίτιο ήταν ηαποστολή και εγκατάσταση στο νησί των πρώτων Βενετών εποίκωνκαι η αφαίρεση της περιουσίας της Εκκλησίας και των μεγάλωναρχοντικών οικογενειών της Κρήτης. Οι πρώτοι αυτοί έποικοιεστάλησαν επί δόγη Πέτρου Ζάνη με σκοπό να εγκατασταθούν στονησί και έτσι να ξεκινήσει η οικονομική του εκμετάλλευση. Έτσι λοιπόν η εξέγερση δεν άργησε να ξεσπάσει. Το επαναστατικόκίνημα εκδηλώθηκε πρώτα στο Λασίθι, με αρχηγούς τους
Αγιοστεφανίτες ή Αργυρόπουλους
. Οι επαναστάτες κυρίευσαν ταφρούρια της Σητείας και του Μιραμπέλλου και έτσι έγιναν απόλυτοικυρίαρχοι της ανατολικής Κρήτης. Ο δούκας τη Κρήτης, Ιάκωβος Τιέπολο, μην μπορώντας να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους επαναστάτες, ζήτησε βοήθεια από τον δραστήριο και υπερφιλόδοξοδούκα του Αιγαίου, Μάρκο Σανούδο. Ο Σανούδος αποβιβάσθηκε στονησί με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις και κατόρθωσε νακαταπνίξει την επανάσταση σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οιαρχηγοί της επανάστασης αναγκάστηκαν να εκπατριστούν ή ναδώσουν όρκο υποταγής στη Βενετία.Ο Τιέπολο αρνήθηκε να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του προς τονδούκα Σανούδο και έτσι οι δύο Βενετοί άρχοντες οδηγήθηκαν σε μίαφοβερή πολεμική αναμέτρηση που διήρκεσε για τέσσερα χρόνια. ΟΜάρκος Σανούδο μετά από ένα τέχνασμα των στρατιωτών του μέσαστον Χάνδακα κατόρθωσε να κυριεύσει το φρούριο και ο Τιέπολοκατάφερε να δραπετεύσει και να αποφύγει τη σύλληψη ντυμένοςγυναικεία ενδύματα. Οι δραστηριότητες του Σανούδοκορυφώθηκαν, αφού κατέλαβε και άλλα επτά φρούρια. Ο Τιέπολοβρήκε ορμητήριο το φρούριο του Τεμένους (Ρόκα, στο σημερινόχωρίο Προφήτης Ηλίας του δήμου Τεμένους), ενώ με τον Σανούδοσυνέπραξαν και Κρητικοί με αρχηγό τον επιφανή ΑρχοντορρωμαίοΣεβαστό Σκορδίλη. Η Βενετία απέστειλε ισχυρή βοήθεια μεσύντονες διαδικασίες και έτσι δόθηκε η δυνατότητα στον Τιέπολονα συγκρουστεί με τους αντιπάλους του και να ανακτήσει τονΧάνδακα. Ο Σανούδο εγκατέλειψε το νησί, αφού πρώτασυνομολογήθηκε ειρήνη που υπογράφθηκε το 1212 ή το 1213. Μαζίτου απήλθαν και είκοσι Κρήτες άρχοντες. Τα επόμενα είκοσι χρόνια η Κρήτη κλυδωνίσθηκε από τρειςσκληρές επαναστάσεις, με επικεφαλής τους Σκορδίληδες και τουςΜελισσηνούς. Ορμητήριο των επαναστατών ήταν οι δύο ορεινέςεπαρχίες του Ρεθύμνου, η Απάνω Σύβριτος και η Κάτω Σύβριτος. Γι’αυτόν τον λόγο αναφέρονται και ως επαναστάσεις των «δύοΣυβρίτων». Σύντομα όμως επεκτάθηκαν σε ολόκληρη τη δυτικήΚρήτη.Η αφορμή δόθηκε από τον καστελλάνο του φρουρίου Μονοπάριτου Ρεθύμνου, Πέτρου Φιλικάνεβου, ο οποίος επέδειξε ληστρικήδιαγωγή επιτρέποντας στους υπηρέτες του να κλέψουν άλογα καιφορτηγά ζώα από τα ιπποτροφεία της ισχυρής οικογένειας τωνΣκορδίληδων. Ο δούκας Παύλος Κουρίνος, γνωστός για τηνπαροιμιώδη σκληρότητα και ακαμψία του έναντι των ορθοδόξωνΚρητικών, δεν προχώρησε σε κάποια ενέργεια για να απονέμειδικαιοσύνη. Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει μια μεγάληεπανάσταση (1217). Η αρχηγία αναλήφθηκε από τον ΚωνσταντίνοΣεβαστό Σκορδίλη και από τον Θεόδωρο και Μιχαήλ Μελισσηνό. Οστρατός των Βενετών νικήθηκε επανειλημμένως σε μάχες πουδιεξήχθηκαν και, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, μεγάλο μέροςτης Δυτικής Κρήτης περιήλθε στα χέρια των επαναστατών. Στηνκεντρική διοίκηση κατέστη σαφές ότι η ένοπλη βία δεν θα οδηγούσεπουθενά και ότι θα έπρεπε να ακολουθηθεί ο δρόμος τηςδιπλωματίας και της διαλλακτικότητας με τους Κρητικούς. Επειδήήταν ανέφικτο να κατατροπωθούν οι επαναστάτες, ο δούκαςΚουρίνος αντικαταστάθηκε από τον Δομήνικο Δελφίνο ο οποίοςγρήγορα ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες. Η συνθήκη υπογράφθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 1219.
Σύμφωνα μεαυτήν παραχωρήθηκαν στους αρχηγούς της επανάστασης ιπποτικάφέουδα και προνόμια, απελευθερώθηκαν 75 πάροικοι,κατοχυρώθηκαν διάφορα προνόμια για τους μοναχούς του μετοχίουτης μονής του Αγίου Ιωάννη της Πάτμου στην Κρήτη (ΣτύλοςΑποκορώνου) και για πρώτη φορά καθιερώθηκε σύστημα ποινικής δικαιοσύνης για τους Βενετούς που τυχόν θα αδικούσαν τουςχωρικούς της Κρήτης. Από τη δική τους μεριά οι Κρήτες άρχοντεςορκίστηκαν πίστη στη Βενετία. Μία σημαντική συνέπεια πουπρόκυψε από τις παραπάνω διαδικασίες ήταν ότι οι Κρήτεςάρχοντες απέσπασαν με δυναμικό τρόπο προνόμια και ότι πέτυχαννα ισχυροποιήσουν την κοινωνική τους θέση, καθώς ήλθαν σε ίσηβαθμίδα με τους Βενετούς φεουδάρχες. Σταδιακά ξεκίνησε ναδημιουργείται το κρητικό αρχοντολόγιο, η λεγόμενη «ΚρητικήΕυγένεια» (nobiles Cretensi), η αναγνώριση δηλαδή τωναριστοκρατικών γενών της Κρήτης.Μία νέα αποστολή Βενετών εποίκων στην Κρήτη (1222)πυροδότησε μία εξέγερση, με επικεφαλής τους Θεόδωρο και ΜιχαήλΜελισσηνούς. Ο δούκας Παύλος Κουρίνος, που είχε διορισθεί ξανάτην 8
η
Ιανουαρίου 1223, εκτελώντας εντολή της Βενετίας, έκλεισεσυνθήκη με τους αρχηγούς της επανάστασης και τους παραχώρησεδύο νέα ιπποτικά φέουδα (1223).Μετά από κάποια χρόνια (1228) σημειώθηκε μία νέα και σοβαρήεπανάσταση, με ευρύτερο χαρακτήρα, με αρχηγούς ξανά τιςοικογένειες των Σκορδίληδων και των Μελισσηνών. Μαζί τουςτάχθηκαν και δύο άλλες αρχοντικές οικογένειες Κρητών, οιΑρκολέοι και οι Δρακοντόπουλοι. Ο δούκας της Κρήτης ΙωάννηςΣτορλάδος δεν είχε τη δυνατότητα να καταστείλει την επανάστασηκαι κάλεσε σε βοήθεια τον δούκα Αιγαίου Άγγελο Σανούδο, γιο τουΜάρκου Σανούδου. Ο δούκας του Αιγαίου ανταποκρίθηκε στοκάλεσμα και ήλθε στην Κρήτη, όπου πολέμησε με απαράμιλληγενναιότητα και θάρρος. Ο ίδιος ήταν που έκτισε το φρούριο τηςΣούδας.Οι Κρητικοί έστειλαν αντιπροσώπους τους στον αυτοκράτορα τηςΝίκαιας Ιωάννη Βατάτζη, προσφέροντάς του το νησί και παράλληλαζητώντας στρατιωτική βοήθεια. Ο αυτοκράτορας ανταποκρίθηκεπρόθυμα σε αυτήν την έκκληση και έδωσε από τη Λέσβο, πουυπαγόταν στην επικράτειά του, 33 πλοία στους επαναστάτες όπωςκαι σημαντική στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τον Μέγα ΔούκαΙωάννη, που δεν ήταν όμως ικανή για να επιφέρει ένα αξιόλογοαποτέλεσμα. Εν τούτοις ο Άγγελος Σανούδο επέδειξε απρόθυμηστάση να συνεχίσει τις συγκρούσεις με τους Κρητικούς, εν μέρειγιατί ήταν συγγενής με τον αυτοκράτορα της Νίκαιας εν μέρειγιατί δωροδοκήθηκε από τον ίδιο τον αυτοκράτορα.Οι Κρητικοί ενισχυμένοι από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα,μετά από κάποιες επιτυχίες, πολιόρκησαν και κυρίευσαν τα φρούριατου Ρεθύμνου, Μυλοποτάμου, Καινούριου. Το φρούριο τουΜονοφατσίου πολιορκήθηκε, αλλά επειδή ο βυζαντινός στόλοςκινδύνευε με πλήρη καταστροφή από τις ισχυρές προσβολές του
13
βενετικού στόλου, αποχώρησε. Λιγοστά απομεινάρια έμειναν στηνΚρήτη από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα του Βατάτζη, οιλεγόμενοι
Ανατολικοί
, οι οποίοι συνέχισαν έναν μάταιο αγώνα.Η επανάσταση έληξε με συνθηκολόγηση ανάμεσα στα δύοαντιμαχόμενα μέρη. Υπογράφθηκαν τρεις αλλεπάλληλες συνθήκες(1223, 1234, 1236) σύμφωνα με τις οποίες οι αρχηγοί ΝικόλαοςΣεβαστός Δαιμονογιάννης και Μιχαήλ Μελισσηνός απέσπασαν τηνπαραχώρηση φεούδων και προνομίων, ενώ εξασφάλισαν τηνπροστασία των παροίκων. Η οικογένεια των Δρακοντοπούλων δεναποδέχθηκε τις συνθήκες αυτές και έτσι εκ των πραγμάτωνανακηρύχθηκαν κοινοί εχθροί και για τις δύο συνθηκολογήσασεςπλευρές. Οι Δρακοντόπουλοι ενώθηκαν με τους Ανατολικούς καιπολέμησαν μαζί τους στην ανατολική Κρήτη. Τέλος, λόγω τουαδιεξόδου που τους έφερε ο αγώνας τους, έγινε συμφωνία ναεγκαταλείψουν οι Ανατολικοί το φρούριο του αγίου Νικολάου και ταμέλη της οικογένειας των Δρακοντοπούλων να μετοικήσουν στοΜονοφάτσι, όπου έζησαν εκεί υπό επιτήρηση. Οι Ανατολικοίεγκατέλειψαν την Κρήτη ανενόχλητοι με προορισμό την ΜικράΑσία. Το χρονικό διάστημα 1236-1260 υπήρξε μία ειρηνική και ατάραχηπερίοδος. Ένα όμως καθοριστικό και κομβικό χρονικό σημείο ήταντο 1261, όταν τα στρατεύματα του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου, μεστρατηγό τον Αλέξιο Στρατηγόπουλο, κατόρθωσαν και ανέκτησαντην Κωνσταντινούπολη από τους Φράγκους. Έτσι λοιπόν ξεκίνησεγια την Κρήτη μία σειρά επαναστατικών κινημάτων με χαρακτήραεθνικό. Όταν ολοκλήρωσε τα αλυτρωτικά του σχέδια ο ΜιχαήλΠαλαιολόγος, αποφάσισε ότι η Κρήτη έπρεπε να προστεθεί στηνεπικράτεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Για να βολιδοσκοπήσειτην κατάσταση στην Κρήτη, έστειλε στο νησί κάποιον Στέγγο, οοποίος είχε στην κατοχή του επιστολές προς τους Κρήτες άρχοντεςΓεώργιο Χορτάτζη και Μιχαήλ Σκορδίλη Ψαρομήλιγγο. Τοαποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει νέα επανάσταση με αρχηγούς τουςΣκορδίληδες, τους Χορτάτζηδες και την οικογένεια τωνΜελισσηνών. Το κίνημα υποστηριζόταν και από τον γηγενήπληθυσμό, γιατί έβλεπε στο πρόσωπο του νέου αυτοκράτορα τομοναδικό νόμιμο φορέα πολιτικής εξουσίας στην Κρήτη και ότι ήτανη δύναμη που θα συνέδεε την Εκκλησία της Κρήτης με τη μητέρα-Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Οι πολεμικές επιχειρήσειςδιήρκεσαν για τέσσερα χρόνια και ήταν αιματηρότατες. Ημεγαλύτερη όμως δυσχέρεια ήταν ότι η βοήθεια που είχε υποσχεθείνα αποστείλει ο Μιχαήλ Β’ Παλαιολόγος δεν κατέφθασε ποτέ, γιατίο ίδιος είχε εμπλακεί σε πολλά μέτωπα, που δεν του επέτρεπαν νασυνδράμει αποτελεσματικά τους Κρήτες επαναστάτες. Σταδιακά, οιεπαναστάτες απομονώθηκαν μέσα στην Κρήτη, καθώς ο ισχυρόςΑρχοντορρωμαίος Αλέξιος Καλλέργης, για να μην χάσει ταπρονόμια που του είχαν αποδοθεί, τήρησε απροκάλυπταφιλοβενετική στάση και δεν ενώθηκε με τους επαναστάτες. ΟΚαλλέργης, όπως θα δούμε και παρακάτω, τήρησε γενικά μιαεπαμφοτερίζουσα στάση έναντι των Βενετών, και δεν συνέπραττε
14
σε επαναστατικές ενέργειες παρά μόνο αν θίγονταν αναφανδόν ταοικονομικά του συμφέροντα. Το αποτέλεσμα της επανάστασης ήταννα υπογραφεί τελικά συνθήκη το 1265, με την οποία η Βενετίαχορήγησε αμνηστία, επικύρωσε παλαιότερα προνόμια που είχεχορηγήσει σε Κρητικούς άρχοντες, ενώ παραχώρησε και δύο νέαιπποτικά φέουδα στους αρχηγούς της επανάστασης. Για τοναπεσταλμένο του αυτοκράτορα Μιχαήλ, τον Στέγγο, εγγυήθηκαντην ασφαλή αποχώρησή του από την Κρήτη, ενώ από την άλληπλευρά ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος αναγνώρισε τα κυριαρχικάδικαιώματα της Βενετίας στην Κρήτη. Ανεξαρτήτως από τιςσυγκρούσεις μεταξύ των δύο μερών και ό,τι έκβαση κι αν είχαν, οιΒενετοί ακολούθησαν μια πολιτική κατευνασμού και διαλλακτικήςστάσης έναντι των Κρητών αρχόντων, καθώς γνώριζαν καλά ότι οιτελευταίοι θεωρούνταν από τον εντόπιο πληθυσμό οι φυσικοί τουηγέτες και ότι έτσι θα μπορούσαν να τους επιφέρουν μεγάλη ζημιάαν τον κινητοποιούσαν συνεχώς να αναλαμβάνει πολεμικήδραστηριότητα.Το επόμενο έτος (1266) στον Χάνδακα ξέσπασαν ταραχές, πουανησύχησαν τις βενετικές αρχές. Ισχυροί Κρητικοί, όπως ο ΑλέξιοςΚαλλέργης και οι αδελφοί Γεώργιος και Θεόδωρος Χορτάτζης,κατέστρωναν τα σχέδια για μια νέα επανάσταση, εκμεταλλευόμενοιτο γεγονός ότι η Βενετία εκείνο τον καιρό είχε εμπλακεί σε πόλεμομε τη Γένουα. Ο Καλλέργης για ακόμη μία φορά υποχώρησε και ονέος δούκας Ιωάννης Μπελένιο προβάλλοντας σθεναρή στάσηαπάλειψε το ενδεχόμενο για μια νέα επανάσταση.
επανάσταση στα Σφακιά. Η αφορμή ήταν μια προσβολή πουέκανε ο Βενετός φρούραρχος Καπελλέτος σε μια κόρη τηςοικογένειας των Σκορδίληδων. Ο συγκεκριμένος φρούραρχοςήταν ο επικεφαλής της φρουράς του μικρού βυζαντινού φρουρίουπου βρισκόταν στον Μπροσγιαλό των Σφακίων. Ερωτευμένος μετην κόρη κάποιου από την οικογένεια των Σκορδίληδων, η οποίαονομαζόταν Χρυσομαλλούσα, της επιτέθηκε στον δρόμο και τηνφίλησε, όμως επειδή αυτή τον χαστούκισε, έσυρε το ξίφος τουκαι της έκοψε τα μαλλιά. Οι συγγενείς της κοπέλας σκότωσαντον φρούραρχο και πολλούς άνδρες της φρουράς του,κηρύσσοντας εν συνεχεία την επανάσταση. Τα μέλη τηςοικογένειας των Σκορδίληδων κατέφυγαν στο φαράγγι τηςΣαμαριάς όπου εκεί οργάνωσαν την άμυνά τους. Οι βενετικέςαρχές έστειλαν αμέσως στρατό εναντίον τους για να τουςχτυπήσουν. Πολλοί Κρητικοί από τις δυτικές επαρχίες έσπευσαννα βοηθήσουν τους επαναστατημένους Σφακιανούς. Ο δούκαςτης Κρήτης Ιουστινιάνης απέστειλε ισχυρές στρατιωτικέςδυνάμεις για να καταπνίξει την επανάσταση, η οποία έλαβετέλος μόνο με την ενεργή και απροκάλυπτη βοήθεια του ΑλεξίουΚαλλέργη προς τους Βενετούς.Την ίδια χρονιά σημειώθηκαν και άλλα μικρότερα στασιαστικάκινήματα, με επικεφαλής τους Βαρούχες και τους Βλαστούς. Όλαόμως αυτά τα κινήματα τερματίστηκαν, πάντα με την επέμβασητου Αλεξίου Καλλέργη υπέρ των Βενετών.Ως το 1333 στο νησί επικρατούσε ησυχία και εσωτερικήομαλότητα. Δεν άργησε όμως να δοθεί η αιτία για το ξέσπασμαμιας νέας επανάστασης. Ο νέος δούκας Βλάσιος Ζίνο επέβαλεέκτακτη εισφορά για να ναυπηγηθούν και να συντηρηθούνπολεμικές γαλέρες, με σκοπό την καταδίωξη πειρατών, που μετους στολίσκους τους λυμαίνονταν τα κρητικά παράλια.Η πρώτη επίσημη διαμαρτυρία σημειώθηκε στο χωριόΜαργαρίτες Μυλοποτάμου, όπου 400 συγκεντρωμένοι άνδρεςέδωσαν όρκο να αντισταθούν στις νέες φορολογικέςεπιβαρύνσεις. Οι κάτοικοι των δυτικών επαρχιών τάχθηκαν μαζίτους και έτσι εξερράγη η καινούρια επανάσταση. Τη γενικήαρχηγία της επανάστασης ανέλαβαν ο Βάρδας Καλλέργης, οΝικόλαος Πρικοσιρίδης και οι τρεις γενναίοι αδελφοίΣυρόπουλοι. Το νέο κίνημα επικράτησε γρήγορα και οι αρχηγοίπήραν την απόφαση να επιτεθούν στον Χάνδακα.Οι Βενετοί βοηθήθηκαν πάλι από την οικογένεια τωνΚαλλεργών, και ιδιαίτερα από τον γιο του Αλεξίου Καλλέργη,Γεώργιο, του οποίου η διαγωγή υπήρξε άκρως προδοτική. Το1334 η επανάσταση έληξε, οι πρωταγωνιστές συνελήφθησαν καιθανατώθηκαν, και οι Μαργαρίτες Μυλοποτάμου πυρπολήθηκαν.Οι Βενετοί εξόρισαν τις οικογένειες των επαναστατών το 1335και αποφάσισαν να παραμείνουν ισόβια στη φυλακή τα παιδιά καιοι αδελφοί του Βάρδα Καλλέργη, προς παραδειγματισμό. Επίσης,απαγόρευσαν σε ξένους ορθοδόξους κληρικούς να παραμένουνστο νησί για ευνόητους λόγους. Για να επιφέρουν διχασμό στον
20
λαό της Κρήτης, προσέφεραν χρηματικές αποζημιώσεις σε όσουςΚρητικούς έμειναν πιστοί στη Βενετία κατά τη διάρκεια τηςεπανάστασης.Επτά χρόνια μετά την επανάσταση του Βάρδα Καλλέργηεκδηλώθηκε νέο επαναστατικό κίνημα, αρχικά στον Αποκόρωνα,έπειτα στα Σφακιά, στον Μυλοπόταμο και στην Μεσαρά. Ηεπανάσταση υποκινήθηκε από τον Λέοντα Καλλέργη, γιο ήεγγονό του Αλεξίου Καλλέργη, έναν ευγενή και φιλόπατρι νεαρό,από τους λίγους πάντως Καλλέργηδες που δεν επέδειξεπροδοτική συμπεριφορά. Ο Λέων, που υποδυόταν τον φίλο τωνΒενετών, με μυστικές επιστολές υποκίνησε τον Κώστα Σμυρίλιοκαι τους γιους του Μιχαήλ και Ιωάννη να επαναστατήσουν στονΑποκόρωνα. Σ’ αυτήν την επαναστατική πρόσκλησηανταποκρίθηκαν και άλλοι αρχηγοί από γνωστές αρχοντικέςοικογένειες, οι Μελισσηνοί, οι Σκορδίληδες, οι Σεβαστοί και οιΨαρομήλιγγοι.Οι Βενετοί βοηθήθηκαν από τον ομώνυμο νεώτερο εγγονό τουΑλεξίου Καλλέργη. Αυτός κατόρθωσε να συλλάβει τουςΣμυρίλιους, οι οποίοι με τη σειρά τους κατέδωσαν τον ΛέονταΚαλλέργη και αποκάλυψαν στους Βενετούς την ύπαρξη μυστικώνεπιστολών, που τους είχε αποστείλει στον Αποκόρωνα. ΟιΣμυρίλιοι θανατώθηκαν και ο δούκας Ανδρέας Κορνάροςσυνέλαβε με δόλο τον Λέοντα. Του επεφύλαξε όμως έναν φρικτόθάνατο: τον έκλεισε σε έναν σάκο και τον έριξε στη θάλασσα.Μετά τον αποτρόπαιο θάνατο του Λέοντος Καλλέργη οισυγγενείς του οι Καψοκαλύβες, δηλαδή τα αδέλφια Ιωάννης καιΜιχαήλ Ψαρομήλιγγοι, συνέχισαν με μεγαλύτερο πάθος τηνεπανάσταση. Έχοντας ως ορμητήριο τα σφακιανά όρη,κατέλαβαν τις ορεινές περιοχές του Ρεθύμνου και πολιόρκησανστον Μυλοπόταμο, τον Αλέξιο Καλλέργη τον νεώτερο, ο οποίοςείχε εκστρατεύσει εναντίον τους. Παραλλήλως, άρχισαν νακινητοποιούνται και άλλοι αρχηγοί.Η επανάσταση κρίθηκε σε μια μάχη στην πεδιάδα τηςΜεσαράς, όπου εκεί ο δούκας παρέσυρε σε ενέδρα τουςΚαψοκαλύβες και συνέτριψε τις δυνάμεις τους. Ο Ιωάννηςσκοτώθηκε στη μάχη, ενώ ο Μιχαήλ, πληγωμένος από ένα βέλος,διέταξε έναν υποτακτικό του να τον αποκεφαλίσει και να πάει τοκεφάλι στους Βενετούς για να σωθεί αυτός.Μετά από την αιματηρότατη μάχη στη Μεσαρά, όπου πέθανανοι γενναίοι Ψαρομήλιγγοι, η επανάσταση καταπνίγηκε στοΡέθυμνο και στην υπόλοιπη δυτική Κρήτη το 1347. Οι Βενετοί,ακολουθώντας τη γνωστή τακτική εκφοβισμού καιτρομοκρατίας, έστειλαν γυναικόπαιδα στη Βενετία και υπέβαλανσε τρομερά βασανιστήρια τους διάφορους ενόχους καιυπόπτους.Η Βενετία, για να καταφέρει να επιβάλει την ειρήνη και νααποκαταστήσει τα πράγματα, έστειλε το ίδιο έτος στο νησίτρεις Προβλεπτές, τον Νικόλαο Φαλέδρο, τον Ιουστινιανό
21
Ιουστινιάνη και τον Ανδρέα Μοροζίνι, έχοντας μαζί τους ισχυρέςστρατιωτικές δυνάμεις και υλικά εφόδια.
Έχει επεξεργασθεί από τον/την Admin στις Τετ Απρ 23, 2014 2:38 am, 2 φορές συνολικά
Απ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
Η αποστασία του Αγίου Τίτου (1363-1366)
Ένα γεγονός που συγκλόνισε τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία τηςΒενετίας και είχε ολέθριες συνέπειες για την Κρήτη από τηνάποψη της σχέσης του ντόπιου στοιχείου με τους κατακτητές,ήταν η επανάσταση των Βενετών φεουδαρχών της Κρήτης κατάτης μητρόπολης. Είναι γνωστή και ως αποστασία του Αγίου Τίτου. Οι Βενετοί φεουδάρχες της Κρήτης διαμαρτύρονταν γιατις φορολογικές καταπιέσεις που τους επέβαλε η μητρόπολη καιότι υποτιμούνταν σε σχέση με τους ευγενείς της Βενετίας. Κατάκάποιο τρόπο θεωρούνταν ευγενείς δεύτερης κατηγορίας. Ημητρόπολη δεν θέλησε να εκπληρώσει τα αιτήματά τους και έτσιδημιουργήθηκαν σοβαρές αντιδράσεις. Σταδιακά αναδύθηκε ηιδέα της αυτονομίας.Αφορμή για μια πιο δυναμική αντίδραση δόθηκε ότανεπιβλήθηκε μια νέα φορολογία το 1363, με σκοπό ναεπισκευασθεί το λιμάνι του Χάνδακα. Οι φεουδάρχες αρνήθηκαννα πληρώσουν και έτσι αυτό ήταν το έναυσμα για επανάσταση,με πρωτοστάτες τις οικογένειες των Γραδενίγων και τωνΒενιέρων. Ψυχή της αντίδρασης ήταν ο δυναμικός Τίτος Βενιέρ.Επισήμως η αποστασία εκδηλώθηκε στις 9 Αυγούστου 1363. Οιαποστάτες κατέλυσαν τη νόμιμη εξουσία, συνέλαβαν τον δούκαΛεονάρδο Δάνδολο και τους συμβούλους του, τους οποίουςφυλάκισαν. Κήρυξαν την κατάλυση της βενετικής κυριαρχίαςστο νησί και εγκαθίδρυσαν αυτόνομη και ανεξάρτητηδημοκρατία, υπό την προστασία του αποστόλου Τίτου. Η σημαίααντικαταστάθηκε και εξελέγη νέος δούκας ο ΜάρκοςΓραδενίγος, που είχε τον τίτλο «Διοικητής και Κόσμος Κρήτης»,ασκώντας την εξουσία με τέσσερεις συμβούλους.Οι επαναστάτες προσπάθησαν πρωταρχικά να προσεταιρισθούντον ντόπιο πληθυσμό και να εξασφαλίσουν τη συνεργασία τωνμεγάλων αρχοντικών οίκων της Κρήτης. Για να το υλοποιήσουναυτό, προχώρησαν σε παραχωρήσεις πολύ σημαντικές:υποσχέθηκαν ισοτιμία, ισονομία της ορθόδοξης και τηςκαθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη, κατάργησαν τις διατάξεις πουαπαγόρευαν τη χειροτονία ορθοδόξων ιερέων, επέτρεψαν ναγίνονται ιεροτελεστίες του ορθόδοξου τυπικού στον ναό τουΑγίου Τίτου, ενώ πολλοί Βενετοί προσχώρησαν στην ορθοδοξία.Με τους Βενετούς αποστάτες συνεργάστηκαν τότε και οιΚαλλέργηδες Ιωάννης, Γεώργιος και Αλέξιος.Η επανάσταση μεταδόθηκε τάχιστα σε όλες τις πόλεις τουνησιού, όπου καταργήθηκαν οι βενετικές αρχές και διορίστηκανκαινούριες από τους αποστάτες. Ο Τίτος Βενιέρ τοποθετήθηκεδιοικητής των Χανίων.Η Βενετία συνταράχθηκε από τα νέα της αποστασίας. Τοπρώτο βήμα ήταν να πληροφορήσει σχετικώς τον πάπα Ουρβανό
Ε’ στην Αβινιόν και τους ευρωπαίους ηγεμόνες, για ναεξασφαλίσει τη συνεργασία τους ή την ουδετερότητά τους.Αρχικά προσπάθησε να λύσει το θέμα ειρηνικά, προτού αναλάβειστρατιωτική δράση. Πενταμελής πρεσβεία Προβλεπτώνκατέφθασε στην Κρήτη για μια διπλωματική επίλυση τουπροβλήματος, όμως χωρίς κανένα αποτέλεσμα.Η προσφυγή στα όπλα ήταν η μόνη λύση. Οργανώθηκε έναστρατιωτικό σώμα από Ιταλούς μισθοφόρους με επικεφαλής τοναρχηγό των μισθοφόρων, Λουκίνο Νταλβέρμη. Οι δυνάμειςυπολογίζονταν σε 1.000 ιππείς, 11.000 πεζούς. Ο στόλοςαριθμούσε 33 γαλέρες και 12 φορτηγά πλοία με επικεφαλής τονναύαρχο Δομήνικο Μικιέλε.Οι επαναστάτες, όταν έμαθαν ότι η μητρόπολη θα έστελνεστρατό εναντίον τους, άρχισαν και αυτοί να προετοιμάζονται. Όμως σύντομα εμφανίστηκαν οι πρώτες διχογνωμίες καιυπαναχωρήσεις. Ο Τίτος Βενιέρ με δυσκολία κατέβαλλεπροσπάθειες να συγκρατήσει την ενότητα.Ο στόλος της Βενετίας έφθασε στην Κρήτη στις 7 Μαΐου του1364 και προσορμίστηκε στον όρμο Φρασκιά, κοντά στο φρούριοτου Χάνδακα, δυτικά του Χάνδακα. Οι αποστάτες μόλιςπληροφορήθηκαν την άφιξη του στόλου έσπευσαν να κλείσουντους δρόμους που οδηγούσαν προς τον Χάνδακα. Στην πρώτημάχη που έγινε στις 9 Μαΐου 1364 ο στρατός των επαναστατώνκυριολεκτικά διαλύθηκε και διασκορπίστηκε. Ο βενετικός στόλοςπροχώρησε προς τον Χάνδακα τον οποίο και κατέλαβε χωρίς νασυναντήσει καμία αντίσταση. Η σημαία του Αγίου Μάρκουυψώθηκε ξανά, ενώ οι Προβλεπτές ξεκίνησαν να εφαρμόζουναμέσως τις διαταγές της μητρόπολης. Οι επαναστάτεςθεωρήθηκαν προδότες και δέκα πρωταίτιοι αποκεφαλίστηκανχωρίς καμία διαδικασία. Οι εκκαθαρίσεις συνεχίστηκαν μέχρι τονΑύγουστο με καταδίκες, φυλακίσεις, εξορίες και επικηρύξεις τωνενόχων ή υπόπτων και δήμευση των περιουσιών τους. Στις 17Αυγούστου 1364 επικηρύχθηκαν οι Καλλέργηδες, ο Ιωάννης για8.000 δουκάτα, ο Αλέξιος για 3.000 και ο Γεώργιος για 2.000.Επίσης, διατάχθηκε η διάλυση των οικογενειών των πρωταιτίωνΓραδενίγων και Βενιέρων με την απέλαση των γυναικών και τωνπαιδιών τους από όλες τις βενετικές κτήσεις της Μεσογείου. Όλοι απώλεσαν την βενετική ευγένεια και έχασαν τα φέουδάτους.Η νίκη αυτή εορτάστηκε στη Βενετία με πρωτοφανείςεκδηλώσεις ενθουσιασμού, ενώ ο νέος δούκας της ΚρήτηςΠέτρος Μοροζίνι καθιέρωσε με θέσπισμά του ως τοπική εορτήτην 10
η
Μαΐου. Η ημέρα αυτή εορταζόταν με πανηγυρισμούς καιππικούς αγώνες.Οι επικηρυχθέντες Καλλέργηδες κατέφυγαν στην επανάσταση,ενώ δεν είχε κατασταλεί ακόμη η αποστασία του Αγίου Τίτου. Μετο μέρος τους πήγαν οι αδελφοί Τίτος και Θεοδωρέλλος Βενιέρ,οι αδελφοί Αντώνιος και Φραγκίσκος Γραδενίγοι, ο ΙωάννηςΜολίνος, ο Μάρκος Βονάλες και άλλοι πολλοί. Η επανάσταση αυτή, γνωστή και ως επανάσταση των Καλλεργών, ξεκίνησε τονΑύγουστο 1364 στον Μυλοπόταμο και επεκτάθηκε γρήγορα καιστην υπόλοιπη Κρήτη. Οι επαναστάτες πολέμησαν έχοντας ωςσύμβολό τους τη σημαία του Βυζαντίου, προσδίδοντας έτσι στοναγώνα τους έναν εθνικό χαρακτήρα. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε’Παλαιολόγος έπεισε τον μητροπολίτη Αθηνών Άνθιμο να μεταβείστην Κρήτη με τον εκκλησιαστικό τίτλο του «ΠροέδρουΚρήτης». Σε λίγο χρόνο ολόκληρη η δυτική Κρήτη ελεγχόταν απότους επαναστάτες.Η Βενετία αντέδρασε αποφασιστικά και δυναμικά. Ο πάπαςκήρυξε τον πόλεμο εναντίον των επαναστατών ιερό και έδωσετην άδεια να διεξαχθεί στρατολόγηση Τούρκων μισθοφόρωνστην Μικρά Ασία. Στο νησί έφθασαν ισχυρές δυνάμεις με πέντεΠροβλεπτές, που είχαν απόλυτες εξουσίες.Οι επαναστάτες κατάφεραν να εξεγείρουν την ανατολικήΚρήτη και να χρησιμοποιήσουν το οροπέδιο του Λασιθίου ωςορμητήριο. Τον Μάρτιο του 1365 ο αγώνας διεξήχθηκε με τημορφή του κλεφτοπολέμου, όπου ανταρτικά σώματα εκτελούσαναιφνίδιες επιθέσεις στους Βενετούς. Οι Βενετοί όμως δενκάμπτονταν, γιατί είχαν άφθονα υλικά μέσα και πόρους. Ησιτοδεία του 1365 έκαμψε το αγωνιστικό φρόνημα τωνεπαναστατών και υπήρξε η αιτία για διαμάχες ανάμεσα στουςαρχηγούς. Οι Βενετοί, εκμεταλλευόμενοι την κακή κατάσταση,συνέλαβαν τους Βενετούς αρχηγούς της επανάστασης, μεπροδοσία, τους οποίους θανάτωσαν με φοβερά βασανιστήρια. Ο Τίτος Βενιέρ κατάφερε να δραπετεύσει από την Κρήτη και νασωθεί. Οι ανατολικές επαρχίες δήλωσαν υποταγή. Ο πυρήναςτης επανάστασης διατηρήθηκε ζωντανός μόνο στα Σφακιά, όπουεκεί κατέφυγαν οι Καλλέργηδες. Τον Απρίλιο του 1367 οΠροβλεπτής Ιουστινιάνης πέρασε τα βουνά των Σφακίων καιέφθασε στην Ανώπολη, όπου εκεί κρίθηκε οριστικά η επανάστασημε τη σύλληψη των Καλλεργών ύστερα από προδοσία.Οι Βενετοί εκδικήθηκαν με τρόπο φρικτό. Όλοι οι αρχηγοί τηςεπανάστασης που συνελήφθησαν εκτελέστηκαν. Ο Άνθιμος,πρώην μητροπολίτης Αθηνών και Πρόεδρος Κρήτης,φυλακίστηκε και πέθανε από τις κακουχίες το 1371. ΟΠροβλεπτής Ιουστινιάνη σε αναφορά του προς την μητρόποληέγραψε ότι οι Κρητικοί δεν είχαν πια αρχηγούς για να συνεχίσουντην επανάσταση. Επίσης, διατάχθηκε από τους Βενετούς ναεκκενωθούν η Ελεύθερνα Μυλοποτάμου, το Λασίθι και η ΑνώποληΣφακίων.Με την επανάσταση αυτή των Καλλέργηδων τερματίζεταιοριστικά η περίοδος των μεγάλων κρητικών επαναστάσεων. ΟιΒενετοί πια δεν έκαναν λόγο για «ανοικτό πόλεμο» στην Κρήτη.Οι Κρητικοί, κατά κάποιο τρόπο, έδειχναν να είχαν κουραστείαπό τον συνεχόμενο αγώνα τους εναντίον ενός αντιπάλου πουυπερείχε κατά πολύ σε υλικά μέσα. Επίσης, μετά την πτώση τηςΚωνσταντινουπόλεως οι Κρητικοί έχασαν και την τελευταία τουςελπίδα για σύνδεση με το εθνικό κέντρο. Οι μετέπειτα επαναστάσεις είναι κινήματα μικρής κλίμακας, τοπικήςεμβέλειας και περιορισμένου χαρακτήρα.
3. Επαναστάσεις του 15ου αιώνα
Μετά την καταστολή της επανάστασης των Καλλεργώνακολούθησε μια μακρά περίοδος εσωτερικής ηρεμίας στο νησί.Οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές για την οικονομικήευημερία και την πρόοδο γενικότερα. Στο πρώτο ήμισυ του 15ου αιώνα αυξήθηκε το εξαγωγικό εμπόριο της Κρήτης και έτσιμπορούμε να κάνουμε λόγο για μια εποχή ευδαιμονίας.Λίγους μήνες μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως(1453) οργανώθηκε ένα κίνημα, γνωστό ως «Συνωμοσία τουΣήφη Βλαστού», στο Ρέθυμνο.
Η Κρήτη ήταν το μοναδικό μέρος,όπου η βυζαντινή αυτοκρατορική ιδέα παρέμεινε ζωντανή. Οιπολυάριθμοι πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη ενίσχυσανπερισσότερο την ιδεολογία αυτή, αναπολώντας το χαμένομεγαλείο της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας. Επίσης, οορθόδοξος κλήρος της Κρήτης αντιδρούσε στις ενωτικέςαποφάσεις της συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. Μέσα σ’ αυτέςτις συνθήκες η ιδέα για την αναβίωση της πάλαι ποτέ κραταιήςβυζαντινής αυτοκρατορίας ενισχύθηκε, με κέντρο πια τηνΚρήτη. Η ανεδαφική αυτή θεώρηση της βυζαντινής ιδεολογίαςγέννησε μια συνωμοτική κίνηση, της οποίας ψυχή υπήρξε οΣήφης Βλαστός από την οικογένεια των Βλαστών του Ρεθύμνου. Ήταν ένας άνθρωπος με δυνατή προσωπικότητα και επιβολήστην τοπική κοινωνία. Συνεργάτες του Βλαστού ήταν ο παπάςΜανασσής Αρκολέος και ο Λεοντάκιος Τρουλινός από τοΡέθυμνο, ο παπάς Παύλος Καλύβας και ο Γεώργιος Καλλέργης από τα Χανιά. Το κίνημα αυτό εν γένει θα μπορούσε να θεωρηθείως διαμαρτυρία εναντίον της κυρίαρχης Βενετίας που είχευιοθετήσει την επιβολή της Ένωσης των Εκκλησιών. Το κίνημα όμως του Βλαστού καταπνίγηκε προτού προλάβει ναεκδηλωθεί. Τα σχέδια του Βλαστού προδόθηκαν από έναν Βενετόκαι έναν ορθόδοξο ιερέα. Οι Βενετοί συνέλαβαν τουςπρωταγωνιστές του κινήματος και τους θανάτωσαν μεβασανιστήρια τον Αύγουστο του 1454. Με μέτρα τρομοκρατίαςκαι δελεαστικές αμοιβές εξάρθρωσαν όλο το δίκτυο τηςσυνωμοτικής αυτής κίνησης.Επίσης, οι Βενετοί επιτέθηκαν με μένος και χαρακτηριστικόπάθος κατά του ορθοδόξου κλήρου του νησιού, τον οποίοθεωρούσαν τον κατ’ εξοχήν εχθρό της κυριαρχίας τους. Απότους 39 συνωμότες που επικηρύχθηκαν οι 10 ήταν ιερείς. Ακόμηαπαγορεύθηκε για πέντε χρόνια η χειροτονία ιερωμένων.Μια νέα συνωμοτική κίνηση αναδύθηκε στο Ρέθυμνο το 1460,αλλά και αυτή είχε άσχημο τέλος. Αναμεμιγμένοι ήταν οπρωτοπαπάς του Ρεθύμνου Πέτρος Τζαγκαρόπουλος, όπως καιπρόσφυγες από τον ελλαδικό χώρο. Η συνωμοσίαγνωστοποιήθηκε στους Βενετούς από έναν Εβραίο, τον ΔαβίδΜαυρογόνατο. Βεβαίως, υπήρξαν και Έλληνες καταδότες, όπωςο Ιωάννης Λίμας, σταθερός συνεργάτης των Βενετών. Έτσι οιβενετικές αρχές με σύντονες ενέργειες συνέλαβαν καιθανάτωσαν τους παράνομους συνωμότες. Ιδιαίτερη και εξέχουσαθέση ανάμεσα σ’ αυτούς είχε ο Ρεθυμνιώτης Ιωάννης Γαβαλάς.Με την εξύφανση των δύο παραπάνω συνωμοτικών κινήσεων, ηΒενετία ακολούθησε μία σκληρότερη θρησκευτική πολιτικήυποστηρίζοντας παράλληλα την παπική προπαγάνδα στο νησί.Με θέσπισμα της μητρόπολης απαγορεύθηκε η προβολή κάθεστοιχείου της ορθοδοξίας στο νησί.
4. Επαναστάσεις του 16ου αιώνα
Η ύστατη επαναστατική προσπάθεια των Κρητικών επίΒενετοκρατίας είναι η επανάσταση του Γεωργίου Καντανολέου ήΛυσσογιώργη. Το κίνημα αυτό συναίρεσε στους κόλπους του τιςαντιδράσεις των αγροτοποιμενικών πληθυσμών της δυτικήςΚρήτης στις φορολογικές καταπιέσεις και στις διαφόρων ειδώναυθαιρεσίες των Βενετών. Ένα μάλλον βέβαιο ενδεχόμενο ήτανότι το κίνημα θα έπαιρνε εθνικό χαρακτήρα, που δεν κατάφερενα εκδηλωθεί.Στα 1523 στα Κεραμειά των Χανίων σημειώθηκε ανταρσία με600 ενόπλους. Το κίνημα απλώθηκε στην περιοχή των Σφακίων,του Σελίνου και της ορεινής Κυδωνίας. Οι βενετικές αρχέςπροσπάθησαν να επαναφέρουν την τάξη απειλώντας καιεκφοβίζοντας τους επαναστάτες. Τα πράγματα οδηγήθηκαν στηνένοπλη σύγκρουση τον Οκτώβριο του 1527. Το αποτέλεσμα ήτανότι σε ένα μήνα μέσα κατάφεραν οι Βενετοί να καταστείλουν τηνεπανάσταση.Η αντεκδίκηση των Βενετών ήταν αστραπιαία. Τα χωριά τωνΧανίων Κεραμειά, Αλίκαμπος, Μεσκλά και Λάκκοικαταστράφηκαν ολοσχερώς. Όσοι κατάφεραν να διαφύγουν σταορεινά κρησφύγετα, επικηρύχθηκαν. Ο Γεώργιος Καντανολέοςεπικηρύχθηκε με το ποσό των 1.000 υπερπύρων και έτσισυνελήφθη με προδοσία. Πολλοί κάτοικοι των επαναστατημένωνχωριών εξορίστηκαν και απαγορεύθηκε η εγκατάσταση νέων.Μια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η οικογένεια των Κόντων,που 1.050 μέλη της ακολούθησαν τον δρόμο της εξορίας για τανησιά του Αιγαίου και την Κύπρο. Αξιοσημείωτο είναι ότι οΓενικός Προβλεπτής Κρήτης Φίλιππος Πασκουαλίγκο αναφέρει σεέκθεσή του το 1594 τις οικογένειες που θεωρούσαν οι Βενετοίεπικίνδυνες για τη δημόσια ασφάλεια: οι Κόντοι από τονΑλίκαμπο, οι Καντανολέοι από το Κουστογέρακο, οι Μουσούροιαπό τον Ομαλό κ.ά.
Β’ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ(1669-1898)
Κεφάλαιο 1ο
– Πρώτη περίοδος της Τουρκοκρατίας και ηεπανάσταση του Δασκαλογιάννη (1669-1821)
1. Η τουρκική κατοχή της Κρήτης και η οργάνωση του εγιαλετίουΚρήτηςΗ κατάκτηση της νήσου από τα στίφη του οθωμανικού στρατούτο 1669 απετέλεσε την οριστική τροχοπέδη σε κάθε είδοςπνευματικής ή οικονομικής ανάπτυξης. Το νησί, το οποίο ήταν μιαεστία ελπίδας για το υπόδουλο έθνος, περιέπεσε και αυτό με τησειρά του στο σκότος της οθωμανικής δουλείας. Με τον πολύχρονοκαι εξοντωτικό Κρητικό Πόλεμο (1648-1669) ο πληθυσμός τουνησιού μειώθηκε σε σημαντικό βαθμό. Ο αναπτυγμένος αστικόςβίος της εποχής των Βενετών που ανθούσε, τώρα υποχώρησε και ταμεγάλα κέντρα της Κρήτης ουσιαστικά ερημώθηκαν. Ο Χάνδακαςείχε καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς από την πολυετή πολιορκία.Από την άλλη, η οικονομία περιορίστηκε στη μορφή του ποιμενικούβίου, ενώ το εμπόριο απονεκρώθηκε. Έτσι, η κατάκτηση τηςΚρήτης από τους Τούρκους έθεσε τις βάσεις για την ανάδειξη τουεθνικισμού των Κρητών και υποβοήθησε στη σφυρηλάτηση τηςεθνικής τους ταυτότητας. Στο νησί πια, όσοι ήταν ορθόδοξοι, αυτοίήταν και οι ακραιφνείς Έλληνες.Με την παγίωση της κυριαρχίας τους, οι Τούρκοι ξεκίνησαναμέσως να οργανώσουν στρατιωτικά και διοικητικά τη νέα τουςκατάκτηση. Αρχικά, διατήρησαν το διοικητικό σύστημα τωνΒενετών, δηλαδή τη διαίρεση της Κρήτης σε τέσσεραδιαμερίσματα, της Σητείας, του Χάνδακα, του Ρεθύμνου και τωνΧανίων. Αργότερα συνένωσαν το διαμέρισμα Σητείας με αυτό τουΧάνδακα και δημιουργήθηκε έτσι το Εγιαλέτι Κρήτης. Διοικητικόκέντρο του Εγιαλετίου Κρήτης ορίστηκε ο Χάνδακας. Οι Οθωμανοίδιατήρησαν το ιστορικό όνομα της πόλης, που την έλεγαν
Κανδιγιέ
(Κανδία). Κάθε διοικητικό διαμέρισμα της Κρήτης είχε διοικητήπασά που διοριζόταν από τον σουλτάνο. Τυπικά ο πασάς τουΧάνδακα ήταν ιεραρχικά ανώτερος από τους άλλους πασάδες τουνησιού. Επίσης, κατείχε τον τίτλο του
σερασκέρη
Κρήτης(αρχιστρατήγου), ως αρχιστράτηγος των στρατιωτικών δυνάμεωντου Εγιαλετίου.Οι πασάδες ήταν οι επίσημοι φορείς της εξουσίας του σουλτάνουστην Κρήτη και τηρητές της εφαρμογής του ιερού νόμου τωνμουσουλμάνων. Ήταν επιφορτισμένοι με τη μέριμνα για τηνείσπραξη των φόρων και την ασφαλή αποστολή τους στηνΚωνσταντινούπολη. Επίσης, είχαν την υποχρέωση να διατηρούνετοιμοπόλεμο στρατό για την αντιμετώπιση κάθε εξωτερικού κινδύνου, καθώς και για την τιθάσευση της ασυδοσίας τωνγενιτσάρων, που σταδιακά έγιναν αληθινή μάστιγα για τηντουρκική διοίκηση.Κάθε πασάς συνεπικουρείτο από στο διοικητικό του έργο από έναδιβάνιο, ένα συμβούλιο δηλαδή στο οποίο μετείχαν ο πασάς ωςπρόεδρος, ο καδής (ιεροδικαστής), ο μουφτής (ερμηνευτής τουνόμου), ο αρχηγός των γενιτσάρων και ο αρχηγός τωνστρατιωτικών ταγμάτων. Στο συμβούλιο αυτό λαμβάνονταναποφάσεις για τα τοπικά ζητήματα. Την ευθύνη για την εφαρμογήτων αποφάσεων είχε ο αρχιαστυνόμος.Τον τουρκικό στρατό της Κρήτης αποτελούσαν δύο τάξειςγενιτσάρων, οι αυτοκρατορικοί γενίτσαροι και οι εντόπιοιγενίτσαροι, οι επιλεγόμενοι
γερλήδες
. Οι τελευταίοι προέρχονταναπό τους εξισλαμισθέντες Κρητικούς. Στον Χάνδακα στάθμευανπέντε τάγματα αυτοκρατορικών γενιτσάρων, που το καθένα είχεδύναμη 5.000 ανδρών, και 28 στρατώνες γερλήδων γενιτσάρων.Στον τομέα της δικαιοσύνης, απόλυτος κυρίαρχος της νομικήςζωής ήταν το κοράνιο. Το ιεροδικείο ήταν υπεύθυνο να παίρνει τιςαποφάσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις του ιερού νόμου.Ιεροδικεία υπήρχαν, ένα σε κάθε διαμέρισμα του νησιού. Όλες οιυποθέσεις δικάζονταν από τα κατά τόπους ιεροδικεία. Οι αποφάσειςκαταχωρούνταν στους ιερονομικούς κώδικες και έτσι αποκτούσανκύρος και ήταν εκτελεστές. Επίσης, οι σουλτανικές διαταγέςέπρεπε να καταχωρηθούν πρώτα στους ιερονομικούς κώδικες, γιανα αποκτήσουν νομιμότητα. Ο ιεροδίκης διοριζόταν από τονανώτατο δικαστή του οθωμανικού κράτους. Η αμοιβή τουλαμβανόταν από τον καταδικασθέντα. Ένα πολύ επείγον μέλημα της τουρκικής διοίκησης ήταν ηδιανομή των γαιών στην Κρήτη και η οργάνωση του φορολογικούσυστήματος. Μετά την άλωση του Χάνδακα έγινε κτηματογράφησηκαι απογραφή του πληθυσμού προς φορολόγηση και το 1671εξεδόθη το πρώτο διάταγμα της φορολογίας. Το φορολογικόσύστημα που επιβλήθηκε υπήρξε το πιο επαχθές αναλογικά με τονυπόλοιπο τουρκοκρατούμενο ελληνισμό.
2. Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη
Ένα ιδιαιτέρως σημαντικό γεγονός της πρώιμης περιόδου τηςτουρκοκρατίας στην Κρήτη ήταν η επανάσταση τουΔασκαλογιάννη, που ξέσπασε το 1770. Η επανάσταση αυτήεντάσσεται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των Ορλωφικών και τηςεπιθετικής προς την οθωμανική αυτοκρατορία πολιτικής της Μ.Αικατερίνης της Ρωσίας. Τα Σφακιά, όπου υπήρξαν το κέντροπροετοιμασίας της επανάστασης, ήταν μια ορεινή, απομακρυσμένηπεριοχή από τα διοικητικά κέντρα και δεν επέτρεπε τη συχνήπαρουσία των Τούρκων εκεί. Οι Σφακιανοί πλήρωναν τους φόρουςτους και έτσι δεν δέχονταν άλλες οχλήσεις από τους Τούρκους.Επειδή η επαρχία Σφακίων βρέχεται από θάλασσα, οι κάτοικοί τηςβρήκαν εκεί διέξοδο. Εκμεταλλευόμενοι την επιτόπια ξυλείαναυπηγούσαν μικρά πλοιάρια στο Μπρόσγιαλο και στο Λουτρό καιταξίδευαν σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, φτάνοντας ακόμη και στηΡωσία, στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Η ναυτική τους αυτήδραστηριότητα τούς προσπόριζε αρκετά χρήματα και έτσι η ορεινήπεριοχή των Σφακίων έδειχνε μια εικόνα ευμάρειας.Μια εξέχουσα προσωπικότητα των μέσων του 18ου αιώνα ήταν και ο Ιωάννης Βλάχος, ο επονομαζόμενος Δασκαλογιάννης. ΟΔασκαλογιάννης καταγόταν από την Ανώπολη Σφακίων καισυγκεκριμένα από την οικογένεια των Βλάχων, η οποία ήτανονομαστή από την εποχή της Βενετοκρατίας. Ο Δασκαλογιάννης ωςάνθρωπος ήταν εύχαρις, ευπροσήγορος, πατριώτης και γεμάτοςεθνικό ενθουσιασμό. Επειδή είχε κάποιες γραμματικές γνώσεις,έλαβε την επωνυμία «Δάσκαλος». Ήταν πλούσιος πλοιοκτήτης καιμε τα τέσσερα μεγάλα πλοία του ταξίδευε σε όλα τα λιμάνια τηςΜεσογείου και έτσι είχε μια γενικότερη εποπτεία των προβλημάτωνεκείνης της εποχής. Στην επαρχία του κατείχε ηγεμονική θέσηλόγω του πλούτου του αλλά και των γραμματικών γνώσεων πουείχε. Το 1750 αναφέρεται ως γραμματικός και το 1765 ωςπρόεδρος (κετχουντάς) της επαρχίας του. Με τον αδελφό του, τονΝικολό Σγουρομάλλη, ήταν οι αντιπρόσωποι της επαρχίας τους σεόλες τις υποθέσεις έναντι των αρχών. Ο Δασκαλογιάννης γνώριζεπολλούς επιφανείς Έλληνες και ξένους της εποχής του. Γνώριζε τονΕμμ. Μπενάκη στη Μάνη, και ίσως τον Θεόδωρο Ορλώφ, τον οποίοείχε στείλει η Μ. Αικατερίνη το 1769 στην Πελοπόννησο για ναπροετοιμάσει το έδαφος για την επανάσταση που θα ακολουθούσεκαι να κερδίσει έτσι τη συστράτευση των προκρίτων στοσχεδιαζόμενο εγχείρημα. Ο Δασκαλογιάννης οραματιζόταν τησύσταση ενός απελευθερωτικού κινήματος στην Κρήτη με τηβοήθεια της Ρωσίας. Τα γεγονότα έλαβαν γρήγορη τροπή μετά την επανάσταση στηΜάνη του 1769, που έλαβαν μέρος και αρκετοί Σφακιανοί. Όλο το1769 έως την άνοιξη του 1770 η επανάσταση προετοιμαζόταν απότον Δασκαλογιάννη στα Σφακιά, με τη συγκέντρωση όπλων και εφοδίων σε οχυρά μέρη. Η επανάσταση περιορίστηκε στα Σφακιά,γιατί, επί των διαμορφωθεισών συνθηκών, ήταν αδύνατον ναεξαπλωθεί σε ολόκληρη την Κρήτη.Δεν είναι απολύτως γνωστή η ημερομηνία της έκρηξης τηςεπανάστασης στα Σφακιά. Το πιθανότερο είναι ότι οι πρώτεςεπαναστατικές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στις 4 Απριλίου 1770. Τηνημέρα αυτή συγκεντρώθηκαν στην πεδιάδα της Κράπης 2.000άνδρες από τα γύρω χωριά. Με τη συλλειτουργία είκοσι ιερέων καισε πανηγυρικό κλίμα, ετέλεσαν τη Δεύτερη Ανάσταση και ξεκίνησαννα γλεντούν, νιώθοντας χαρούμενοι για τον σκοπό τους.Πρωτύτερα αρνήθηκαν να καταβάλουν τον κεφαλικό φόρο στονεισπράκτορα.Η δύναμη των Σφακιανών δεν ξεπερνούσε τους 2.000 άνδρες,αλλά είχαν στην κατοχή τους άφθονο οπλισμό και πυρομαχικά. Οιπρώτοι στόχοι ήταν οι τουρκικοί οικισμοί στις επαρχίες Κυδωνίας,Αποκορώνου και Αγίου Βασιλείου, αναγκάζοντας τους Τούρκουςαυτών των περιοχών να καταφύγουν στα Χανιά. Οι Τούρκοι όμωςαντέδρασαν σύντομα και αποφασιστικά. Τον Μάη του 1770 έναεκστρατευτικό σώμα 15.000 ανδρών ήταν έτοιμο να εισβάλει σταΣφακιά από τη μεριά του Αποκόρωνα. Για να γλυτώσουν τιςοικογένειές τους οι Σφακιανοί, τις απέστειλαν στα Κύθηρα και στηνότια Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να μην εμπλακούνπολεμικά, παρέχοντας πρώτα εγγυήσεις και όρους παράδοσηςστους επαναστάτες. Όμως κανένα αποτέλεσμα. Έτσι άρχισε ηεπίθεση από τρία σημεία ταυτόχρονα. Στην Κράπη έγινε μια μεγάλημάχη, όπου όμως οι επαναστάτες εξωθήθηκαν να υποχωρήσουνπρος στις υψηλότερες κορυφές των σφακιανών βουνών. Όλο τοέτος του 1770 οι Σφακιανοί αντέταξαν σκληρή άμυνα στα βουνά καιστα φαράγγια του τόπου τους. Οι καταστροφές όμως που επέφερανοι Τούρκοι ήταν ανυπολόγιστες: χωριά καταστράφηκαν, κοπάδιαδιαλύθηκαν και πολλοί αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στα σκλαβοπάζαρατου Χάνδακα. Ο Πρωτόπαπας, θείος του Δασκαλογιάννη, ήτανανάμεσα στους αιχμαλώτους, ο οποίος έδωσε μάλλον πληροφορίεςγια τις σχέσεις του Δασκαλογιάννη με τους Ρώσους. Το πιο όμωςοδυνηρό ήταν η σύλληψη της γυναίκας του Δασκαλογιάννη και τωνδύο θυγατέρων του.Ο χειμώνας που πλησίαζε ήταν δύσκολος. Οι Ρώσοι δεναπέστειλαν καμία βοήθεια, όπως είχαν υποσχεθεί. Έτσι λοιπόνυποτάχθηκαν στην σκληρή πραγματικότητα.
Οι επαναστάτεςδέχθηκαν τους επαχθέστατους όρους που τους πρόβαλαν οι Τούρκοι, που ήταν οι εξής:
1.Να πληρώσουν τον κεφαλικό φόρο, που αρνήθηκαν ναπληρώσουν το προηγούμενο έτος.
2.Να παραδώσουν τα όπλα και τα πολεμοφόδιά τους.
3.Να παραδοθούν οι πρωταίτιοι της επανάστασης, για να τουςεπιβληθεί η ανάλογη τιμωρία.
4.Να μην επικοινωνούν με κανένα χριστιανικό πλοίο οιΣφακιανοί, που τυχόν πλησιάσει τα λιμάνια τους.
5.Να προσπαθούν να συλλαμβάνουν τα πληρώματα τωνχριστιανικών πλοίων και να τα αποστέλλουν στον Χάνδακα.
6. Να ασκείται η δικαστική εξουσία στα Σφακιά απόαξιωματικό και ιεροδίκη, που θα διορίζονται από το διβάνιοτου Χάνδακα.
7.Να μην επιτρέπεται η επιδιόρθωση των εκκλησιών ούτε ηανέγερση νέων.
8.Να πληρώνουν οι Σφακιανοί κανονικά τον φόρο της δεκάτηςσύμφωνα με το σουλτανικό φιρμάνι, που θα εξεδίδετοπροσεχώς.
9.Να μην επιτρέπεται η ανέγερση υψηλών οικοδομών ούτε ηπαρουσία χριστιανικών συμβόλων σ’ αυτές.
10.Να απαγορευθούν οι θρησκευτικές τελετές και οικωδωνοκρουσίες.
11.Να παραδοθούν οι αιχμάλωτοι μουσουλμάνοι.
12.Να φορούν οι Σφακιανοί την προσήκουσα για τουςραγιάδες ενδυμασία.
Κάτω λοιπόν απ’ αυτές τις συνθήκες, ο Δασκαλογιάννης πήρε τηναπόφαση να παραδοθεί, ελπίζοντας έτσι ότι θα ελάφρυνε τη θέσητων συμπατριωτών του. Ο πασάς του Χάνδακα πίεσε τον αδελφότου Δασκαλογιάννη, Νικολό Σγουρομάλλη, να γράψει επιστολή στοναδελφό του και να τον διαβεβαιώνει για τις αγαθές προθέσεις των Τούρκων. Ο Δασκαλογιάννης παραδόθηκε μαζί με τους συντρόφουςστο στρατόπεδο των Τούρκων στο Φραγκοκάστελλο, όπου έτυχεεξαιρετικής περιποίησης από τον πασά του Ηρακλείου. Αφού όμωςμεταφέρθηκε στο Ηράκλειο, του επιφυλασσόταν μια τρομερήτιμωρία: εγδάρη ζωντανός στις 17 Ιουνίου 1771. Τον οδήγησαν σεμια ανατολική πλατεία του Ηρακλείου, στην επιλεγόμενη τουρκικά«ατμεϊντάν» (σημερινό Μεϊντάνι, δίπλα στην πλατεία τωνΛιονταριών κεντρικά στο Ηράκλειο), όπου κατά τη διάρκεια τηςμεταφοράς ο κατάδικος μόλις που μπορούσε να βαδίσει λόγω τωναγριότατων βασανιστηρίων που είχε υποστεί. Από την προηγούμενηημέρα οι δήμιοί του είχαν ετοιμάσει ένα σανίδωμα, με τη μορφήυψηλού καθίσματος, το οποίο στηριζόταν σε τέσσερεις πασσάλους.Αφού ανέβασαν εκεί το θύμα, του έδεσαν δυνατά τα χέρια και τοστήθος στους πασσάλους, που εξείχαν πίσω του ως να ήταν ηπλάτη του καθίσματος. Έπειτα, σταυρώνοντας τα σχοινιά, έσφιγγανκαι τα υπόλοιπα μέλη του σώματος στα ξύλα του καθίσματος. Έτσικανένα μέλος δεν μπορούσε να κινηθεί. Μετά ήρθε ο δήμιος με ένακοφτερό μαχαίρι και άρχισε να τον γδέρνει και ένας άλλοςκρατούσε μπροστά στο θύμα έναν καθρέφτη και ενέπαιζε τονμεγάλο αρχηγό. Λέγεται ότι οι Τούρκοι ανάγκασαν τον αδελφό του,Νικολό Σγουρομάλλη να παρακολουθήσει το μαρτύριο, ο οποίος δενάντεξε και παραφρόνησε. Οι υπόλοιποι έγκλειστοι Σφακιανοί κατάφεραν να δραπετεύσουν μετά από τρία χρόνια και ναεπιστρέψουν στα Σφακιά, αντικρύζοντας τις μεγάλες καταστροφέςπου είχε πάθει ο τόπος τους από τις λεηλασίες των τουρκικών στιφών
Η επανάσταση λοιπόν του Δασκαλογιάννη ήταν το πρώτο βήμα προς την ελευθερία στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, αλλά και υπήρξε η πρώτη εμπειρία για τις φοβερές συνέπειες της ήττας
Κεφάλαιο 2ο
– Κρητικές επαναστάσεις του 19ου αιώνα
1. Δράση της Φιλικής Εταιρείας στην ΚρήτηΗ Κρήτη δεν παρέμεινε πολύ καιρό ακλυδώνιστη από την έκρηξημιας επανάστασης. Σύντομα, περίπου τη δεύτερη δεκαετία του 19
ου
αιώνα, άρχισε να εντάσσεται στον επαναστατικό αναβρασμόεναρμονιζόμενη με το εθνικό κέντρο. Όταν ξεκίνησε η δράση τηςΦιλικής Εταιρείας στην ελλαδική χερσόνησο, ήταν κάπως δύσκολο
να διοργανωθεί η επαναστατική κατήχηση στην απόμακρη Κρήτη.Οι αιτίες ήταν οι δυσμενείς τοπικές συνθήκες και η μακρινήαπόσταση. Τα κηρύγματα της Εταιρείας είχαν καταφθάσει στηνΚρήτη και πάρα πολλοί Κρήτες ιερωμένοι, έμποροι και λόγιοι πουείχαν ζήσει στην Κωνσταντινούπολη ή στις Παρίστριες Ηγεμονίεςείχαν μυηθεί.Στο Ιάσιον της Μολδοβλαχίας μυήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1816 οκρητικός λόγιος Εμμανουήλ Βερνάρδος ο οποίος υπήρξε και οπρώτος επίσημος κήρυκας της Φιλικής Εταιρείας στην Κρήτη.Κατέβηκε στην επαρχία Σφακίων τον Σεπτέμβριο του 1819, για να φέρει κάποια υλική βοήθεια στο σχολείο της Παναγίας της Θυμιανής, όμως η αληθινή του πρόθεση ήταν να βολιδοσκοπήσει ταπράγματα στην Κρήτη και να μυήσει στα ιδεώδη της ΦιλικήςΕταιρείας τους εντόπιους παράγοντες. Ανάμεσα στο πλήθος που κατήχησε ήταν και ο Αναγνώστης Μανουσογιαννάκης από το χωριόΝίμπρο Σφακίων. Ένας άλλος θερμός κήρυκας της Φιλικής Εταιρείας έφθασε τονΔεκέμβριο του 1819 στα Χανιά. Ήταν ο καθηγητής ΒαρνάβαςΠάγκαλος, καταγόμενος από παλαιά οικογένεια Κρητών φυγάδων.Κατήχησε πολλούς σημαίνοντες Κρήτες, ακόμη και τον γνωστόκρυπτοχριστιανό της Μεσαράς, Χουσεΐν (Μιχαήλ) Κουρμούλη.Διαδοχικά, ο ένας κατηχούσε το άλλο σχηματίζοντας έτσι έναεκτεταμένο δίκτυο μυημένων στην Κρήτη. Έτσι, λοιπόνδιαπιστώνουμε ότι η δράση της Φιλικής Εταιρείας ήταν σημαντικήκαι έπαιξε ενεργό ρόλο για την έκρηξη της επανάστασης του 1821.Η επανάσταση στηρίχθηκε έτσι σε επιφανείς ανθρώπους, που με τοκύρος και την κοινωνική επιρροή που είχαν, κατάφεραν να σεσύντομο χρόνο να εξαπλώσουν το επαναστατικό ιδεώδες σε όλο τονησί.2. Η επανάσταση του 1821-1830Η επανάσταση στην Κρήτη ήταν ένα μοναδικό φαινόμενο σε όλητην ιστορία του ελληνισμού. Η Κρήτη επαναστάτησε κατά τηςοθωμανικής κυριαρχίας με μοναδικό ακατανίκητο όπλο τηνελληνική συνείδηση των κατοίκων, τη ζωτικότητά τους και τηνασυγκράτητη οργή κατά του βαρβάρου δυνάστου. Ήταν δύσκολη η έκρηξη της επανάστασης στην Κρήτη, αμέσωςμετά την επανάσταση στην Πελοπόννησο τον ίδιο καιρό. Ηπαντελής έλλειψη όπλων και εφοδίων, η μεγάλη αναλογία τουτουρκικού πληθυσμού και η αγριότητά του ήταν ανασταλτικοίπαράγοντες για να παρθεί η απόφαση από τους κατά τόπουςοπλαρχηγούς να επαναστατήσουν.Οι τουρκικές αρχές όμως είχαν εντείνει την επιτήρησή τους, μετάτην έκρηξη του κινήματος στην Πελοπόννησο. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση στην Πελοπόννησο, διατάχθηκε ο μητροπολίτηςΓεράσιμος Παρδάλης από την τουρκική διοίκηση να καλέσει στονΧάνδακα όλους τους επισκόπους του νησιού, μάλλον για να. κρατηθούν ως όμηροι. Ο μητροπολίτης, μην μπορώντας να πράξειδιαφορετικά, έστειλε τις σχετικές προσκλήσεις, αλλά παράλληλαειδοποίησε τους επισκόπους να μην μεταβούν στον Χάνδακα. Ήρθανπέντε επίσκοποι, που κανένας δεν σώθηκε.Η επαναστατική δραστηριότητα ξεκίνησε από τα Σφακιά στιςαρχές Απριλίου του 1821. Στις 7 Απριλίου στα Γλυκά Νερά Σφακίωνέγινε συνέλευση, για να εξεταστούν τα πράγματα στην Κρήτη καινα μελετηθεί το ενδεχόμενο της σύμπραξης όλων των επαρχιώνστην επανάσταση. Οι Σφακιανοί αναλογίστηκαν και την οδυνηρήεμπειρία του 1770 και ήταν πολύ επιφυλακτικοί. Η συνέλευσηεπαναλήφθηκε στις 15 Απριλίου 1821 στην Παναγία Θυμιανή. Κατάτη διάρκεια των διαβουλεύσεων ελήφθη η απόφαση για τηνεπανάσταση, αλλά οι πολεμικές επιχειρήσεις άρχισαν στις αρχέςΙουνίου του 1821. Η 14
η
Ιουνίου 1821 ήταν η επίσημη ημέραέναρξης του κρητικού αγώνα, όπου την ίδια ημέρα σημειώθηκε καιη πρώτη νικηφόρα μάχη στο Λούλο Χανίων.Οι Τούρκοι όμως από την πλευρά τους δεν έμειναν απαθείς. Στις19 Ιουνίου 1821 απαγχονίστηκε ο επίσκοπος Κισάμου ΜελχισεδέκΔεσποτάκης και ο επίσκοπος Κυδωνίας Καλλίνικος Σαρπάκηςφυλακίστηκε. Οι ηγούμενοι των μοναστηριών σκοτώθηκαν από ταεξαγριωμένα πλήθη μουσουλμάνων. Ομάδα φανατικώνμουσουλμάνων εισήλθε στη γυναικεία μονή του Τιμίου Προδρόμου,στις Κορακιές Ακρωτηρίου στα Χανιά, και ατίμασε και έσφαξε όλεςτις μοναχές. Οι σφαγές ήταν τόσο άγριες και μέσα στην πόλη τωνΧανίων, όπου 400 Χριστιανοί χάθηκαν μέσα σε λίγες μέρες.Τα ίδια γεγονότα συνέβησαν και στο Ρέθυμνο, όπου ο επίσκοποςΓεράσιμος Περδικάρης ή Κοντογιαννάκης φυλακίστηκε υπό άθλιεςσυνθήκες και τον επόμενο χρόνο απαγχονίστηκε. Οι Τούρκοιράντισαν με το αίμα της καρδιάς του τις πολεμικές σημαίες για νανικήσουν.Στον Χάνδακα όμως διαδραματίστηκαν απερίγραπτες βιαιότητες.Ο Σερίφ πασάς του Χάνδακα είχε δώσει την άδεια σε όλον τοντουρκικό πληθυσμό να οπλοφορεί. Στις 23 Ιουνίου 1821 έφθασε στολιμάνι του Χάνδακα ένα τουρκικό πλοίο, που έφερε την είδηση γιατα έκτροπα στην Κωνσταντινούπολη και τον απαγχονισμό τουπατριάρχη. Αυτό ήταν και το έναυσμα για τη μεγαλύτερη σφαγήπου έγινε ποτέ στην Κρήτη, η οποία έμεινε στη μνήμη του λαού ως«ο μεγάλος αρπεντές». Στις 24 Ιουνίου 1821 οι Τούρκοι σκότωσαντον μητροπολίτη Γεράσιμο Παρδάλη και τους επισκόπους ΚνωσούΝεόφυτο, Χερρονήσου Ιωακείμ, Λάμπης και Σφακίων Ιερόθεο,Σητείας Ζαχαρία και Διοπόλεως Καλλίνικο. Η μητρόπολη λεηλατήθηκε και κάηκε, οι ηγούμενοι των μοναστηριών εκτελέστηκαν και πολλοί άλλοι κληρικοί βρήκαν τραγικό θάνατο. Της συγκεκριμένης μέρας οι νεκροί στον Χάνδακα ανήλθαν σε 800,συνυπολογιζομένων και αυτών στα περίχωρα της πόλης. Τα έντονα διαβήματα των υποπροξένων της Αγγλίας και της Γαλλίας συγκράτησαν τους Τούρκους και έσωσαν τους κατοίκους του Μεγάλου Κάστρου από τον γενικευμένο όλεθρο.
Ένα γεγονός που συγκλόνισε τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία τηςΒενετίας και είχε ολέθριες συνέπειες για την Κρήτη από τηνάποψη της σχέσης του ντόπιου στοιχείου με τους κατακτητές,ήταν η επανάσταση των Βενετών φεουδαρχών της Κρήτης κατάτης μητρόπολης. Είναι γνωστή και ως αποστασία του Αγίου Τίτου. Οι Βενετοί φεουδάρχες της Κρήτης διαμαρτύρονταν γιατις φορολογικές καταπιέσεις που τους επέβαλε η μητρόπολη καιότι υποτιμούνταν σε σχέση με τους ευγενείς της Βενετίας. Κατάκάποιο τρόπο θεωρούνταν ευγενείς δεύτερης κατηγορίας. Ημητρόπολη δεν θέλησε να εκπληρώσει τα αιτήματά τους και έτσιδημιουργήθηκαν σοβαρές αντιδράσεις. Σταδιακά αναδύθηκε ηιδέα της αυτονομίας.Αφορμή για μια πιο δυναμική αντίδραση δόθηκε ότανεπιβλήθηκε μια νέα φορολογία το 1363, με σκοπό ναεπισκευασθεί το λιμάνι του Χάνδακα. Οι φεουδάρχες αρνήθηκαννα πληρώσουν και έτσι αυτό ήταν το έναυσμα για επανάσταση,με πρωτοστάτες τις οικογένειες των Γραδενίγων και τωνΒενιέρων. Ψυχή της αντίδρασης ήταν ο δυναμικός Τίτος Βενιέρ.Επισήμως η αποστασία εκδηλώθηκε στις 9 Αυγούστου 1363. Οιαποστάτες κατέλυσαν τη νόμιμη εξουσία, συνέλαβαν τον δούκαΛεονάρδο Δάνδολο και τους συμβούλους του, τους οποίουςφυλάκισαν. Κήρυξαν την κατάλυση της βενετικής κυριαρχίαςστο νησί και εγκαθίδρυσαν αυτόνομη και ανεξάρτητηδημοκρατία, υπό την προστασία του αποστόλου Τίτου. Η σημαίααντικαταστάθηκε και εξελέγη νέος δούκας ο ΜάρκοςΓραδενίγος, που είχε τον τίτλο «Διοικητής και Κόσμος Κρήτης»,ασκώντας την εξουσία με τέσσερεις συμβούλους.Οι επαναστάτες προσπάθησαν πρωταρχικά να προσεταιρισθούντον ντόπιο πληθυσμό και να εξασφαλίσουν τη συνεργασία τωνμεγάλων αρχοντικών οίκων της Κρήτης. Για να το υλοποιήσουναυτό, προχώρησαν σε παραχωρήσεις πολύ σημαντικές:υποσχέθηκαν ισοτιμία, ισονομία της ορθόδοξης και τηςκαθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη, κατάργησαν τις διατάξεις πουαπαγόρευαν τη χειροτονία ορθοδόξων ιερέων, επέτρεψαν ναγίνονται ιεροτελεστίες του ορθόδοξου τυπικού στον ναό τουΑγίου Τίτου, ενώ πολλοί Βενετοί προσχώρησαν στην ορθοδοξία.Με τους Βενετούς αποστάτες συνεργάστηκαν τότε και οιΚαλλέργηδες Ιωάννης, Γεώργιος και Αλέξιος.Η επανάσταση μεταδόθηκε τάχιστα σε όλες τις πόλεις τουνησιού, όπου καταργήθηκαν οι βενετικές αρχές και διορίστηκανκαινούριες από τους αποστάτες. Ο Τίτος Βενιέρ τοποθετήθηκεδιοικητής των Χανίων.Η Βενετία συνταράχθηκε από τα νέα της αποστασίας. Τοπρώτο βήμα ήταν να πληροφορήσει σχετικώς τον πάπα Ουρβανό
Ε’ στην Αβινιόν και τους ευρωπαίους ηγεμόνες, για ναεξασφαλίσει τη συνεργασία τους ή την ουδετερότητά τους.Αρχικά προσπάθησε να λύσει το θέμα ειρηνικά, προτού αναλάβειστρατιωτική δράση. Πενταμελής πρεσβεία Προβλεπτώνκατέφθασε στην Κρήτη για μια διπλωματική επίλυση τουπροβλήματος, όμως χωρίς κανένα αποτέλεσμα.Η προσφυγή στα όπλα ήταν η μόνη λύση. Οργανώθηκε έναστρατιωτικό σώμα από Ιταλούς μισθοφόρους με επικεφαλής τοναρχηγό των μισθοφόρων, Λουκίνο Νταλβέρμη. Οι δυνάμειςυπολογίζονταν σε 1.000 ιππείς, 11.000 πεζούς. Ο στόλοςαριθμούσε 33 γαλέρες και 12 φορτηγά πλοία με επικεφαλής τονναύαρχο Δομήνικο Μικιέλε.Οι επαναστάτες, όταν έμαθαν ότι η μητρόπολη θα έστελνεστρατό εναντίον τους, άρχισαν και αυτοί να προετοιμάζονται. Όμως σύντομα εμφανίστηκαν οι πρώτες διχογνωμίες καιυπαναχωρήσεις. Ο Τίτος Βενιέρ με δυσκολία κατέβαλλεπροσπάθειες να συγκρατήσει την ενότητα.Ο στόλος της Βενετίας έφθασε στην Κρήτη στις 7 Μαΐου του1364 και προσορμίστηκε στον όρμο Φρασκιά, κοντά στο φρούριοτου Χάνδακα, δυτικά του Χάνδακα. Οι αποστάτες μόλιςπληροφορήθηκαν την άφιξη του στόλου έσπευσαν να κλείσουντους δρόμους που οδηγούσαν προς τον Χάνδακα. Στην πρώτημάχη που έγινε στις 9 Μαΐου 1364 ο στρατός των επαναστατώνκυριολεκτικά διαλύθηκε και διασκορπίστηκε. Ο βενετικός στόλοςπροχώρησε προς τον Χάνδακα τον οποίο και κατέλαβε χωρίς νασυναντήσει καμία αντίσταση. Η σημαία του Αγίου Μάρκουυψώθηκε ξανά, ενώ οι Προβλεπτές ξεκίνησαν να εφαρμόζουναμέσως τις διαταγές της μητρόπολης. Οι επαναστάτεςθεωρήθηκαν προδότες και δέκα πρωταίτιοι αποκεφαλίστηκανχωρίς καμία διαδικασία. Οι εκκαθαρίσεις συνεχίστηκαν μέχρι τονΑύγουστο με καταδίκες, φυλακίσεις, εξορίες και επικηρύξεις τωνενόχων ή υπόπτων και δήμευση των περιουσιών τους. Στις 17Αυγούστου 1364 επικηρύχθηκαν οι Καλλέργηδες, ο Ιωάννης για8.000 δουκάτα, ο Αλέξιος για 3.000 και ο Γεώργιος για 2.000.Επίσης, διατάχθηκε η διάλυση των οικογενειών των πρωταιτίωνΓραδενίγων και Βενιέρων με την απέλαση των γυναικών και τωνπαιδιών τους από όλες τις βενετικές κτήσεις της Μεσογείου. Όλοι απώλεσαν την βενετική ευγένεια και έχασαν τα φέουδάτους.Η νίκη αυτή εορτάστηκε στη Βενετία με πρωτοφανείςεκδηλώσεις ενθουσιασμού, ενώ ο νέος δούκας της ΚρήτηςΠέτρος Μοροζίνι καθιέρωσε με θέσπισμά του ως τοπική εορτήτην 10
η
Μαΐου. Η ημέρα αυτή εορταζόταν με πανηγυρισμούς καιππικούς αγώνες.Οι επικηρυχθέντες Καλλέργηδες κατέφυγαν στην επανάσταση,ενώ δεν είχε κατασταλεί ακόμη η αποστασία του Αγίου Τίτου. Μετο μέρος τους πήγαν οι αδελφοί Τίτος και Θεοδωρέλλος Βενιέρ,οι αδελφοί Αντώνιος και Φραγκίσκος Γραδενίγοι, ο ΙωάννηςΜολίνος, ο Μάρκος Βονάλες και άλλοι πολλοί. Η επανάσταση αυτή, γνωστή και ως επανάσταση των Καλλεργών, ξεκίνησε τονΑύγουστο 1364 στον Μυλοπόταμο και επεκτάθηκε γρήγορα καιστην υπόλοιπη Κρήτη. Οι επαναστάτες πολέμησαν έχοντας ωςσύμβολό τους τη σημαία του Βυζαντίου, προσδίδοντας έτσι στοναγώνα τους έναν εθνικό χαρακτήρα. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε’Παλαιολόγος έπεισε τον μητροπολίτη Αθηνών Άνθιμο να μεταβείστην Κρήτη με τον εκκλησιαστικό τίτλο του «ΠροέδρουΚρήτης». Σε λίγο χρόνο ολόκληρη η δυτική Κρήτη ελεγχόταν απότους επαναστάτες.Η Βενετία αντέδρασε αποφασιστικά και δυναμικά. Ο πάπαςκήρυξε τον πόλεμο εναντίον των επαναστατών ιερό και έδωσετην άδεια να διεξαχθεί στρατολόγηση Τούρκων μισθοφόρωνστην Μικρά Ασία. Στο νησί έφθασαν ισχυρές δυνάμεις με πέντεΠροβλεπτές, που είχαν απόλυτες εξουσίες.Οι επαναστάτες κατάφεραν να εξεγείρουν την ανατολικήΚρήτη και να χρησιμοποιήσουν το οροπέδιο του Λασιθίου ωςορμητήριο. Τον Μάρτιο του 1365 ο αγώνας διεξήχθηκε με τημορφή του κλεφτοπολέμου, όπου ανταρτικά σώματα εκτελούσαναιφνίδιες επιθέσεις στους Βενετούς. Οι Βενετοί όμως δενκάμπτονταν, γιατί είχαν άφθονα υλικά μέσα και πόρους. Ησιτοδεία του 1365 έκαμψε το αγωνιστικό φρόνημα τωνεπαναστατών και υπήρξε η αιτία για διαμάχες ανάμεσα στουςαρχηγούς. Οι Βενετοί, εκμεταλλευόμενοι την κακή κατάσταση,συνέλαβαν τους Βενετούς αρχηγούς της επανάστασης, μεπροδοσία, τους οποίους θανάτωσαν με φοβερά βασανιστήρια. Ο Τίτος Βενιέρ κατάφερε να δραπετεύσει από την Κρήτη και νασωθεί. Οι ανατολικές επαρχίες δήλωσαν υποταγή. Ο πυρήναςτης επανάστασης διατηρήθηκε ζωντανός μόνο στα Σφακιά, όπουεκεί κατέφυγαν οι Καλλέργηδες. Τον Απρίλιο του 1367 οΠροβλεπτής Ιουστινιάνης πέρασε τα βουνά των Σφακίων καιέφθασε στην Ανώπολη, όπου εκεί κρίθηκε οριστικά η επανάστασημε τη σύλληψη των Καλλεργών ύστερα από προδοσία.Οι Βενετοί εκδικήθηκαν με τρόπο φρικτό. Όλοι οι αρχηγοί τηςεπανάστασης που συνελήφθησαν εκτελέστηκαν. Ο Άνθιμος,πρώην μητροπολίτης Αθηνών και Πρόεδρος Κρήτης,φυλακίστηκε και πέθανε από τις κακουχίες το 1371. ΟΠροβλεπτής Ιουστινιάνη σε αναφορά του προς την μητρόποληέγραψε ότι οι Κρητικοί δεν είχαν πια αρχηγούς για να συνεχίσουντην επανάσταση. Επίσης, διατάχθηκε από τους Βενετούς ναεκκενωθούν η Ελεύθερνα Μυλοποτάμου, το Λασίθι και η ΑνώποληΣφακίων.Με την επανάσταση αυτή των Καλλέργηδων τερματίζεταιοριστικά η περίοδος των μεγάλων κρητικών επαναστάσεων. ΟιΒενετοί πια δεν έκαναν λόγο για «ανοικτό πόλεμο» στην Κρήτη.Οι Κρητικοί, κατά κάποιο τρόπο, έδειχναν να είχαν κουραστείαπό τον συνεχόμενο αγώνα τους εναντίον ενός αντιπάλου πουυπερείχε κατά πολύ σε υλικά μέσα. Επίσης, μετά την πτώση τηςΚωνσταντινουπόλεως οι Κρητικοί έχασαν και την τελευταία τουςελπίδα για σύνδεση με το εθνικό κέντρο. Οι μετέπειτα επαναστάσεις είναι κινήματα μικρής κλίμακας, τοπικήςεμβέλειας και περιορισμένου χαρακτήρα.
3. Επαναστάσεις του 15ου αιώνα
Μετά την καταστολή της επανάστασης των Καλλεργώνακολούθησε μια μακρά περίοδος εσωτερικής ηρεμίας στο νησί.Οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές για την οικονομικήευημερία και την πρόοδο γενικότερα. Στο πρώτο ήμισυ του 15ου αιώνα αυξήθηκε το εξαγωγικό εμπόριο της Κρήτης και έτσιμπορούμε να κάνουμε λόγο για μια εποχή ευδαιμονίας.Λίγους μήνες μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως(1453) οργανώθηκε ένα κίνημα, γνωστό ως «Συνωμοσία τουΣήφη Βλαστού», στο Ρέθυμνο.
Η Κρήτη ήταν το μοναδικό μέρος,όπου η βυζαντινή αυτοκρατορική ιδέα παρέμεινε ζωντανή. Οιπολυάριθμοι πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη ενίσχυσανπερισσότερο την ιδεολογία αυτή, αναπολώντας το χαμένομεγαλείο της αυτοκρατορικής πρωτεύουσας. Επίσης, οορθόδοξος κλήρος της Κρήτης αντιδρούσε στις ενωτικέςαποφάσεις της συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. Μέσα σ’ αυτέςτις συνθήκες η ιδέα για την αναβίωση της πάλαι ποτέ κραταιήςβυζαντινής αυτοκρατορίας ενισχύθηκε, με κέντρο πια τηνΚρήτη. Η ανεδαφική αυτή θεώρηση της βυζαντινής ιδεολογίαςγέννησε μια συνωμοτική κίνηση, της οποίας ψυχή υπήρξε οΣήφης Βλαστός από την οικογένεια των Βλαστών του Ρεθύμνου. Ήταν ένας άνθρωπος με δυνατή προσωπικότητα και επιβολήστην τοπική κοινωνία. Συνεργάτες του Βλαστού ήταν ο παπάςΜανασσής Αρκολέος και ο Λεοντάκιος Τρουλινός από τοΡέθυμνο, ο παπάς Παύλος Καλύβας και ο Γεώργιος Καλλέργης από τα Χανιά. Το κίνημα αυτό εν γένει θα μπορούσε να θεωρηθείως διαμαρτυρία εναντίον της κυρίαρχης Βενετίας που είχευιοθετήσει την επιβολή της Ένωσης των Εκκλησιών. Το κίνημα όμως του Βλαστού καταπνίγηκε προτού προλάβει ναεκδηλωθεί. Τα σχέδια του Βλαστού προδόθηκαν από έναν Βενετόκαι έναν ορθόδοξο ιερέα. Οι Βενετοί συνέλαβαν τουςπρωταγωνιστές του κινήματος και τους θανάτωσαν μεβασανιστήρια τον Αύγουστο του 1454. Με μέτρα τρομοκρατίαςκαι δελεαστικές αμοιβές εξάρθρωσαν όλο το δίκτυο τηςσυνωμοτικής αυτής κίνησης.Επίσης, οι Βενετοί επιτέθηκαν με μένος και χαρακτηριστικόπάθος κατά του ορθοδόξου κλήρου του νησιού, τον οποίοθεωρούσαν τον κατ’ εξοχήν εχθρό της κυριαρχίας τους. Απότους 39 συνωμότες που επικηρύχθηκαν οι 10 ήταν ιερείς. Ακόμηαπαγορεύθηκε για πέντε χρόνια η χειροτονία ιερωμένων.Μια νέα συνωμοτική κίνηση αναδύθηκε στο Ρέθυμνο το 1460,αλλά και αυτή είχε άσχημο τέλος. Αναμεμιγμένοι ήταν οπρωτοπαπάς του Ρεθύμνου Πέτρος Τζαγκαρόπουλος, όπως καιπρόσφυγες από τον ελλαδικό χώρο. Η συνωμοσίαγνωστοποιήθηκε στους Βενετούς από έναν Εβραίο, τον ΔαβίδΜαυρογόνατο. Βεβαίως, υπήρξαν και Έλληνες καταδότες, όπωςο Ιωάννης Λίμας, σταθερός συνεργάτης των Βενετών. Έτσι οιβενετικές αρχές με σύντονες ενέργειες συνέλαβαν καιθανάτωσαν τους παράνομους συνωμότες. Ιδιαίτερη και εξέχουσαθέση ανάμεσα σ’ αυτούς είχε ο Ρεθυμνιώτης Ιωάννης Γαβαλάς.Με την εξύφανση των δύο παραπάνω συνωμοτικών κινήσεων, ηΒενετία ακολούθησε μία σκληρότερη θρησκευτική πολιτικήυποστηρίζοντας παράλληλα την παπική προπαγάνδα στο νησί.Με θέσπισμα της μητρόπολης απαγορεύθηκε η προβολή κάθεστοιχείου της ορθοδοξίας στο νησί.
4. Επαναστάσεις του 16ου αιώνα
Η ύστατη επαναστατική προσπάθεια των Κρητικών επίΒενετοκρατίας είναι η επανάσταση του Γεωργίου Καντανολέου ήΛυσσογιώργη. Το κίνημα αυτό συναίρεσε στους κόλπους του τιςαντιδράσεις των αγροτοποιμενικών πληθυσμών της δυτικήςΚρήτης στις φορολογικές καταπιέσεις και στις διαφόρων ειδώναυθαιρεσίες των Βενετών. Ένα μάλλον βέβαιο ενδεχόμενο ήτανότι το κίνημα θα έπαιρνε εθνικό χαρακτήρα, που δεν κατάφερενα εκδηλωθεί.Στα 1523 στα Κεραμειά των Χανίων σημειώθηκε ανταρσία με600 ενόπλους. Το κίνημα απλώθηκε στην περιοχή των Σφακίων,του Σελίνου και της ορεινής Κυδωνίας. Οι βενετικές αρχέςπροσπάθησαν να επαναφέρουν την τάξη απειλώντας καιεκφοβίζοντας τους επαναστάτες. Τα πράγματα οδηγήθηκαν στηνένοπλη σύγκρουση τον Οκτώβριο του 1527. Το αποτέλεσμα ήτανότι σε ένα μήνα μέσα κατάφεραν οι Βενετοί να καταστείλουν τηνεπανάσταση.Η αντεκδίκηση των Βενετών ήταν αστραπιαία. Τα χωριά τωνΧανίων Κεραμειά, Αλίκαμπος, Μεσκλά και Λάκκοικαταστράφηκαν ολοσχερώς. Όσοι κατάφεραν να διαφύγουν σταορεινά κρησφύγετα, επικηρύχθηκαν. Ο Γεώργιος Καντανολέοςεπικηρύχθηκε με το ποσό των 1.000 υπερπύρων και έτσισυνελήφθη με προδοσία. Πολλοί κάτοικοι των επαναστατημένωνχωριών εξορίστηκαν και απαγορεύθηκε η εγκατάσταση νέων.Μια χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η οικογένεια των Κόντων,που 1.050 μέλη της ακολούθησαν τον δρόμο της εξορίας για τανησιά του Αιγαίου και την Κύπρο. Αξιοσημείωτο είναι ότι οΓενικός Προβλεπτής Κρήτης Φίλιππος Πασκουαλίγκο αναφέρει σεέκθεσή του το 1594 τις οικογένειες που θεωρούσαν οι Βενετοίεπικίνδυνες για τη δημόσια ασφάλεια: οι Κόντοι από τονΑλίκαμπο, οι Καντανολέοι από το Κουστογέρακο, οι Μουσούροιαπό τον Ομαλό κ.ά.
Β’ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ(1669-1898)
Κεφάλαιο 1ο
– Πρώτη περίοδος της Τουρκοκρατίας και ηεπανάσταση του Δασκαλογιάννη (1669-1821)
1. Η τουρκική κατοχή της Κρήτης και η οργάνωση του εγιαλετίουΚρήτηςΗ κατάκτηση της νήσου από τα στίφη του οθωμανικού στρατούτο 1669 απετέλεσε την οριστική τροχοπέδη σε κάθε είδοςπνευματικής ή οικονομικής ανάπτυξης. Το νησί, το οποίο ήταν μιαεστία ελπίδας για το υπόδουλο έθνος, περιέπεσε και αυτό με τησειρά του στο σκότος της οθωμανικής δουλείας. Με τον πολύχρονοκαι εξοντωτικό Κρητικό Πόλεμο (1648-1669) ο πληθυσμός τουνησιού μειώθηκε σε σημαντικό βαθμό. Ο αναπτυγμένος αστικόςβίος της εποχής των Βενετών που ανθούσε, τώρα υποχώρησε και ταμεγάλα κέντρα της Κρήτης ουσιαστικά ερημώθηκαν. Ο Χάνδακαςείχε καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς από την πολυετή πολιορκία.Από την άλλη, η οικονομία περιορίστηκε στη μορφή του ποιμενικούβίου, ενώ το εμπόριο απονεκρώθηκε. Έτσι, η κατάκτηση τηςΚρήτης από τους Τούρκους έθεσε τις βάσεις για την ανάδειξη τουεθνικισμού των Κρητών και υποβοήθησε στη σφυρηλάτηση τηςεθνικής τους ταυτότητας. Στο νησί πια, όσοι ήταν ορθόδοξοι, αυτοίήταν και οι ακραιφνείς Έλληνες.Με την παγίωση της κυριαρχίας τους, οι Τούρκοι ξεκίνησαναμέσως να οργανώσουν στρατιωτικά και διοικητικά τη νέα τουςκατάκτηση. Αρχικά, διατήρησαν το διοικητικό σύστημα τωνΒενετών, δηλαδή τη διαίρεση της Κρήτης σε τέσσεραδιαμερίσματα, της Σητείας, του Χάνδακα, του Ρεθύμνου και τωνΧανίων. Αργότερα συνένωσαν το διαμέρισμα Σητείας με αυτό τουΧάνδακα και δημιουργήθηκε έτσι το Εγιαλέτι Κρήτης. Διοικητικόκέντρο του Εγιαλετίου Κρήτης ορίστηκε ο Χάνδακας. Οι Οθωμανοίδιατήρησαν το ιστορικό όνομα της πόλης, που την έλεγαν
Κανδιγιέ
(Κανδία). Κάθε διοικητικό διαμέρισμα της Κρήτης είχε διοικητήπασά που διοριζόταν από τον σουλτάνο. Τυπικά ο πασάς τουΧάνδακα ήταν ιεραρχικά ανώτερος από τους άλλους πασάδες τουνησιού. Επίσης, κατείχε τον τίτλο του
σερασκέρη
Κρήτης(αρχιστρατήγου), ως αρχιστράτηγος των στρατιωτικών δυνάμεωντου Εγιαλετίου.Οι πασάδες ήταν οι επίσημοι φορείς της εξουσίας του σουλτάνουστην Κρήτη και τηρητές της εφαρμογής του ιερού νόμου τωνμουσουλμάνων. Ήταν επιφορτισμένοι με τη μέριμνα για τηνείσπραξη των φόρων και την ασφαλή αποστολή τους στηνΚωνσταντινούπολη. Επίσης, είχαν την υποχρέωση να διατηρούνετοιμοπόλεμο στρατό για την αντιμετώπιση κάθε εξωτερικού κινδύνου, καθώς και για την τιθάσευση της ασυδοσίας τωνγενιτσάρων, που σταδιακά έγιναν αληθινή μάστιγα για τηντουρκική διοίκηση.Κάθε πασάς συνεπικουρείτο από στο διοικητικό του έργο από έναδιβάνιο, ένα συμβούλιο δηλαδή στο οποίο μετείχαν ο πασάς ωςπρόεδρος, ο καδής (ιεροδικαστής), ο μουφτής (ερμηνευτής τουνόμου), ο αρχηγός των γενιτσάρων και ο αρχηγός τωνστρατιωτικών ταγμάτων. Στο συμβούλιο αυτό λαμβάνονταναποφάσεις για τα τοπικά ζητήματα. Την ευθύνη για την εφαρμογήτων αποφάσεων είχε ο αρχιαστυνόμος.Τον τουρκικό στρατό της Κρήτης αποτελούσαν δύο τάξειςγενιτσάρων, οι αυτοκρατορικοί γενίτσαροι και οι εντόπιοιγενίτσαροι, οι επιλεγόμενοι
γερλήδες
. Οι τελευταίοι προέρχονταναπό τους εξισλαμισθέντες Κρητικούς. Στον Χάνδακα στάθμευανπέντε τάγματα αυτοκρατορικών γενιτσάρων, που το καθένα είχεδύναμη 5.000 ανδρών, και 28 στρατώνες γερλήδων γενιτσάρων.Στον τομέα της δικαιοσύνης, απόλυτος κυρίαρχος της νομικήςζωής ήταν το κοράνιο. Το ιεροδικείο ήταν υπεύθυνο να παίρνει τιςαποφάσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις του ιερού νόμου.Ιεροδικεία υπήρχαν, ένα σε κάθε διαμέρισμα του νησιού. Όλες οιυποθέσεις δικάζονταν από τα κατά τόπους ιεροδικεία. Οι αποφάσειςκαταχωρούνταν στους ιερονομικούς κώδικες και έτσι αποκτούσανκύρος και ήταν εκτελεστές. Επίσης, οι σουλτανικές διαταγέςέπρεπε να καταχωρηθούν πρώτα στους ιερονομικούς κώδικες, γιανα αποκτήσουν νομιμότητα. Ο ιεροδίκης διοριζόταν από τονανώτατο δικαστή του οθωμανικού κράτους. Η αμοιβή τουλαμβανόταν από τον καταδικασθέντα. Ένα πολύ επείγον μέλημα της τουρκικής διοίκησης ήταν ηδιανομή των γαιών στην Κρήτη και η οργάνωση του φορολογικούσυστήματος. Μετά την άλωση του Χάνδακα έγινε κτηματογράφησηκαι απογραφή του πληθυσμού προς φορολόγηση και το 1671εξεδόθη το πρώτο διάταγμα της φορολογίας. Το φορολογικόσύστημα που επιβλήθηκε υπήρξε το πιο επαχθές αναλογικά με τονυπόλοιπο τουρκοκρατούμενο ελληνισμό.
2. Η επανάσταση του Δασκαλογιάννη
Ένα ιδιαιτέρως σημαντικό γεγονός της πρώιμης περιόδου τηςτουρκοκρατίας στην Κρήτη ήταν η επανάσταση τουΔασκαλογιάννη, που ξέσπασε το 1770. Η επανάσταση αυτήεντάσσεται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των Ορλωφικών και τηςεπιθετικής προς την οθωμανική αυτοκρατορία πολιτικής της Μ.Αικατερίνης της Ρωσίας. Τα Σφακιά, όπου υπήρξαν το κέντροπροετοιμασίας της επανάστασης, ήταν μια ορεινή, απομακρυσμένηπεριοχή από τα διοικητικά κέντρα και δεν επέτρεπε τη συχνήπαρουσία των Τούρκων εκεί. Οι Σφακιανοί πλήρωναν τους φόρουςτους και έτσι δεν δέχονταν άλλες οχλήσεις από τους Τούρκους.Επειδή η επαρχία Σφακίων βρέχεται από θάλασσα, οι κάτοικοί τηςβρήκαν εκεί διέξοδο. Εκμεταλλευόμενοι την επιτόπια ξυλείαναυπηγούσαν μικρά πλοιάρια στο Μπρόσγιαλο και στο Λουτρό καιταξίδευαν σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, φτάνοντας ακόμη και στηΡωσία, στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Η ναυτική τους αυτήδραστηριότητα τούς προσπόριζε αρκετά χρήματα και έτσι η ορεινήπεριοχή των Σφακίων έδειχνε μια εικόνα ευμάρειας.Μια εξέχουσα προσωπικότητα των μέσων του 18ου αιώνα ήταν και ο Ιωάννης Βλάχος, ο επονομαζόμενος Δασκαλογιάννης. ΟΔασκαλογιάννης καταγόταν από την Ανώπολη Σφακίων καισυγκεκριμένα από την οικογένεια των Βλάχων, η οποία ήτανονομαστή από την εποχή της Βενετοκρατίας. Ο Δασκαλογιάννης ωςάνθρωπος ήταν εύχαρις, ευπροσήγορος, πατριώτης και γεμάτοςεθνικό ενθουσιασμό. Επειδή είχε κάποιες γραμματικές γνώσεις,έλαβε την επωνυμία «Δάσκαλος». Ήταν πλούσιος πλοιοκτήτης καιμε τα τέσσερα μεγάλα πλοία του ταξίδευε σε όλα τα λιμάνια τηςΜεσογείου και έτσι είχε μια γενικότερη εποπτεία των προβλημάτωνεκείνης της εποχής. Στην επαρχία του κατείχε ηγεμονική θέσηλόγω του πλούτου του αλλά και των γραμματικών γνώσεων πουείχε. Το 1750 αναφέρεται ως γραμματικός και το 1765 ωςπρόεδρος (κετχουντάς) της επαρχίας του. Με τον αδελφό του, τονΝικολό Σγουρομάλλη, ήταν οι αντιπρόσωποι της επαρχίας τους σεόλες τις υποθέσεις έναντι των αρχών. Ο Δασκαλογιάννης γνώριζεπολλούς επιφανείς Έλληνες και ξένους της εποχής του. Γνώριζε τονΕμμ. Μπενάκη στη Μάνη, και ίσως τον Θεόδωρο Ορλώφ, τον οποίοείχε στείλει η Μ. Αικατερίνη το 1769 στην Πελοπόννησο για ναπροετοιμάσει το έδαφος για την επανάσταση που θα ακολουθούσεκαι να κερδίσει έτσι τη συστράτευση των προκρίτων στοσχεδιαζόμενο εγχείρημα. Ο Δασκαλογιάννης οραματιζόταν τησύσταση ενός απελευθερωτικού κινήματος στην Κρήτη με τηβοήθεια της Ρωσίας. Τα γεγονότα έλαβαν γρήγορη τροπή μετά την επανάσταση στηΜάνη του 1769, που έλαβαν μέρος και αρκετοί Σφακιανοί. Όλο το1769 έως την άνοιξη του 1770 η επανάσταση προετοιμαζόταν απότον Δασκαλογιάννη στα Σφακιά, με τη συγκέντρωση όπλων και εφοδίων σε οχυρά μέρη. Η επανάσταση περιορίστηκε στα Σφακιά,γιατί, επί των διαμορφωθεισών συνθηκών, ήταν αδύνατον ναεξαπλωθεί σε ολόκληρη την Κρήτη.Δεν είναι απολύτως γνωστή η ημερομηνία της έκρηξης τηςεπανάστασης στα Σφακιά. Το πιθανότερο είναι ότι οι πρώτεςεπαναστατικές κινητοποιήσεις ξεκίνησαν στις 4 Απριλίου 1770. Τηνημέρα αυτή συγκεντρώθηκαν στην πεδιάδα της Κράπης 2.000άνδρες από τα γύρω χωριά. Με τη συλλειτουργία είκοσι ιερέων καισε πανηγυρικό κλίμα, ετέλεσαν τη Δεύτερη Ανάσταση και ξεκίνησαννα γλεντούν, νιώθοντας χαρούμενοι για τον σκοπό τους.Πρωτύτερα αρνήθηκαν να καταβάλουν τον κεφαλικό φόρο στονεισπράκτορα.Η δύναμη των Σφακιανών δεν ξεπερνούσε τους 2.000 άνδρες,αλλά είχαν στην κατοχή τους άφθονο οπλισμό και πυρομαχικά. Οιπρώτοι στόχοι ήταν οι τουρκικοί οικισμοί στις επαρχίες Κυδωνίας,Αποκορώνου και Αγίου Βασιλείου, αναγκάζοντας τους Τούρκουςαυτών των περιοχών να καταφύγουν στα Χανιά. Οι Τούρκοι όμωςαντέδρασαν σύντομα και αποφασιστικά. Τον Μάη του 1770 έναεκστρατευτικό σώμα 15.000 ανδρών ήταν έτοιμο να εισβάλει σταΣφακιά από τη μεριά του Αποκόρωνα. Για να γλυτώσουν τιςοικογένειές τους οι Σφακιανοί, τις απέστειλαν στα Κύθηρα και στηνότια Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να μην εμπλακούνπολεμικά, παρέχοντας πρώτα εγγυήσεις και όρους παράδοσηςστους επαναστάτες. Όμως κανένα αποτέλεσμα. Έτσι άρχισε ηεπίθεση από τρία σημεία ταυτόχρονα. Στην Κράπη έγινε μια μεγάλημάχη, όπου όμως οι επαναστάτες εξωθήθηκαν να υποχωρήσουνπρος στις υψηλότερες κορυφές των σφακιανών βουνών. Όλο τοέτος του 1770 οι Σφακιανοί αντέταξαν σκληρή άμυνα στα βουνά καιστα φαράγγια του τόπου τους. Οι καταστροφές όμως που επέφερανοι Τούρκοι ήταν ανυπολόγιστες: χωριά καταστράφηκαν, κοπάδιαδιαλύθηκαν και πολλοί αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στα σκλαβοπάζαρατου Χάνδακα. Ο Πρωτόπαπας, θείος του Δασκαλογιάννη, ήτανανάμεσα στους αιχμαλώτους, ο οποίος έδωσε μάλλον πληροφορίεςγια τις σχέσεις του Δασκαλογιάννη με τους Ρώσους. Το πιο όμωςοδυνηρό ήταν η σύλληψη της γυναίκας του Δασκαλογιάννη και τωνδύο θυγατέρων του.Ο χειμώνας που πλησίαζε ήταν δύσκολος. Οι Ρώσοι δεναπέστειλαν καμία βοήθεια, όπως είχαν υποσχεθεί. Έτσι λοιπόνυποτάχθηκαν στην σκληρή πραγματικότητα.
Οι επαναστάτεςδέχθηκαν τους επαχθέστατους όρους που τους πρόβαλαν οι Τούρκοι, που ήταν οι εξής:
1.Να πληρώσουν τον κεφαλικό φόρο, που αρνήθηκαν ναπληρώσουν το προηγούμενο έτος.
2.Να παραδώσουν τα όπλα και τα πολεμοφόδιά τους.
3.Να παραδοθούν οι πρωταίτιοι της επανάστασης, για να τουςεπιβληθεί η ανάλογη τιμωρία.
4.Να μην επικοινωνούν με κανένα χριστιανικό πλοίο οιΣφακιανοί, που τυχόν πλησιάσει τα λιμάνια τους.
5.Να προσπαθούν να συλλαμβάνουν τα πληρώματα τωνχριστιανικών πλοίων και να τα αποστέλλουν στον Χάνδακα.
6. Να ασκείται η δικαστική εξουσία στα Σφακιά απόαξιωματικό και ιεροδίκη, που θα διορίζονται από το διβάνιοτου Χάνδακα.
7.Να μην επιτρέπεται η επιδιόρθωση των εκκλησιών ούτε ηανέγερση νέων.
8.Να πληρώνουν οι Σφακιανοί κανονικά τον φόρο της δεκάτηςσύμφωνα με το σουλτανικό φιρμάνι, που θα εξεδίδετοπροσεχώς.
9.Να μην επιτρέπεται η ανέγερση υψηλών οικοδομών ούτε ηπαρουσία χριστιανικών συμβόλων σ’ αυτές.
10.Να απαγορευθούν οι θρησκευτικές τελετές και οικωδωνοκρουσίες.
11.Να παραδοθούν οι αιχμάλωτοι μουσουλμάνοι.
12.Να φορούν οι Σφακιανοί την προσήκουσα για τουςραγιάδες ενδυμασία.
Κάτω λοιπόν απ’ αυτές τις συνθήκες, ο Δασκαλογιάννης πήρε τηναπόφαση να παραδοθεί, ελπίζοντας έτσι ότι θα ελάφρυνε τη θέσητων συμπατριωτών του. Ο πασάς του Χάνδακα πίεσε τον αδελφότου Δασκαλογιάννη, Νικολό Σγουρομάλλη, να γράψει επιστολή στοναδελφό του και να τον διαβεβαιώνει για τις αγαθές προθέσεις των Τούρκων. Ο Δασκαλογιάννης παραδόθηκε μαζί με τους συντρόφουςστο στρατόπεδο των Τούρκων στο Φραγκοκάστελλο, όπου έτυχεεξαιρετικής περιποίησης από τον πασά του Ηρακλείου. Αφού όμωςμεταφέρθηκε στο Ηράκλειο, του επιφυλασσόταν μια τρομερήτιμωρία: εγδάρη ζωντανός στις 17 Ιουνίου 1771. Τον οδήγησαν σεμια ανατολική πλατεία του Ηρακλείου, στην επιλεγόμενη τουρκικά«ατμεϊντάν» (σημερινό Μεϊντάνι, δίπλα στην πλατεία τωνΛιονταριών κεντρικά στο Ηράκλειο), όπου κατά τη διάρκεια τηςμεταφοράς ο κατάδικος μόλις που μπορούσε να βαδίσει λόγω τωναγριότατων βασανιστηρίων που είχε υποστεί. Από την προηγούμενηημέρα οι δήμιοί του είχαν ετοιμάσει ένα σανίδωμα, με τη μορφήυψηλού καθίσματος, το οποίο στηριζόταν σε τέσσερεις πασσάλους.Αφού ανέβασαν εκεί το θύμα, του έδεσαν δυνατά τα χέρια και τοστήθος στους πασσάλους, που εξείχαν πίσω του ως να ήταν ηπλάτη του καθίσματος. Έπειτα, σταυρώνοντας τα σχοινιά, έσφιγγανκαι τα υπόλοιπα μέλη του σώματος στα ξύλα του καθίσματος. Έτσικανένα μέλος δεν μπορούσε να κινηθεί. Μετά ήρθε ο δήμιος με ένακοφτερό μαχαίρι και άρχισε να τον γδέρνει και ένας άλλοςκρατούσε μπροστά στο θύμα έναν καθρέφτη και ενέπαιζε τονμεγάλο αρχηγό. Λέγεται ότι οι Τούρκοι ανάγκασαν τον αδελφό του,Νικολό Σγουρομάλλη να παρακολουθήσει το μαρτύριο, ο οποίος δενάντεξε και παραφρόνησε. Οι υπόλοιποι έγκλειστοι Σφακιανοί κατάφεραν να δραπετεύσουν μετά από τρία χρόνια και ναεπιστρέψουν στα Σφακιά, αντικρύζοντας τις μεγάλες καταστροφέςπου είχε πάθει ο τόπος τους από τις λεηλασίες των τουρκικών στιφών
Η επανάσταση λοιπόν του Δασκαλογιάννη ήταν το πρώτο βήμα προς την ελευθερία στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, αλλά και υπήρξε η πρώτη εμπειρία για τις φοβερές συνέπειες της ήττας
Κεφάλαιο 2ο
– Κρητικές επαναστάσεις του 19ου αιώνα
1. Δράση της Φιλικής Εταιρείας στην ΚρήτηΗ Κρήτη δεν παρέμεινε πολύ καιρό ακλυδώνιστη από την έκρηξημιας επανάστασης. Σύντομα, περίπου τη δεύτερη δεκαετία του 19
ου
αιώνα, άρχισε να εντάσσεται στον επαναστατικό αναβρασμόεναρμονιζόμενη με το εθνικό κέντρο. Όταν ξεκίνησε η δράση τηςΦιλικής Εταιρείας στην ελλαδική χερσόνησο, ήταν κάπως δύσκολο
να διοργανωθεί η επαναστατική κατήχηση στην απόμακρη Κρήτη.Οι αιτίες ήταν οι δυσμενείς τοπικές συνθήκες και η μακρινήαπόσταση. Τα κηρύγματα της Εταιρείας είχαν καταφθάσει στηνΚρήτη και πάρα πολλοί Κρήτες ιερωμένοι, έμποροι και λόγιοι πουείχαν ζήσει στην Κωνσταντινούπολη ή στις Παρίστριες Ηγεμονίεςείχαν μυηθεί.Στο Ιάσιον της Μολδοβλαχίας μυήθηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1816 οκρητικός λόγιος Εμμανουήλ Βερνάρδος ο οποίος υπήρξε και οπρώτος επίσημος κήρυκας της Φιλικής Εταιρείας στην Κρήτη.Κατέβηκε στην επαρχία Σφακίων τον Σεπτέμβριο του 1819, για να φέρει κάποια υλική βοήθεια στο σχολείο της Παναγίας της Θυμιανής, όμως η αληθινή του πρόθεση ήταν να βολιδοσκοπήσει ταπράγματα στην Κρήτη και να μυήσει στα ιδεώδη της ΦιλικήςΕταιρείας τους εντόπιους παράγοντες. Ανάμεσα στο πλήθος που κατήχησε ήταν και ο Αναγνώστης Μανουσογιαννάκης από το χωριόΝίμπρο Σφακίων. Ένας άλλος θερμός κήρυκας της Φιλικής Εταιρείας έφθασε τονΔεκέμβριο του 1819 στα Χανιά. Ήταν ο καθηγητής ΒαρνάβαςΠάγκαλος, καταγόμενος από παλαιά οικογένεια Κρητών φυγάδων.Κατήχησε πολλούς σημαίνοντες Κρήτες, ακόμη και τον γνωστόκρυπτοχριστιανό της Μεσαράς, Χουσεΐν (Μιχαήλ) Κουρμούλη.Διαδοχικά, ο ένας κατηχούσε το άλλο σχηματίζοντας έτσι έναεκτεταμένο δίκτυο μυημένων στην Κρήτη. Έτσι, λοιπόνδιαπιστώνουμε ότι η δράση της Φιλικής Εταιρείας ήταν σημαντικήκαι έπαιξε ενεργό ρόλο για την έκρηξη της επανάστασης του 1821.Η επανάσταση στηρίχθηκε έτσι σε επιφανείς ανθρώπους, που με τοκύρος και την κοινωνική επιρροή που είχαν, κατάφεραν να σεσύντομο χρόνο να εξαπλώσουν το επαναστατικό ιδεώδες σε όλο τονησί.2. Η επανάσταση του 1821-1830Η επανάσταση στην Κρήτη ήταν ένα μοναδικό φαινόμενο σε όλητην ιστορία του ελληνισμού. Η Κρήτη επαναστάτησε κατά τηςοθωμανικής κυριαρχίας με μοναδικό ακατανίκητο όπλο τηνελληνική συνείδηση των κατοίκων, τη ζωτικότητά τους και τηνασυγκράτητη οργή κατά του βαρβάρου δυνάστου. Ήταν δύσκολη η έκρηξη της επανάστασης στην Κρήτη, αμέσωςμετά την επανάσταση στην Πελοπόννησο τον ίδιο καιρό. Ηπαντελής έλλειψη όπλων και εφοδίων, η μεγάλη αναλογία τουτουρκικού πληθυσμού και η αγριότητά του ήταν ανασταλτικοίπαράγοντες για να παρθεί η απόφαση από τους κατά τόπουςοπλαρχηγούς να επαναστατήσουν.Οι τουρκικές αρχές όμως είχαν εντείνει την επιτήρησή τους, μετάτην έκρηξη του κινήματος στην Πελοπόννησο. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση στην Πελοπόννησο, διατάχθηκε ο μητροπολίτηςΓεράσιμος Παρδάλης από την τουρκική διοίκηση να καλέσει στονΧάνδακα όλους τους επισκόπους του νησιού, μάλλον για να. κρατηθούν ως όμηροι. Ο μητροπολίτης, μην μπορώντας να πράξειδιαφορετικά, έστειλε τις σχετικές προσκλήσεις, αλλά παράλληλαειδοποίησε τους επισκόπους να μην μεταβούν στον Χάνδακα. Ήρθανπέντε επίσκοποι, που κανένας δεν σώθηκε.Η επαναστατική δραστηριότητα ξεκίνησε από τα Σφακιά στιςαρχές Απριλίου του 1821. Στις 7 Απριλίου στα Γλυκά Νερά Σφακίωνέγινε συνέλευση, για να εξεταστούν τα πράγματα στην Κρήτη καινα μελετηθεί το ενδεχόμενο της σύμπραξης όλων των επαρχιώνστην επανάσταση. Οι Σφακιανοί αναλογίστηκαν και την οδυνηρήεμπειρία του 1770 και ήταν πολύ επιφυλακτικοί. Η συνέλευσηεπαναλήφθηκε στις 15 Απριλίου 1821 στην Παναγία Θυμιανή. Κατάτη διάρκεια των διαβουλεύσεων ελήφθη η απόφαση για τηνεπανάσταση, αλλά οι πολεμικές επιχειρήσεις άρχισαν στις αρχέςΙουνίου του 1821. Η 14
η
Ιουνίου 1821 ήταν η επίσημη ημέραέναρξης του κρητικού αγώνα, όπου την ίδια ημέρα σημειώθηκε καιη πρώτη νικηφόρα μάχη στο Λούλο Χανίων.Οι Τούρκοι όμως από την πλευρά τους δεν έμειναν απαθείς. Στις19 Ιουνίου 1821 απαγχονίστηκε ο επίσκοπος Κισάμου ΜελχισεδέκΔεσποτάκης και ο επίσκοπος Κυδωνίας Καλλίνικος Σαρπάκηςφυλακίστηκε. Οι ηγούμενοι των μοναστηριών σκοτώθηκαν από ταεξαγριωμένα πλήθη μουσουλμάνων. Ομάδα φανατικώνμουσουλμάνων εισήλθε στη γυναικεία μονή του Τιμίου Προδρόμου,στις Κορακιές Ακρωτηρίου στα Χανιά, και ατίμασε και έσφαξε όλεςτις μοναχές. Οι σφαγές ήταν τόσο άγριες και μέσα στην πόλη τωνΧανίων, όπου 400 Χριστιανοί χάθηκαν μέσα σε λίγες μέρες.Τα ίδια γεγονότα συνέβησαν και στο Ρέθυμνο, όπου ο επίσκοποςΓεράσιμος Περδικάρης ή Κοντογιαννάκης φυλακίστηκε υπό άθλιεςσυνθήκες και τον επόμενο χρόνο απαγχονίστηκε. Οι Τούρκοιράντισαν με το αίμα της καρδιάς του τις πολεμικές σημαίες για νανικήσουν.Στον Χάνδακα όμως διαδραματίστηκαν απερίγραπτες βιαιότητες.Ο Σερίφ πασάς του Χάνδακα είχε δώσει την άδεια σε όλον τοντουρκικό πληθυσμό να οπλοφορεί. Στις 23 Ιουνίου 1821 έφθασε στολιμάνι του Χάνδακα ένα τουρκικό πλοίο, που έφερε την είδηση γιατα έκτροπα στην Κωνσταντινούπολη και τον απαγχονισμό τουπατριάρχη. Αυτό ήταν και το έναυσμα για τη μεγαλύτερη σφαγήπου έγινε ποτέ στην Κρήτη, η οποία έμεινε στη μνήμη του λαού ως«ο μεγάλος αρπεντές». Στις 24 Ιουνίου 1821 οι Τούρκοι σκότωσαντον μητροπολίτη Γεράσιμο Παρδάλη και τους επισκόπους ΚνωσούΝεόφυτο, Χερρονήσου Ιωακείμ, Λάμπης και Σφακίων Ιερόθεο,Σητείας Ζαχαρία και Διοπόλεως Καλλίνικο. Η μητρόπολη λεηλατήθηκε και κάηκε, οι ηγούμενοι των μοναστηριών εκτελέστηκαν και πολλοί άλλοι κληρικοί βρήκαν τραγικό θάνατο. Της συγκεκριμένης μέρας οι νεκροί στον Χάνδακα ανήλθαν σε 800,συνυπολογιζομένων και αυτών στα περίχωρα της πόλης. Τα έντονα διαβήματα των υποπροξένων της Αγγλίας και της Γαλλίας συγκράτησαν τους Τούρκους και έσωσαν τους κατοίκους του Μεγάλου Κάστρου από τον γενικευμένο όλεθρο.
Απ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
Ανάλογα γεγονότα έγιναν και στην ανατολική Κρήτη. Τονεπίσκοπο Πέτρας Ιωακείμ τον έσφαξαν οι Τούρκοι του χωριούΧουμεριάκο. Η μονή Τοπλού στη Σητεία λεηλατήθηκε και πολλοίμοναχοί εσφάγησαν από τους εξαγριωμένους μουσουλμάνους.Η επανάσταση λοιπόν είχε φυσικό ορμητήριο τα Σφακιά. Από εκείεξαπλώθηκε ταχύτατα σε όλη τη δυτική Κρήτη. Οι Τούρκοιεπεχείρησαν να διαλύσουν τα επαναστατικά κέντρα στα ορεινάχωριά της Κυδωνίας και του Αποκόρωνα, για να κινηθούν προς ταχωριά των Σφακίων. Άγριες μάχες έγιναν το καλοκαίρι του 1821στα Κεραμειά, στη Μαλάξα και στον Αποκόρωνα. Επικεφαλής τωνεπαναστατών ήταν οι οπλαρχηγοί Α. Παναγιώτου και ΓεώργιοςΔασκαλάκης, ο Σήφακας από τον Αποκόρωνα και οι αδελφοίΙωάννης και Βασίλειος Χάλης από το χωριό Θέρισο Χανίων. Όλες οιπροσπάθειες των Τούρκων απέτυχαν. Μια σημαντική νίκησημείωσαν οι Κρήτες στις 15 Ιουνίου 1821 στους ΛάκκουςΚυδωνίας. Ο Λατίφ πασάς των Χανίων με 5.000 άνδρες ηττήθηκεκαι ο στρατός του διασκορπίστηκε, καθώς προσπαθούσε νακαταλάβει το Θέρισο. Οι Τούρκοι, υποχωρώντας, εγκατέλειψαν τονοπλισμό και τα πυρομαχικά τους, πολύτιμα λάφυρα στα χέρια τωνεπαναστατών.Στην περιοχή του Ρεθύμνου ένα τουρκικό εκστρατευτικό σώμαεπεχείρησε να κινηθεί προς τα Σφακιά, αλλά δέχθηκε επίθεση στοχωριό Ρούστικα από τους ρεθυμνιώτες οπλαρχηγούς Αναγνώστη καιΠέτρο Μανουσέλη, Δεληγιαννάκη, Αντ. Χελιδόνη, Γ. Τσουδερό καιαποδεκατίστηκε. Οι αρχηγοί των Τούρκων Γλυμίδης και Κουντούρηςσκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των μαχών. Την ίδια μέρα οιοπλαρχηγοί Ρούσος Βουρδουμπάς, Β. Κουρμούλης, Γ. Τσουδερός,Πωλογιώργης και Μελιδόνης απέκρουσαν επιτυχώς επίθεση των Τούρκων από τη σημερινή επαρχία Αμαρίου στη θέση Άγ. Ιωάννης οΚαημένος. Από τα όπλα που άφησαν πίσω οι τρομοκρατημένοι Τούρκοι οπλίστηκαν πολλοί επαναστάτες.Στην ανατολική Κρήτη η επανάσταση εκδηλώθηκε λίγες μέρεςαργότερα. Στην περιοχή του Ηρακλείου η επανάσταση ξεκίνησε απότη Μεσαρά, με κύριο εμψυχωτή και διοργανωτή τον επιφανήκρυπτοχριστιανό Μιχαήλ Κουρμούλη.Πρωταρχικός στόχος των Τούρκων ήταν να καταστραφούν ταΣφακιά, για να καταστείλουν έτσι την επανάσταση. Στα τέληΙουλίου 1821 ο Σερίφ πασάς του Ηρακλείου, με την ιδιότητα τουαρχιστρατήγου Κρήτης, οργάνωσε μιας μεγάλης κλίμακαςεκστρατεία, στην οποία συνέβαλαν και οι άλλοι πασάδες τουνησιού. Διοργανώθηκε ένα εκστρατευτικό σώμα 3.500 ανδρών μειππικό και πυροβολικό, το οποίο ξεκίνησε από το Ηράκλειο.Σταδιακά, κατά τη διάρκεια της πορείας του δέχθηκε και άλλεςενισχύσεις από τους υπόλοιπους πασάδες και αγάδες, ανερχόμενοέτσι στους 8.000 άνδρες. Οι Κρητικοί αποπειράθηκαν νααναχαιτίσουν τους Τούρκους στην περιοχή του Ρεθύμνου αλλάηττήθηκαν και πολλοί οπλαρχηγοί σκοτώθηκαν. Ο τουρκικόςστρατός ανενόχλητος κατέστρεψε ολοσχερώς τα χωριά τουΑποκόρωνα και έφθασε στον κόλπο της Σούδας, όπου ενώθηκε με τον στρατό των Χανίων. Τα θύματα της τουρκικής θηριωδίας στηνπεριοχή του Αποκόρωνα ξεπέρασαν τις 3.000. Στο Θέρισοκατάφεραν οι επαναστάτες να ανακόψουν την προέλαση τωντουρκικών δυνάμεων. Στη μάχη της 19
ης
Αυγούστου, που έγινε εκεί,οι Τούρκοι είχαν απώλειες 200 άνδρες. Όμως και πολλοί Κρητικοίσκοτώθηκαν.Οι Σφακιανοί αισθανόμενοι την κρισιμότητα της κατάστασηςέκαναν δραματικές εκκλήσεις προς τους άλλους Έλληνες γιαεπείγουσα βοήθεια. Τα αιτήματά τους αφορούσαν πυρομαχικά, όπλααλλά και πολεμικά πλοία, που κάνοντας την εμφάνισή τους στακρητικά παράλια, θα εκφόβιζαν τους Τούρκους.Η βοήθεια δεν κατέφθασε ποτέ και οι Τούρκοι, με επικεφαλής τονΟσμάν πασά του Ρεθύμνου, διείσδυσαν στα Σφακιά στις 29Αυγούστου 1821. Η επαρχία υπέστη φρικτή λεηλασία καικαταστροφή. Οι οπλαρχηγοί στην προσπάθειά τους να σώσουν τονάμαχο πληθυσμό, που είχε συγκεντρωθεί στις παραλίες με τηνελπίδα της επιβίβασης σε κάποιο πλοίο, δεν αντέταξαν καμίααντίσταση. Μετά την καταστροφή των Σφακίων οι Τούρκοιεπέστρεψαν στην ασφάλεια των φρουρίων τους. Τα φαινόμεναέδειξαν ότι η επανάσταση στην Κρήτη έτεινε να κατασταλεί και οι Τούρκοι επιβεβαίωσαν γι’ αυτό την Υψηλή Πύλη στηνΚωνσταντινούπολη.Παρά ταύτα, η επανάσταση αναζωπυρώθηκε σχετικά γρήγορα. Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1821 οι επαναστάτεςανασύνταξαν τις δυνάμεις τους και απώθησαν τους Τούρκους απότον Αποκόρωνα και την Κυδωνία με συντονισμένες επιθέσεις.Ενωρίς όμως κατέστη σαφές ότι η επανάσταση δεν θα μπορούσε ναείναι επιτυχής αν δεν υπήρχε ενιαία στρατιωτική και πολιτικήδιοίκηση. Η πολυαρχία, η φιλοδοξία και οι διαμάχες τωνοπλαρχηγών εμπόδιζαν την κοινή και μεθοδευμένη πολεμική δράση.Η ανάδειξη ενός αρχηγού θα συνέδεε την Κρήτη στενότερα με τιςάλλες επαναστατημένες περιοχές του ελληνισμού και θαυποστηριζόταν έτσι λυσιτελέστερα ο κρητικός αγώνας. Οι Κρήτεςαπευθύνθηκαν στον Δημήτριο Υψηλάντη και του ζήτησαν ναδιορίσει έναν Γενικό Αρχηγό Κρήτης. Πιο συγκεκριμένα, το σχετικόαίτημα διαβίβασε η «Καγκελαρία Σφακίων», η οποία δεν υπέδειξεκανέναν Κρητικό για την ανάληψη αυτής της θέσης παρά μόνο τονκρυπτοχριστιανό Μιχαήλ Κουρμούλη, πρόταση όμως που δεν βρήκεκαμία ανταπόκριση. Ο Δημήτριος Υψηλάντης υπέδειξε τονΑλέξανδρο Καντακουζηνό, ο οποίος όμως δεν αποδέχθηκε τηνπρόταση. Τότε ο Δημήτριος Υψηλάντης απευθύνθηκε στον ΜιχαήλΚομνηνό Αφεντούλη (ή Αφεντούλιεφ), ο οποίος δέχθηκε πρόθυμα τηθέση αυτή. Ο Αφεντούλης κατέβηκε στο νησί τον Νοέμβριο του1821 και παρέμεινε έως τον Νοέμβριο του 1822, φέρνοντας τονεντυπωσιακό τίτλο του «Γενικού Επάρχου και ΑρχιστρατήγουΚρήτης».Η επιλογή του Αφεντούλη για τη θέση του Γενικού ΔιοικητήΚρήτης δεν ήταν η πανάκεια για τα ποικίλα προβλήματα πουαντιμετώπιζε η επανάσταση στην Κρήτη. Οι Κρητικοί δεν ήθελαν να τους διοικεί ένας ξένος που δεν γνώριζε καθόλου τον χαρακτήρακαι τα προβλήματα του τόπου τους. Η σωματική του δυσμορφία καιη γενικά η εξωτερική του εμφάνιση δεν ενέπνεαν καθόλου τονσεβασμό και την εμπιστοσύνη, ενώ η υπεροψία του και ο εγγενήςκαιροσκοπισμός του τον έκαναν αντιπαθητικό στους περήφανουςΚρήτες αγωνιστές. Η θέση του υπονομευόταν ακόμη περισσότερο,λόγω της συνεχούς διαμάχης του με τους Σφακιανούς. Για ναενδυναμώσει τη θέση του ο Αφεντούλης απένειμε κάποιους τίτλουςκαι διακρίσεις σε οπλαρχηγούς, προκειμένου να τους πάρει με τομέρος του. Αυτή η κίνηση απετέλεσε ένα ολέθριο λάθος, γιατί όξυνετις ήδη υπάρχουσες αντιθέσεις και προκάλεσε βαθειά κρίση στονκρητικό αγώνα.Η θέση του Αφεντούλη έγινε ακόμη πιο δυσχερής, όταν είχεκάποιες πολεμικές αποτυχίες. Τον Μάρτιο του 1822 πολιόρκησε τοΡέθυμνο, πιστεύοντας ότι θα καταλάβει εύκολα την πόλη. Όμως ηπολιορκία απέτυχε και υπήρξαν βαρύτατες απώλειες. Ανάμεσαστους νεκρούς ήταν και ο Γάλλος φιλέλληνας Βαλέστρας. Δύομήνες αργότερα οι επαναστάτες ηττήθηκαν στην Μαλάξα Χανίων,στις 10 Μαΐου 1822.Ο Αφεντούλης αναμφισβήτητα οργάνωσε κάπως τιςεπαναστατικές δραστηριότητες και επί ημερών της αρχή του ηεπανάσταση εξαπλώθηκε σε όλο το νησί. Επίσης, προσπάθησε ναοργανώσει πολιτικά τον αγώνα και να προετοιμάσει ένα σχέδιοπολιτικού Οργανισμού. Για τον σκοπό αυτό κάλεσε τον ΠέτροΟμηρίδη Σκυλίτση, που είχε ήδη αντιπροσωπεύσει το νησί στην Α’Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου.Από 11 έως 21 Μαΐου 1822 συγκλήθηκε στους ΑρμένουςΑποκορώνου Γενική Συνέλευση των Κρητών, για την ψήφισηΠροσωρινού Πολιτεύματος και για την ανάδειξη των φροντιστών(υπουργών) του αγώνα. Έλαβαν μέρος 40 εκπρόσωποι τωνκρητικών επαρχιών, υπό την προεδρία του Πέτρου Ομηρίδη. ΟΟμηρίδης υπήρξε διαλλακτικός και εργάστηκε με ζήλο για τηναποκατάσταση της ηρεμίας στο νησί.Η Γενική Συνέλευση των Κρητών εξέδωσε Προκήρυξη και ψήφισεσχέδιο συντάγματος με τον τίτλο: «Προσωρινὴ Πολιτεία τῆς νήσουΚρήτης». Το σχέδιο αυτό περιλάμβανε 7 μέρη: 1. Περί θρησκείας, 2.Περί γενικών δικαιωμάτων των κατοίκων της νήσου, 3. Περί τηςπεριοχής της νήσου, 4. Περί Διοικήσεως, 5. Περί εκλογής τηςΔιοικήσεως, 6. Περί χρεών και δικαιωμάτων των διοικούντων και 7.Περί γενικής τάξεως και αλληλογραφίας. Η Γενική Συνέλευση τωνΑρμένων ψήφισε επιπροσθέτως ένα «Σχέδιον προσωρινῆςΔιοικήσεως τῆς νήσου Κρήτης», που πρόβλεπε τη διαίρεση τουνησιού σε 4 επαρχίες. Μία μέρα μετά την επικύρωση τουΠροσωρινού Πολιτεύματος, η Γενική Συνέλευση ανακήρυξε μεψήφισμά της Γενικό Έπαρχο τον Αφεντούλη, και προχώρησε στονδιορισμό των Γενικών Φροντιστών.Πρακτικά, όλες οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις δεν εφαρμόστηκανποτέ συνολικά. Ο Πέτρος Ομηρίδης εγκατέλειψε το νησί, μόλιςέγινε γνωστό το γεγονός ότι είχαν αποβιβαστεί οι αιγυπτιακές δυνάμεις στα τέλη Μαΐου 1822, ενώ ο Αφεντούλης παρέμεινε γιαλίγους μήνες ανίσχυρος.Επειδή ο σουλτάνος Μαχμούτ Δ’ έβλεπε ότι δεν ήταν δυνατόν νααντιδράσει αποτελεσματικά στην Κρήτη, ζήτησε τη βοήθεια τουΜεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Ο τελευταίος αποδέχθηκε τηνπρόσκληση, γιατί τα μελλοντικά σχέδιά του περιλάμβαναν τηνΚρήτη στις κτήσεις του. Απέστειλε λοιπόν ισχυρές στρατιωτικέςστο νησί, με επικεφαλής τον γαμπρό του, Χασάν πασά. Στις 28Μαΐου 1822 προσορμίστηκε στο λιμάνι της Σούδας ο αιγυπτιακόςστόλος, που αποτελείτο από 30 πολεμικά και 84 φορτηγά πλοία.Ο Χασάν πασάς δεν χρονοτρίβησε καθόλου. Οι κινήσεις του ήτανταχύτατες. Στις αρχές Ιουνίου του 1822 επιτέθηκε στην τοποθεσίατης Μαλάξας, όπου όμως οι επαναστάτες κράτησαν τις θέσειςτους. Επειδή όμως οι οπλαρχηγοί συνεχώς διαφωνούσαν μεταξύτους και δεν υπήρχε η επιβαλλομένη πειθαρχία και τάξη, δενδιαγραφόταν καμία ελπίδα αποτελεσματικής αντιμετώπισης τουΧασάν πασά στο μέλλον. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μια επίθεσητων Κρητών στα Τσικαλαριά στα Χανιά στις 12 Ιουνίου απέτυχε μετίμημα βαρύτατες απώλειες για τους επαναστάτες. Λόγωσυνεχόμενων αποτυχιών οι επαναστάτες αναγκάστηκαν ναυποχωρήσουν σε πιο ασφαλείς θέσεις και έτσι η Μαλάξα πέρασε σταχέρια των Τούρκων στις 13 Ιουνίου 1822.Το ίδιο χρονικό διάστημα ο Σερίφ πασάς του Χάνδακα επιτέθηκεκαι ισοπέδωσε τα Ανώγεια, των οποίων οι κάτοικοι βρήκανκαταφύγιο στα όρη. Οι Ανωγειανοί όμως οπλαρχηγοί αντεπιτέθηκανμε σφοδρότητα στο στρατόπεδο του Σερίφ στον Άγιο Μύρωνα(χωριό βορειοδυτικά του σημερινού Ηρακλείου) και επιφέροντας τησύγχυση, κατάφεραν να παρασύρουν ένα σώμα 350 Τουρκαλβανώνστον Κρουσώνα και να το εξοντώσουν εξ ολοκλήρου. Το καλοκαίρι του 1822 η επανάσταση στην Κρήτη βρισκόταν υπότην απειλή σοβαρότατου κινδύνου. Όλες οι εκκλήσεις που απηύθυνεο Αφεντούλης για βοήθεια έμειναν αναπάντητες. Ένα αισιόδοξογεγονός ήταν ότι τον Ιούλιο του 1822 ο Στέφανος Βασιλόπουλοςέφερε 900 όπλα, που αγοράστηκαν στην Μασσαλία με χρήματα τουΒαρβάκη, και δόθηκαν στις ανατολικές επαρχίες για νααναγεννηθεί η επανάσταση.Ο Χασάν πασάς από τις πρώτες συγκρούσεις του στρατού του μετους επαναστάτες αντιλήφθηκε ότι η καταστολή της επανάστασηςήταν ένα έργο εξαιρετικά δυσχερές. Αποφάσισε λοιπόν ναμεταχειρισθεί ηπιότερες μεθόδους. Αποφυλάκισε τον επίσκοποΚυδωνίας Καλλίνικο και τον ανάγκασε να στείλει στουςεπαναστάτες ποιμαντική εγκύκλιο στις 4 Ιουλίου 1822,προτρέποντάς τους να παραδώσουν τα όπλα. Παραλλήλως, ο Χασάνκαλούσε τον λαό της Κρήτης με προκηρύξεις να υποταχθεί στονηγεμόνα της Αιγύπτου, δίδοντας την υπόσχεση μιας αγαθούςδιακυβέρνησης. Οι Χανιώτες οπλαρχηγοί Χάληδες ήταν αυτοί πουαπάντησαν στον Χασάν, διατρανώνοντας την επιμονή τους για τησυνέχιση του αγώνα. Ο Χασάν ξεκίνησε πάλι τις πολεμικές επιχειρήσεις την 1
η
Αυγούστου 1822. Εξόρμησε με ισχυρές δυνάμεις από τον Πλατανιάστα Χανιά, σκοπεύοντας να διαλύσει τις επαναστατικές εστίες στηνορεινή Κυδωνία. Μέχρι την 6
η
Αυγούστου είχε καταλάβει τα χωριάΛάκκους και Θέρισσο, υφιστάμενος όμως τις αλλεπάλληλεςοχλήσεις των τοπικών οπλαρχηγών. Κατά τη διάρκεια όμως τωνμαχών ο Χασάν έχασε 600 άνδρες, γεγονός που τον έκανε ναανησυχήσει ιδιαιτέρως. Άφησε την ορεινή Κυδωνία, πέρασε στονΑποκόρωνα καίοντας τα πάντα στο πέρασμά του, και προχώρησεέως το Ρέθυμνο, στον Μυλοπόταμο. Η προέλαση αυτή τωναιγυπτιακών δυνάμεων έφερε σε πολύ κρίσιμη κατάσταση τηνεπανάσταση, καθώς δεν μπορούσε κανείς οπλαρχηγός νααναχαιτίσει οριστικά την ορμή των δυνάμεων των Αιγυπτίων.Στον Μυλοπόταμο ο Χασάν στρατοπέδευσε στο μοναστήρι τουΧριστού της Χαλέπας Μυλοποτάμου, όπου εκεί του επιτέθηκανΑνωγειανοί και Μυλοποταμίτες οπλαρχηγοί στις 30 Αυγούστου1822, επιφέροντάς του μεγάλες ζημιές. Την επόμενη μέρα δέχθηκενέα επίθεση, η οποία εξελίχθηκε σε πολύωρη και πολύνεκρη μάχηστη θέση Σκλαβόκαμπος. Επειδή η περιοχή δεν ήταν ασφαλής, οΧασάν κινήθηκε ανατολικά προς το Ηράκλειο. Εν συνεχεία εισέβαλεστην επαρχία Πεδιάδας, με σκοπό να εισέλθει στο οροπέδιοΛασιθίου, που ήταν ορμητήριο των επαναστατών. Οι επαναστάτεςόμως, παρακολουθώντας από κοντά τις κινήσεις του αιγυπτιακούστρατού, είχαν καταλάβει τις προσβάσεις. Ο Χασάν λοιπόν δενκατάφερε να εκβιάσει την είσοδό του στο οροπέδιο και έτσικατευθύνθηκε προς τη Βιάννο, όπου και στρατοπέδευσε. Στα τέληΟκτωβρίου 1822 πέρασε στην Ιεράπετρα και από κει με σύντονεςκινήσεις πέρασε στα χωριά Μάλες, Κρούστας και Κριτσά στοΜιραμπέλλο. Από αυτά τα χωριά κινήθηκε στο οροπέδιο τουΚαθαρού και από κει εισέβαλε στο οροπέδιο του Λασιθίου,καταστρέφοντας όλα τα χωριά της περιοχής.Η επανάσταση λοιπόν διέτρεχε τον έσχατο κίνδυνο καιπαραλλήλως η εσωτερική αναρχία είχε κορυφωθεί. Ο Αφεντούληςείχε έλθει σε οξύτατη αντιπαράθεση με τους Κρήτες οπλαρχηγούςκαι η θέση του ήταν πια προβληματική. Με συνεχείς αναφορές τουστον Κωλέττη και στον Κουντουριώτη ζητούσε την αντικατάστασήτου, προβάλλοντας ως δικαιολογία, αδυναμία εκτέλεσηςκαθηκόντων. Ο Γενικός Γραμματέας της Καγκελαρίας ΝεόφυτοςΟικονόμος και οι Φροντιστές συνέλαβαν και φυλάκισαν τονΑφεντούλη, κατηγορώντας τον για αδράνεια και για προδοτικήδιάθεση. Η Κρήτη έμεινε χωρίς διοικητή και οι «Παραστάται καὶΠληρεξούσιοι τῆς Πατρίδος» Αναγνώστης Παναγιώτου, ΓεώργιοςΠαπαδάκης, Νικόλαος Ανδρέου, Αναγνώστης Ιερωνυμάκης καιΕμμανουήλ Αντωνιάδης, που είχαν σταλεί στην Πελοπόννησο,ζήτησαν τον διορισμό του Εμμ. Τομπάζη στη θέση του Αφεντούλη(28 Νοεμβρίου 1822). Ο Τομπάζης κατέβηκε στο νησί μετά από έξιμήνες.Ο Χασάν έχοντας καταστρέψει το Λασίθι πέρασε τον χειμώνα στοΜιραμπέλλο, όπου τον Φεβρουάριο του 1823 έλαβε χώρα ένα πολύ σημαντικό επεισόδιο. Σε ένα σπήλαιο στο χωριό Μίλατος κατέφυγαντρομοκρατημένοι 2.000 άμαχοι, μαζί με λίγους οπλοφόρους. Οαιγυπτιακός στρατός πολιόρκησε το σπήλαιο για 15 μέρες. Λόγωτου αποκλεισμού τους οι δυστυχείς άμαχοι παραδόθηκαν και άλλοιεκτελέστηκαν επί τόπου, ενώ άλλοι πωλήθηκαν ως δούλοι.Εν τω μεταξύ ο Τομπάζης έφθασε στην Κρήτη με τον τίτλο του«Αρμοστή» στις 21 Μαίου 1823, μαζί με μια μικρή ναυτική μοίρακαι με ένα σώμα 600 εθελοντών. Η άφιξη του Τομπάζη αναπτέρωσετις ελπίδες των αγωνιστών για την ευόδωση της επανάστασης. Ο Τομπάζης αποβιβάστηκε στο Καστέλλι Κισάμου και αυτό έκανε τηνφρουρά της περιοχής να παραδοθεί, που με μια έντιμη συμφωνία ο Τομπάζης εγγυήθηκε την ασφαλή μεταφορά τους στα Χανιά.Αντί όμως ο Τομπάζης να καταλάβει τη Γραμπούσα και ναδημιουργήσει έτσι μια απόρθητη ναυτική βάση για τον έλεγχο τωνακτών, στράφηκε κατά της περιοχής του Σελίνου. Ένας μεγάλοςαριθμός Τούρκων αμάχων πολιορκήθηκε στην Κάντανο. Έγινανδιαπραγματεύσεις για να παραδοθούν, αλλά οι Τούρκοικωλυσιεργούσαν, ελπίζοντας ότι θα σταλεί βοήθεια από τα Χανιά.Στο τέλος συνθηκολόγησαν και έφυγαν προς τα Χανιά, αλλά στηνπεριοχή Σέμπρωνας περικυκλώθηκαν από Σφακιανούς αγωνιστές καιαποδεκατίστηκαν (7 Ιουνίου 1823).Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι ανασυντάχθηκαν. Ο νέος στρατηγός τωντουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων ήταν τώρα ο Χουσεΐν βέης, καθώς οΧασάν σκοτώθηκε σε ατύχημα με το άλογό του, γαμπρός και αυτόςτου Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Ο αιγυπτιακός στόλος με επικεφαλήςτον Ισμαήλ Γιβραλτάρ έφτασε στην Κρήτη στις αρχές Ιουνίου 1823και αποβίβασε 3.000 άνδρες μαζί με πολεμικό υλικό.Μπροστά στα νέα δεδομένα, ο Τομπάζης συγκάλεσε σε συνέλευσητους οπλαρχηγούς στο χωριό Αρκούδαινα στον Αποκόρωνα στις 22Ιουνίου 1823. Στη συνέλευση αυτή ψηφίστηκε ο «Ὀργανισμὸς τῆςἐνιαυσίου τοπικῆς διοικήσεως τῆς νήσου Κρήτης», που στις βασικέςτου διατάξεις είχε ως πρότυπο το σύνταγμα της Επιδαύρου. Όλες οιεξουσίες συναιρέθηκαν στο πρόσωπο του Αρμοστή, ο οποίος δενήταν υποχρεωμένος να λογοδοτεί πουθενά. Έτσι η εσωτερικήκατάσταση στο νησί έτεινε προς το χειρότερο και η αναρχίασυνεχίστηκε.Οι τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις, παρά τις όποιες εξελίξεις, δενχρονοτρίβησαν καθόλου. Ο Χουσεΐν λοιπόν επικεφαλής 12.000στρατιωτών, με υποστήριξη πυροβολικού και ιππικού, ήλθε τοΗράκλειο και στρατοπέδευσε στην περιοχή της Αγ. Βαρβάρας. Ο Τομπάζης κατάφερε να συγκεντρώσει 3.000 άνδρες στην περιοχήτης Γέργερης. Σε μάχη που έγινε στις 20 Αυγούστου 1823, οιΚρητικοί δεν κατάφεραν να αποκρούσουν τις επιθέσεις τουπολυάριθμου εχθρικού στρατεύματος και υποχώρησαν, έχονταςαπώλειες 300 ανδρών. Ο Τομπάζης δεν μπόρεσε να στρατολογήσειάλλους στην περιοχή της Μεσαράς και έτσι αναχώρησε για τιςδυτικές επαρχίες. Ο Χουσεΐν υπέταξε τη Μεσαρά ανενόχλητος καιπέρασε στην περιοχή του Ρεθύμνου. Στις αρχές του Οκτώβρη 1823στρατοπέδευσε στο χωριό Μελιδόνι Μυλοποτάμου και πολιόρκησε 370 γυναικόπαιδα και 30 ενόπλους στο παρακείμενο σπήλαιο. Ηπολιορκία κράτησε τρεις μήνες, με το δράμα των εγκλείστων νακορυφώνεται, όταν οι Τούρκοι έριξαν εύφλεκτες ύλες από μία οπήτου σπηλαίου και έβαλαν φωτιά. Όλοι οι πολιορκηθέντες πνίγηκαναπό τους καπνούς.Ο Χουσεΐν συνέχισε την προέλασή του ανενόχλητος προς ταδυτικά. Ο Τομπάζης προσπάθησε να καταλάβει το φρούριο τηςΓραμπούσας αλλά δεν τα κατάφερε. Επίσης, προσπάθησε ναπυρπολήσει τον αιγυπτιακό στόλο στο λιμάνι της Σούδας αλλά δενμπόρεσε να υλοποιήσει το σχέδιό του. Απηύθυνε δραματικέςεκκλήσεις για βοήθεια προς την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά δεν υπήρχεκαμία ανταπόκριση, λόγω του ότι την περίοδο εκείνη, περί το 1824,η επαναστατημένη πατρίδα κλυδωνιζόταν από τον εμφύλιο πόλεμο.Η Κρήτη λοιπόν έμεινε αβοήθητη. Ο Χουσεΐν κατέστρεψε τα χωριάτου Αποκόρωνα τον Φεβρουάριο του 1824 και τον επόμενο μήναεισέβαλε στα Σφακιά, από το φαράγγι του Κατρέ και την Κράπη.Μπροστά στον όγκο του τουρκοαιγυπτιακού στρατού πολλοίΣφακιανοί οπλαρχηγοί υποχώρησαν και δήλωσαν υποταγή. Οιεχθρικές δυνάμεις έφθασαν ανεμπόδιστες μέχρι το λιμάνι τουΛουτρού, όπου ο Τομπάζης διέταξε να κάψουν τις αποθήκες τωνεφοδίων, για να μην περιέλθουν στους εχθρούς. Στο φαράγγι τηςΑγ. Ρούμελης συγκεντρώθηκαν τρομοκρατημένοι άμαχοι, πουζητούσαν τη σωτηρία στα πλοία. Ο ελληνικός στόλος μεσυντονισμένες ενέργειες παρέλαβε 10.000 άτομα από το λιμάνι τουΛουτρού και 2.000 από άλλα λιμάνια των παρακείμενων ακτών.Ο Τομπάζης δεν είχε πια άλλο λόγο να παραμένει στην Κρήτη.Στις 12 Απριλίου 1824 με προκήρυξή του προς όλους τουςΚρητικούς συνιστούσε να συνεχίσουν τον αγώνα. Έφυγε από τηνΚρήτη μαζί με τον κρυπτοχριστιανό Μιχαήλ Κουρμούλη, ο οποίοςπέθανε λίγο αργότερα στην Ύδρα, έχοντας δώσει τα πάντα για ναπερισώσει την πατρίδα του.Αφού ο Τομπάζης απεχώρησε, η επανάσταση στην Κρήτηουσιαστικά έσβησε. Την ημέρα αποχώρησης του Τομπάζη, ο Χουσεΐνμε προκήρυξή του από το λιμάνι της Σούδας προς τον λαό τηςΚρήτης δήλωσε ότι παραχωρεί γενική αμνηστία. Λίγοι Κρητικοίέμειναν ανυπόταχτοι και συνέχισαν έναν απελπισμένο αγώνα με τημορφή κλεφτοπολέμου. Σχημάτισαν ανταρτικές ομάδες, με τιςοποίες διενεργούσαν δολιοφθορές. Αυτοί ήταν οι διαβόητοι«Καλησπέρηδες». Οι Τούρκοι δεν έμειναν άπραγοι. Οργάνωσαν καιαυτοί τρομοκρατικές ομάδες αποτελούμενες από φανατικούςγενιτσάρους. Αυτοί ονομάζονταν «Ζουρίδες» (νυφίτσες).Περί τα μέσα του 1825 οι Κρήτες πατριώτες που είχαν καταφύγειστην Πελοπόννησο και πολεμούσαν με τους άλλους Έλληνες,αποφάσισαν να αναθερμάνουν την επανάσταση στην Κρήτη. Ένασώμα 300 ανδρών, με επικεφαλής τους Δημ. Καλλέργη και τον Εμμ.Αντωνιάδη, κατέφθασε στην Κρήτη και αποβιβάστηκε στην περιοχήτης Γραμπούσας. Με ένα ευφυές σχέδιο κατέλαβαν το φρούριο στις9 Αυγούστου 1825 και παράλληλα άλλοι επαναστάτες κατέλαβαν το φρούριο της Κισάμου. Έτσι η κρητική επανάσταση ξαναζωντάνεψεκαι άρχισε η περίοδος της Γραμπούσας (1825-1828).Ο Μουσταφά πασάς, που είχε διαδεχθεί τον Χουσεΐν στη διοίκησητης Κρήτης, θορυβήθηκε και εξεστράτευσε εναντίον τωνεπαναστατών στην Γραμπούσα με δύναμη 2.000 ανδρών. Ηπροσπάθειά του να ανακαταλάβει το φρούριο της Γραμπούσαςαπέτυχε. Οι επαναστάτες όμως περιορίστηκαν στην Γραμπούσα,όπου για να επιβιώσουν στράφηκαν προς την πειρατεία. Για δύοχρόνια το φρούριο ήταν ορμητήριο πειρατικών επιδρομών κατά τωνκρητικών παραλίων και κατά οποιουδήποτε διερχομένου πλοίου.Στη Γραμπούσα οργανώθηκε ένας οικισμός και χτίστηκε καιεκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία την Κλεφτρίνα. Το φρούριο ενισχύθηκε και οργανώθηκε. Με την οικονομικήσυνδρομή Ελλήνων και Κρητών αγοράστηκε το πλοίο του Τομπάζη«Περικλής», που μετέφερε εφόδια και τρόφιμα στη φρουρά τηςΓραμπούσας. Την επίσημη επαναστατική αρχή απετέλεσε μιαπροσωρινή διοικούσα επιτροπή με την επωνυμία «ΚρητικὸνΣυμβούλιον».Ένα σώμα 1.000 Κρητικών και 100 άλλων μεταφέρθηκε από τονΜιαούλη και άλλους Υδραίους καπετάνιους στη Γραμπούσα στατέλη του Οκτωβρίου 1827, για να παρακινήσουν σε επανάσταση τιςκρητικές επαρχίες. Επειδή οι οπλαρχηγοί των δυτικών επαρχιώνφάνηκαν απρόθυμοι, αποφάσισαν να εκστρατεύσουν ανατολικά. Στις20 Νοεμβρίου 1827 ισχυρή δύναμη με αρχηγό τον Ιω. Χάλη,αποβιβάστηκε στον Άγ. Νικόλαο. Η αντίσταση που πρόβαλαν οι Τούρκοι κάμφθηκε εύκολα και οι επαναστάτες κινήθηκαν προς τοχωριό Κριτσά και από κει στην περιοχή της Νεάπολης. Τουρκικήδύναμη στάλθηκε από το Ηράκλειο, με αρχηγό τον Λαδάογλου, αλλάδιαλύθηκε και ο ίδιος ο Λαδάογλου σκοτώθηκε. Εν τω μεταξύέφθαναν από την άλλη Ελλάδα συνεχώς εθελοντές και έτσι ηδύναμη των επαναστατών ανήλθε στους 3.000 άνδρες. Όμως ηαπουσία κεντρικής διοίκησης και πειθαρχίας οδήγησε και αυτό τοεγχείρημα σε αποτυχία. Στις 9 Δεκεμβρίου 1827 οι επαναστάτεςδέχθηκαν επίθεση στα ανατολικά χωριά της επαρχίας Πεδιάδας απόσώμα Τουρκαλβανών και υποχώρησαν. Άλλοι επέστρεψαν στηνΓραμπούσα, άλλοι βρήκαν καταφύγιο στα βουνά και άλλοι έφυγανστα νησιά.Στους πρώτους μήνες του 1828, στα πλαίσια του σχεδίου τουΚαποδίστρια για την πάταξη της πειρατείας, στάλθηκε στηνΓραμπούσα ο Αλ. Μαυροκορδάτος, με αγγλικό και γαλλικό στόλο. Ταπειρατικά πλοία καταστράφηκαν ολοσχερώς και το φρούριοπαραδόθηκε στον Άγγλο ταγματάρχη Ουρκουάρτ, ο οποίοςσκοτώθηκε λίγους μήνες αργότερα.Λίγο πριν αυτές τις εξελίξεις, στην Γραμπούσα είχε αποβιβαστεί(5 Ιανουαρίου 1828) ο Ηπειρώτης αγωνιστής ΧατζημιχάληςΝταλιάνης με ένα εκστρατευτικό σώμα 600 πεζών και 100 ιππέων.Στις αρχές Μαρτίου του 1828 ο Νταλιάνης κατέλαβε τοΦραγκοκάστελλο και εκεί οχυρώθηκε. Ο Μουσταφά πασάςδιοργάνωσε μια μεγάλη στρατιά για να επιτεθεί στον Νταλιάνη, ο οποίος βρισκόταν σε δυσχερέστατη θέση. Ο Μουσταφά με δύναμη8.000 πεζών και 300 ιππέων έφτασε στο οροπέδιο του ΑσκύφουΣφακίων στις 13 Μαΐου 1828. Πέντε μέρες αργότερα ο τουρκικόςστρατός έφτασε στο Φραγκοκάστελλο, όπου συγκροτήθηκε μια απότις πιο φονικές μάχες της επανάστασης. Ο Χατζημιχάλης αφούπολέμησε γενναιότατα, σκοτώθηκε μαζί με 385 επίλεκτουςστρατιώτες του. Οι Τούρκοι έχασαν 800 άνδρες. Η τραγική ήττααυτών των γενναίων πολεμιστών στο Φραγκοκάστελλο (18 Μαΐου1828) συνδέθηκε στη λαϊκή παράδοση της Κρήτης με έναδυσεξήγητο οπτικό φαινόμενο, τους «Δροσουλίτες», πουπαρατηρείται κατά τα τέλη Μαΐου-αρχές Ιουνίου, υπό ορισμένεςατμοσφαιρικές συνθήκες στην ευρύτερη περιοχή. Όταν ο Μουσταφά πασάς επέστρεφε στα Χανιά, δέχθηκε αιφνίδιαεπίθεση από Σφακιανούς οπλαρχηγούς. Στα Χάλαρα του ΑγίουΑντωνίου ο Μουσταφάς έχασε 1.000 άνδρες, παθαίνοντας σχεδόνολοκληρωτική καταστροφή, αφού ο στρατός του τράπηκε σε φυγήαφήνοντας πίσω του όπλα και εφόδια. Στις 30 Μαΐου του 1828 ηδιαλυμένη στρατιά του Μουσταφά έφθασε στα Χανιά.Η κρητική επανάσταση αναζωπυρώθηκε σε όλες τις επαρχίες τηςΚρήτης και οι Τούρκοι αντέδρασαν με απίστευτες ωμότητες. Οπασάς του Ηρακλείου Σουλεϊμάν υποσχέθηκε δώρα σε Τούρκους πουθα έφερναν ακρωτηριασμένα μέλη Χριστιανών. Το καλοκαίρι του1828 διεξήχθηκαν φονικές μάχες στην Μεσαρά, όπου οι οπλαρχηγοίΜιχ. Κόρακας, Ν. Μαλικούτης και Ιωάσαφ Ξωπατέρας περιόρισαντους Τούρκους στα χωριά. Ο Ξωπατέρας πολιορκήθηκε από ισχυρέςτουρκικές δυνάμεις στον πύργο της μονής Οδηγητρίας, όπου βρήκετραγικό θάνατο τον Μάρτιο του 1828. Τον θάνατό του εκδικήθηκανοι οπλαρχηγοί της Μεσαράς σκοτώνοντας τον γενίτσαρο Αγριολίδη(Αύγουστος 1828). Το ακέφαλο πτώμα του μεταφέρθηκε στοΗράκλειο και αυτό εξαγρίωσε τον μουσουλμανικό όχλο, ο οποίοςπροχώρησε στη σφαγή 800 περίπου ατόμων στην πόλη τουΗρακλείου και στα περίχωρα. Αυτό έμεινε στη μνήμη του λαού, ως«ο αρπεντές του Αγριολίδη». Στα Χανιά ο Μουσταφά πασάς δενπαρακίνησε τον όχλο να προβεί σε όμοιες ωμότητες, γιατί φοβόταντην αντίδραση των Μ. Δυνάμεων.Οι σφαγές του αμάχου πληθυσμού στην Κρήτη από τους Τούρκουςπροκάλεσαν την αγανάκτηση των Ευρωπαίων. Έτσι, τον Οκτώβριο1828 αγγλικός και γαλλικός στόλος κατέφθασαν στο λιμάνι τηςΣούδας και ο ναύαρχος Μάλκολμ μεσολάβησε για την κατάπαυσητου πυρός συνάμα εμποδίζοντας απόβαση τουρκοαιγυπτιακώνενισχύσεων στο νησί. Αυτή την ευνοϊκή στάση έναντι της Κρήτηςθέλησε να εκμεταλλευθεί ο Καποδίστριας. Τον Νοέμβριο του 1828έστειλε τον αντιπρόσωπό του Εμμ. Τομπάζη, για να συνεννοηθεί μετους οπλαρχηγούς για την κατάληψη της Σητείας. Ένα ισχυρόεκστρατευτικό σώμα οργανώθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου 1828. Οσκοπός επετεύχθη και η πόλη καταλήφθηκε. Όμως οι επαναστάτεςεπιδόθηκαν στην λαφυραγωγία, ενθουσιασμένοι από τις νίκες τους.Οι Τούρκοι όμως αντέδρασαν δυναμικά. Ένα στρατιωτικό σώμα4.000 ανδρών κινήθηκε προς τη Σητεία την οποία ανακατέλαβε χωρίς αντίσταση, αιχμαλωτίζοντας πολλούς χριστιανούς. ΛίγοιΣφακιανοί έμειναν να πολιορκούν το φρούριο της Ιεράπετρας.Η επανάσταση διατηρήθηκε ζωντανή για λίγους μήνες ακόμη του1829 σε ολόκληρο το νησί. Η ύπαιθρος ελεγχόταν από τουςεπαναστάτες, ενώ οι Τούρκοι ήταν απομονωμένοι στην ασφάλειατων τριών μεγάλων φρουρίων, των Χανίων, του Ρεθύμνου και τουΗρακλείου.Μετά από τόσες θυσίες η επανάσταση έτεινε να σβήσει. Δέκαχρόνια πολεμικών προσπαθειών θα τελείωναν χωρίς καμία δικαίωσηγια τον βασανισμένο κρητικό λαό. Το Πρωτόκολλο της 22
ης
Ιανουαρίου 1830 δεν περιλάμβανε την Κρήτη μέσα στα όρια τουνεότευκτου ελληνικού κράτους. Την άφηνε στην απόλυτηδικαιοδοσία του σουλτάνου. Οι Μεγάλες Δυνάμεις εφαρμόζονταςπλήρως το σχέδιό τους περί συντήρησης της θνησιγενούςοθωμανικής αυτοκρατορίας, απέκλεισαν σε έναν ολόκληρο λαό τοδικαίωμά του να ενταχθεί στον εθνικό κορμό. Η είδηση αυτή ήτανπου οδήγησε όλους τους Κρητικούς σε πλήρη απογοήτευση. Το«Κρητικόν Συμβούλιον», που το αποτελούσαν οι Κ. Κριτοβουλίδης,Α. Στεφανάκης, Τζώρτζης Σαουνάτσος, Ν. Λιμπρίτης, Γ.Καλομενόπουλος, Μ. Χιονάκης, Α. Ιωαννίδης, Ι. Μιχαήλ, Γ.Βενέτικος, Γ. Σακόρραφος, Α. Αρετίνης, Α. Παπαδάκης, Ι. Κονδύληςκαι Μ. Λιδάς, με γραμματέα τον Ν. Δαμβέργη, συνεδρίασε έκτακταστο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου στις 22 Απριλίου 1830 καιεξέδωσε προκήρυξη η οποία απέδιδε ρεαλιστικά την τραγικήκατάσταση που βρισκόταν ο πληθυσμός της Κρήτης κάτω από τηνφρικτή τουρκική τυραννία. Ένα αίτημα του Κρητικού Συμβουλίου να παραμείνει τουλάχιστονη Γραμπούσα στα χέρια των Κρητών, έμεινε αναπάντητο. Έγινεπροσπάθεια να καταληφθεί το φρούριο αλλά οδήγησε σε αποτυχία. Τον Ιούνιο του 1830 στόλος των Μ. Δυνάμεων προσορμίστηκε στονόρμο του Παλαικάστρου, δυτικά του Ηρακλείου, για να επιβάλει τηνειρήνευση στο πολύπαθο νησί. Οι Κρήτες αποδέχθηκαν την οικτρήτους μοίρα και προχώρησαν σε ανακωχή, αφού πρώτακαθορίστηκαν οι υποχρεώσεις και των δύο εθνολογικών στοιχείωντης νήσου. Οι Τούρκοι όμως παραβίασαν αμέσως τη συμφωνία καιξεκίνησαν ξανά τις ωμότητες βυθίζοντας το νησί στο χάος καιστην αναρχία.
3. Η επανάσταση του 1866-1869
Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22ης Ιανουαρίου η Κρήτηδόθηκε στον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, ως αντάλλαγμα για τιςπολύτιμες υπηρεσίες που πρόσφερε στον σουλτάνο κατά τηδιάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου εξαρχής προσέβλεπε στην κατοχή της νήσου και στην παγίωση τηςεξουσίας του σ’ αυτήν. Άμεσα φρόντισε να λάβει μέτρα για τηνεσωτερική γαλήνη και ομαλότητα, ώστε να αποφύγει τυχόνμελλοντική ανάμιξη οποιουδήποτε εξωτερικού παράγοντα. Διόρισε πολιτικό διοικητή του νησιού τον Μουσταφά Ναϊλή πασά και τηστρατιωτική διοίκηση ανέθεσε στον Οσμάν Νουρ-Ελ-Ντιν βέη.Από την αρχή η αιγυπτιακή διοίκηση προσπάθησε, έστω καιφαινομενικά, να μεταχειρισθεί ισότιμα χριστιανούς καιμουσουλμάνους. Χορήγησε γενική αμνηστία και κάλεσε όλους τουςΚρητικούς να καταθέσουν τα όπλα και να ζήσουν ειρηνικά. Πολλοίμουσουλμάνοι, καθώς δεν μπορούσαν να υπακούσουν στις διαταγέςτου Μουσταφά επειδή ήταν συνηθισμένοι να διαπράττουν έκτροπα,μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία. Όμως και πολλοί Κρητικοίαρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους και εγκατέλειψαν τηνΚρήτη, έχοντας ως προορισμό την άλλη Ελλάδα. Το Πατριαρχείο μεσυνοδική επιστολή τον Ιανουάριο του 1831 παρακάλεσε τουςΚρήτες να μην φεύγουν από την πατρίδα τους, γιατί θαπροστατεύονταν από την αιγυπτιακή εξουσία.Αναφορικά με τη διοικητική οργάνωση, δημιουργήθηκαν δύοσυμβούλια, οι λεγόμενοι
σουράδες
, ένα στο Ηράκλειο και ένα άλλοστα Χανιά, ενώ άλλα δύο μικρότερα οργανώθηκαν στο Ρέθυμνο καιστα Σφακιά. Οι χριστιανοί σ’ αυτά αντιπροσωπεύονταν σε μειοψηφίαπου ήταν ανίσχυρη να επιβάλει τις απόψεις της.Η αιγυπτιακή κατοχή (1830-1840) σε πολλά σημεία ευεργέτησετην Κρήτη, αφού ένα ευρύ πρόγραμμα κοινωφελών έργων ξεκίνησενα εφαρμόζεται στο νησί. Λήφθηκε μέριμνα για την οργάνωση τηπαιδείας και για την ίδρυση σχολείων για χριστιανούς καιμουσουλμάνους. Το ίδιο έγινε και για τους άλλους τομείς.Για να εφαρμοστεί βέβαια ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμααπαιτήθηκαν μεγάλα ποσά, που αυτό σήμαινε αύξηση τηςφορολογίας και εκμετάλλευση του εγχώριου πλούτου. Ταεπαχθέστατα φορολογικά μέτρα που επιβλήθηκαν, προκάλεσαν τηναντίδραση των Κρητικών, με το κίνημα των Μουρνιών να αποτελείτη μεγιστοποίησή της. Τον Σεπτέμβριο του 1833 περίπου 7.000άοπλοι χριστιανοί συγκεντρώθηκαν στο χωριό Μουρνιές Κυδωνίαςστα Χανιά, για να δηλώσουν την αντίθεσή τους στην οικονομικήκαταπίεση της αιγυπτιακής διοίκησης. Απαγορεύθηκε η παραμονήοπλοφόρων για να μην θεωρηθεί ως ένοπλη εξέγερση. Ησυγκέντρωση αυτή δεν περιορίστηκε μόνο στην καταγγελία τωνφορολογικών μέτρων αλλά προχώρησε και σε διαμαρτυρία για τιςαυθαιρεσίες της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας.Ο Μεχμέτ Αλή αντέδρασε άμεσα και βίαια. Ο Οσμάν-Νουρ-Ελ-Ντινβέης επιτέθηκε με το ιππικό του και διέλυσε τη συγκέντρωση. Οι 41πρωταίτιοι συνελήφθησαν και απαγχονίστηκαν επί τόπου.Παραλλήλως, σε όλη την Κρήτη απαγχονίστηκαν σημαίνοντεςΚρητικοί και μουσουλμάνοι, που έβλεπαν με συμπάθεια το κίνηματων Μουρνιών και κρυφίως το υποστήριζαν. Η διαμαρτυρία αυτήτων Κρητών έπεσε στο κενό, καθώς οι Μ. Δυνάμεις ήταν εντελώςαπρόθυμες να ασχοληθούν με το Κρητικό Ζήτημα.Οι γενικότερες όμως περιπλοκές του Ανατολικού Ζητήματος ταέτη 1839-1841 επηρέασαν την εξέλιξη των κρητικών υποθέσεων. ΟΜεχμέτ Αλή της Αιγύπτου ενεπλάκη σε πόλεμο με την Τουρκία, τονοποίο και έχασε. Έτσι, οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη Συνθήκη του Λονδίνου στις 3 Ιουλίου 1840 απέσπασαν την Κρήτη από τουςΑιγυπτίους και την επανέφεραν στην σουλτανική κυριαρχία.Προτού υπογραφεί η Συνθήκη του Λονδίνου, διάφοροι εξόριστοιΚρήτες οπλαρχηγοί έλαβαν την απόφαση να κατεβούν στην Κρήτηκαι να οργανώσουν νέα επανάσταση, ελπίζοντας ότι έτσι θαπροβάλουν το Κρητικό Ζήτημα. Η επανάσταση εκδηλώθηκε στις 22Φεβρουαρίου 1841 σε όλη την Κρήτη. Στις δυτικές επαρχίεςαρχηγοί ήταν οι αδελφοί Χαιρέτη και στις ανατολικές οΒασιλογεώργης. Με προκήρυξη που εξεδόθη από τους αρχηγούς τηςεπανάστασης υπενθυμιζόταν στον κρητικό λαό η τεράστιαπροσπάθεια που είχε καταβάλει τα προηγούμενα χρόνια καιπολύχρονοι αιματηροί του αγώνες. Όλοι οι Κρήτες προτρέπονταννα αγωνιστούν ξανά για την ελευθερία τους.Οι Σφακιανοί από τη μεριά τους δεν έδειξαν καμία προθυμία νασυμμετάσχουν σε έναν νέο και αβέβαιο πολεμικό αγώνα. ΟΜουσταφά πασάς προσπάθησε να διαπραγματευθεί με τουςεπαναστάτες αλλά απέτυχε. Έτσι τη λύση έδωσε η ένοπλησύγκρουση. Άρχισε ένας αιματηρός και φονικός αγώνας. Σκληρέςμάχες έγιναν στον Αποκόρωνα και στην ανατολική Πεδιάδα.Η ελληνική κυβέρνηση της εποχής βρισκόταν σε πλήρη αδυναμίανα παράσχει την οποιαδήποτε βοήθεια και οι Μεγάλες Δυνάμειςπίεζαν τους επαναστάτες να κάνουν ανακωχή. Στις 5 Απριλίου 1841οι επαναστάτες υπέβαλαν στους βασιλείς Αγγλίας, Γαλλίας καιστον τσάρο της Ρωσίας υπόμνημα στο οποίο εξιστορούσαν τα δεινάτου κρητικού λαού. Όμως καμία απάντηση δεν εδόθη. Ο αγώναςλοιπόν αυτός έληξε χωρίς κανένα αποτέλεσμα, με τη μαζική φυγήεπαναστατών και αμάχων στην υπόλοιπη Ελλάδα.Γενικά, η περίοδος 1841-1866 υπήρξε ειρηνική. Ο ΜουσταφάΝαϊλή πασάς επανήλθε στην Κρήτη ως διοικητής στις 31Οκτωβρίου 1842 και παρέμεινε στην άσκηση της εξουσίας ως το1850, όταν στη θέση του τοποθετήθηκε ο Σαλίχ Βαμίκ πασάς. ΟΣαλίχ Βαμίκ πασάς κυβέρνησε το νησί με αίσθημα δικαιοσύνης καιάφησε καλές εντυπώσεις. Αντιθέτως, ο Βελή πασάς, γιος τουπροηγούμενου Μουσταφά, που διαδέχθηκε τον Σαλίχ, επανέφερε τησκληρότητα προγενεστέρων εποχών.Στην εξέλιξη των κρητικών πραγμάτων σημαντικές συνέπειεςείχε ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856). Με τη Συνθήκη τωνΠαρισίων του 1856 ο σουλτάνος υποχρεώθηκε να εκδώσει το ΧάτιΧουμαγιούν, το οποίο παραχωρούσε εκτεταμένα προνόμια στουςχριστιανούς υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οιτουρκικές αρχές στην Κρήτη αρνούνταν να εφαρμόσουν πλήρως τιςδιατάξεις του Χάτι Χουμαγιούν. Η στάση τους αυτή ήταν η αιτίαγια την έκρηξη νέων επαναστάσεων.Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση του Βελή πασά στην Κρήτη ήτανκατηγορηματικά αντίθετη στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ΧάτιΧουμαγιούν. Ιδιαίτερη αντίδραση προκάλεσε η επιβολή στουςΚρητικούς νέων φόρων και η απαγόρευση της κυκλοφορίας. ΤονΑπρίλιο του 1858 στη θέση Μπουτσουνάρια έξω από τα Χανιάσυγκεντρώθηκαν 5.000 Κρητικοί, που εξέλεξαν επιτροπή για να συντάξει υπόμνημα το οποίο θα υπέβαλε στους προξένους τωνΜεγάλων Δυνάμεων και στον σουλτάνο. Το πολιτικό αυτό κίνημαονομάστηκε «Κίνημα του Μαυρογένη» από το όνομα του κύριουυποκινητή του. Ο Βελή πασάς θέλησε να χρησιμοποιήσειστρατιωτική βία αλλά ο στρατιωτικός διοικητής αρνήθηκε.Ωστόσο, οι απεσταλμένοι του σουλτάνου που έφθασαν στην Κρήτητον Ιούνιο του 1858, δέχθηκαν να ικανοποιήσουν τα αιτήματα τωνΚρητών. Ο Βελή πασάς απομακρύνθηκε και τη θέση του κατέλαβε οΣαμή πασάς, ο οποίος άρχισε αμέσως συνομιλίες με τον οπλαρχηγόΜανουσογιαννάκη. Με ειδικό φιρμάνι, που εξεδόθη στις 7 Ιουλίου1858, παραχωρήθηκαν στους Κρητικούς ποικίλα προνόμια τα οποίααναβάθμισαν, έως ένα επίπεδο τη ζωή των χριστιανών.Αξιοσημείωτο είναι ότι την εποχή 1858-1866 παρατηρήθηκε στηνΚρήτη μία κίνηση «αντεπαναστατών», που απέβλεπε στηδημιουργία ενός ελληνικού νησιωτικού κράτους, υπό αγγλικήπροστασία. Η κίνηση αυτή μάλλον ήταν άκαιρη και ανεδαφική,καθώς η Κρήτη δεν χρειαζόταν έναν καινούριο δυνάστη αλλά τηνπραγματική της ελευθερία από κάθε λογής επίδοξους κυριάρχους.Ψυχή των «αντεπαναστατών» υπήρξε η Ελισάβετ Κονταξάκη.Η περίοδος 1866-1869 θα συγκλονίσει την Κρήτη με τηνεπανάσταση που εξερράγη, αφού απετέλεσε το αποκορύφωμα τουπόθου των Κρητών για ελευθερία. Καταδείχθηκε έτσι ο εθνικόςχαρακτήρας του Κρητικού Ζητήματος και με τις διαστάσεις πουπήρε απασχόλησε έντονα την ευρωπαϊκή διπλωματία.Δύο ήταν οι αφορμές που έκαναν τους Κρητικούς ναεπαναστατήσουν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: η επιβολήνέων φόρων και το λεγόμενο μοναστηριακό ζήτημα. Ο Ισμαήλπασάς, διοικητής της Κρήτης από το 1861, μετά από ένα διάστημααγαθούς διακυβέρνησης, άλλαξε τακτική και επέβαλε υψηλήφορολογία, κατά κύριο λόγο στα γεωργικά προϊόντα. Επίσης,θέλησε να αναμιχθεί στο μοναστηριακό ζήτημα, που είχεδημιουργηθεί την εποχή εκείνη. Έγιναν συζητήσεις για τη σύστασηΕπιτροπής που θα ασχολείτο με το θέμα, αλλά τα μέλη πουεπρόκειτο να εκλεγούν συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν.Από την άνοιξη του 1866 ξεκίνησαν συγκεντρώσεις σε διάφοραχωριά, στο Ατσιπόπουλο, στα Ανώγεια, στον Άγιο Μύρωνα και στοΚράσι. Στις 14 Μαΐου 1866 συνήλθε η πρώτη παγκρήτια συνέλευσηστα Μπουτσουνάρια των Χανίων. Συντάχθηκε υπόμνημα προς τονσουλτάνο, το οποίο περιέγραφε τα είδη των καταπιέσεων πουυφίσταντο οι Κρήτες, ζητώντας δικαιοσύνη. Η Συνέλευση αυτήδιαλύθηκε την ίδια μέρα, αλλά αμέσως την επόμενη υπογράφθηκεαπό κάποιους άλλους ένα άλλο υπόμνημα με αποδέκτες τουςβασιλείς της Αγγλίας, της Γαλλίας και τον τσάρο της Ρωσίας, μεαίτημα την ένωση της Κρήτης με την άλλη Ελλάδα.Η Υψηλή Πύλη απέστειλε την απάντησή της στους Κρήτες σταμέσα Ιουλίου 1866, που ήταν απορριπτική για τα αιτήματά τους. Τότε οι πληρεξούσιοι των κρητικών επαρχιών συγκεντρώθηκαν στοΜπρόσνερο Αποκορώνου και υπέγραψαν την πρώτη επαναστατικήδιακήρυξη, που την επέδωσαν άμεσα στις 20 Ιουλίου 1866 στους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Έτσι, η επαναστατικήΣυνέλευση κάλεσε τον λαό σε εξέγερση στις 21 Αυγούστου 1866, μεπροκήρυξη που εξέδω
ης
Αυγούστου, που έγινε εκεί,οι Τούρκοι είχαν απώλειες 200 άνδρες. Όμως και πολλοί Κρητικοίσκοτώθηκαν.Οι Σφακιανοί αισθανόμενοι την κρισιμότητα της κατάστασηςέκαναν δραματικές εκκλήσεις προς τους άλλους Έλληνες γιαεπείγουσα βοήθεια. Τα αιτήματά τους αφορούσαν πυρομαχικά, όπλααλλά και πολεμικά πλοία, που κάνοντας την εμφάνισή τους στακρητικά παράλια, θα εκφόβιζαν τους Τούρκους.Η βοήθεια δεν κατέφθασε ποτέ και οι Τούρκοι, με επικεφαλής τονΟσμάν πασά του Ρεθύμνου, διείσδυσαν στα Σφακιά στις 29Αυγούστου 1821. Η επαρχία υπέστη φρικτή λεηλασία καικαταστροφή. Οι οπλαρχηγοί στην προσπάθειά τους να σώσουν τονάμαχο πληθυσμό, που είχε συγκεντρωθεί στις παραλίες με τηνελπίδα της επιβίβασης σε κάποιο πλοίο, δεν αντέταξαν καμίααντίσταση. Μετά την καταστροφή των Σφακίων οι Τούρκοιεπέστρεψαν στην ασφάλεια των φρουρίων τους. Τα φαινόμεναέδειξαν ότι η επανάσταση στην Κρήτη έτεινε να κατασταλεί και οι Τούρκοι επιβεβαίωσαν γι’ αυτό την Υψηλή Πύλη στηνΚωνσταντινούπολη.Παρά ταύτα, η επανάσταση αναζωπυρώθηκε σχετικά γρήγορα. Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1821 οι επαναστάτεςανασύνταξαν τις δυνάμεις τους και απώθησαν τους Τούρκους απότον Αποκόρωνα και την Κυδωνία με συντονισμένες επιθέσεις.Ενωρίς όμως κατέστη σαφές ότι η επανάσταση δεν θα μπορούσε ναείναι επιτυχής αν δεν υπήρχε ενιαία στρατιωτική και πολιτικήδιοίκηση. Η πολυαρχία, η φιλοδοξία και οι διαμάχες τωνοπλαρχηγών εμπόδιζαν την κοινή και μεθοδευμένη πολεμική δράση.Η ανάδειξη ενός αρχηγού θα συνέδεε την Κρήτη στενότερα με τιςάλλες επαναστατημένες περιοχές του ελληνισμού και θαυποστηριζόταν έτσι λυσιτελέστερα ο κρητικός αγώνας. Οι Κρήτεςαπευθύνθηκαν στον Δημήτριο Υψηλάντη και του ζήτησαν ναδιορίσει έναν Γενικό Αρχηγό Κρήτης. Πιο συγκεκριμένα, το σχετικόαίτημα διαβίβασε η «Καγκελαρία Σφακίων», η οποία δεν υπέδειξεκανέναν Κρητικό για την ανάληψη αυτής της θέσης παρά μόνο τονκρυπτοχριστιανό Μιχαήλ Κουρμούλη, πρόταση όμως που δεν βρήκεκαμία ανταπόκριση. Ο Δημήτριος Υψηλάντης υπέδειξε τονΑλέξανδρο Καντακουζηνό, ο οποίος όμως δεν αποδέχθηκε τηνπρόταση. Τότε ο Δημήτριος Υψηλάντης απευθύνθηκε στον ΜιχαήλΚομνηνό Αφεντούλη (ή Αφεντούλιεφ), ο οποίος δέχθηκε πρόθυμα τηθέση αυτή. Ο Αφεντούλης κατέβηκε στο νησί τον Νοέμβριο του1821 και παρέμεινε έως τον Νοέμβριο του 1822, φέρνοντας τονεντυπωσιακό τίτλο του «Γενικού Επάρχου και ΑρχιστρατήγουΚρήτης».Η επιλογή του Αφεντούλη για τη θέση του Γενικού ΔιοικητήΚρήτης δεν ήταν η πανάκεια για τα ποικίλα προβλήματα πουαντιμετώπιζε η επανάσταση στην Κρήτη. Οι Κρητικοί δεν ήθελαν να τους διοικεί ένας ξένος που δεν γνώριζε καθόλου τον χαρακτήρακαι τα προβλήματα του τόπου τους. Η σωματική του δυσμορφία καιη γενικά η εξωτερική του εμφάνιση δεν ενέπνεαν καθόλου τονσεβασμό και την εμπιστοσύνη, ενώ η υπεροψία του και ο εγγενήςκαιροσκοπισμός του τον έκαναν αντιπαθητικό στους περήφανουςΚρήτες αγωνιστές. Η θέση του υπονομευόταν ακόμη περισσότερο,λόγω της συνεχούς διαμάχης του με τους Σφακιανούς. Για ναενδυναμώσει τη θέση του ο Αφεντούλης απένειμε κάποιους τίτλουςκαι διακρίσεις σε οπλαρχηγούς, προκειμένου να τους πάρει με τομέρος του. Αυτή η κίνηση απετέλεσε ένα ολέθριο λάθος, γιατί όξυνετις ήδη υπάρχουσες αντιθέσεις και προκάλεσε βαθειά κρίση στονκρητικό αγώνα.Η θέση του Αφεντούλη έγινε ακόμη πιο δυσχερής, όταν είχεκάποιες πολεμικές αποτυχίες. Τον Μάρτιο του 1822 πολιόρκησε τοΡέθυμνο, πιστεύοντας ότι θα καταλάβει εύκολα την πόλη. Όμως ηπολιορκία απέτυχε και υπήρξαν βαρύτατες απώλειες. Ανάμεσαστους νεκρούς ήταν και ο Γάλλος φιλέλληνας Βαλέστρας. Δύομήνες αργότερα οι επαναστάτες ηττήθηκαν στην Μαλάξα Χανίων,στις 10 Μαΐου 1822.Ο Αφεντούλης αναμφισβήτητα οργάνωσε κάπως τιςεπαναστατικές δραστηριότητες και επί ημερών της αρχή του ηεπανάσταση εξαπλώθηκε σε όλο το νησί. Επίσης, προσπάθησε ναοργανώσει πολιτικά τον αγώνα και να προετοιμάσει ένα σχέδιοπολιτικού Οργανισμού. Για τον σκοπό αυτό κάλεσε τον ΠέτροΟμηρίδη Σκυλίτση, που είχε ήδη αντιπροσωπεύσει το νησί στην Α’Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου.Από 11 έως 21 Μαΐου 1822 συγκλήθηκε στους ΑρμένουςΑποκορώνου Γενική Συνέλευση των Κρητών, για την ψήφισηΠροσωρινού Πολιτεύματος και για την ανάδειξη των φροντιστών(υπουργών) του αγώνα. Έλαβαν μέρος 40 εκπρόσωποι τωνκρητικών επαρχιών, υπό την προεδρία του Πέτρου Ομηρίδη. ΟΟμηρίδης υπήρξε διαλλακτικός και εργάστηκε με ζήλο για τηναποκατάσταση της ηρεμίας στο νησί.Η Γενική Συνέλευση των Κρητών εξέδωσε Προκήρυξη και ψήφισεσχέδιο συντάγματος με τον τίτλο: «Προσωρινὴ Πολιτεία τῆς νήσουΚρήτης». Το σχέδιο αυτό περιλάμβανε 7 μέρη: 1. Περί θρησκείας, 2.Περί γενικών δικαιωμάτων των κατοίκων της νήσου, 3. Περί τηςπεριοχής της νήσου, 4. Περί Διοικήσεως, 5. Περί εκλογής τηςΔιοικήσεως, 6. Περί χρεών και δικαιωμάτων των διοικούντων και 7.Περί γενικής τάξεως και αλληλογραφίας. Η Γενική Συνέλευση τωνΑρμένων ψήφισε επιπροσθέτως ένα «Σχέδιον προσωρινῆςΔιοικήσεως τῆς νήσου Κρήτης», που πρόβλεπε τη διαίρεση τουνησιού σε 4 επαρχίες. Μία μέρα μετά την επικύρωση τουΠροσωρινού Πολιτεύματος, η Γενική Συνέλευση ανακήρυξε μεψήφισμά της Γενικό Έπαρχο τον Αφεντούλη, και προχώρησε στονδιορισμό των Γενικών Φροντιστών.Πρακτικά, όλες οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις δεν εφαρμόστηκανποτέ συνολικά. Ο Πέτρος Ομηρίδης εγκατέλειψε το νησί, μόλιςέγινε γνωστό το γεγονός ότι είχαν αποβιβαστεί οι αιγυπτιακές δυνάμεις στα τέλη Μαΐου 1822, ενώ ο Αφεντούλης παρέμεινε γιαλίγους μήνες ανίσχυρος.Επειδή ο σουλτάνος Μαχμούτ Δ’ έβλεπε ότι δεν ήταν δυνατόν νααντιδράσει αποτελεσματικά στην Κρήτη, ζήτησε τη βοήθεια τουΜεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Ο τελευταίος αποδέχθηκε τηνπρόσκληση, γιατί τα μελλοντικά σχέδιά του περιλάμβαναν τηνΚρήτη στις κτήσεις του. Απέστειλε λοιπόν ισχυρές στρατιωτικέςστο νησί, με επικεφαλής τον γαμπρό του, Χασάν πασά. Στις 28Μαΐου 1822 προσορμίστηκε στο λιμάνι της Σούδας ο αιγυπτιακόςστόλος, που αποτελείτο από 30 πολεμικά και 84 φορτηγά πλοία.Ο Χασάν πασάς δεν χρονοτρίβησε καθόλου. Οι κινήσεις του ήτανταχύτατες. Στις αρχές Ιουνίου του 1822 επιτέθηκε στην τοποθεσίατης Μαλάξας, όπου όμως οι επαναστάτες κράτησαν τις θέσειςτους. Επειδή όμως οι οπλαρχηγοί συνεχώς διαφωνούσαν μεταξύτους και δεν υπήρχε η επιβαλλομένη πειθαρχία και τάξη, δενδιαγραφόταν καμία ελπίδα αποτελεσματικής αντιμετώπισης τουΧασάν πασά στο μέλλον. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μια επίθεσητων Κρητών στα Τσικαλαριά στα Χανιά στις 12 Ιουνίου απέτυχε μετίμημα βαρύτατες απώλειες για τους επαναστάτες. Λόγωσυνεχόμενων αποτυχιών οι επαναστάτες αναγκάστηκαν ναυποχωρήσουν σε πιο ασφαλείς θέσεις και έτσι η Μαλάξα πέρασε σταχέρια των Τούρκων στις 13 Ιουνίου 1822.Το ίδιο χρονικό διάστημα ο Σερίφ πασάς του Χάνδακα επιτέθηκεκαι ισοπέδωσε τα Ανώγεια, των οποίων οι κάτοικοι βρήκανκαταφύγιο στα όρη. Οι Ανωγειανοί όμως οπλαρχηγοί αντεπιτέθηκανμε σφοδρότητα στο στρατόπεδο του Σερίφ στον Άγιο Μύρωνα(χωριό βορειοδυτικά του σημερινού Ηρακλείου) και επιφέροντας τησύγχυση, κατάφεραν να παρασύρουν ένα σώμα 350 Τουρκαλβανώνστον Κρουσώνα και να το εξοντώσουν εξ ολοκλήρου. Το καλοκαίρι του 1822 η επανάσταση στην Κρήτη βρισκόταν υπότην απειλή σοβαρότατου κινδύνου. Όλες οι εκκλήσεις που απηύθυνεο Αφεντούλης για βοήθεια έμειναν αναπάντητες. Ένα αισιόδοξογεγονός ήταν ότι τον Ιούλιο του 1822 ο Στέφανος Βασιλόπουλοςέφερε 900 όπλα, που αγοράστηκαν στην Μασσαλία με χρήματα τουΒαρβάκη, και δόθηκαν στις ανατολικές επαρχίες για νααναγεννηθεί η επανάσταση.Ο Χασάν πασάς από τις πρώτες συγκρούσεις του στρατού του μετους επαναστάτες αντιλήφθηκε ότι η καταστολή της επανάστασηςήταν ένα έργο εξαιρετικά δυσχερές. Αποφάσισε λοιπόν ναμεταχειρισθεί ηπιότερες μεθόδους. Αποφυλάκισε τον επίσκοποΚυδωνίας Καλλίνικο και τον ανάγκασε να στείλει στουςεπαναστάτες ποιμαντική εγκύκλιο στις 4 Ιουλίου 1822,προτρέποντάς τους να παραδώσουν τα όπλα. Παραλλήλως, ο Χασάνκαλούσε τον λαό της Κρήτης με προκηρύξεις να υποταχθεί στονηγεμόνα της Αιγύπτου, δίδοντας την υπόσχεση μιας αγαθούςδιακυβέρνησης. Οι Χανιώτες οπλαρχηγοί Χάληδες ήταν αυτοί πουαπάντησαν στον Χασάν, διατρανώνοντας την επιμονή τους για τησυνέχιση του αγώνα. Ο Χασάν ξεκίνησε πάλι τις πολεμικές επιχειρήσεις την 1
η
Αυγούστου 1822. Εξόρμησε με ισχυρές δυνάμεις από τον Πλατανιάστα Χανιά, σκοπεύοντας να διαλύσει τις επαναστατικές εστίες στηνορεινή Κυδωνία. Μέχρι την 6
η
Αυγούστου είχε καταλάβει τα χωριάΛάκκους και Θέρισσο, υφιστάμενος όμως τις αλλεπάλληλεςοχλήσεις των τοπικών οπλαρχηγών. Κατά τη διάρκεια όμως τωνμαχών ο Χασάν έχασε 600 άνδρες, γεγονός που τον έκανε ναανησυχήσει ιδιαιτέρως. Άφησε την ορεινή Κυδωνία, πέρασε στονΑποκόρωνα καίοντας τα πάντα στο πέρασμά του, και προχώρησεέως το Ρέθυμνο, στον Μυλοπόταμο. Η προέλαση αυτή τωναιγυπτιακών δυνάμεων έφερε σε πολύ κρίσιμη κατάσταση τηνεπανάσταση, καθώς δεν μπορούσε κανείς οπλαρχηγός νααναχαιτίσει οριστικά την ορμή των δυνάμεων των Αιγυπτίων.Στον Μυλοπόταμο ο Χασάν στρατοπέδευσε στο μοναστήρι τουΧριστού της Χαλέπας Μυλοποτάμου, όπου εκεί του επιτέθηκανΑνωγειανοί και Μυλοποταμίτες οπλαρχηγοί στις 30 Αυγούστου1822, επιφέροντάς του μεγάλες ζημιές. Την επόμενη μέρα δέχθηκενέα επίθεση, η οποία εξελίχθηκε σε πολύωρη και πολύνεκρη μάχηστη θέση Σκλαβόκαμπος. Επειδή η περιοχή δεν ήταν ασφαλής, οΧασάν κινήθηκε ανατολικά προς το Ηράκλειο. Εν συνεχεία εισέβαλεστην επαρχία Πεδιάδας, με σκοπό να εισέλθει στο οροπέδιοΛασιθίου, που ήταν ορμητήριο των επαναστατών. Οι επαναστάτεςόμως, παρακολουθώντας από κοντά τις κινήσεις του αιγυπτιακούστρατού, είχαν καταλάβει τις προσβάσεις. Ο Χασάν λοιπόν δενκατάφερε να εκβιάσει την είσοδό του στο οροπέδιο και έτσικατευθύνθηκε προς τη Βιάννο, όπου και στρατοπέδευσε. Στα τέληΟκτωβρίου 1822 πέρασε στην Ιεράπετρα και από κει με σύντονεςκινήσεις πέρασε στα χωριά Μάλες, Κρούστας και Κριτσά στοΜιραμπέλλο. Από αυτά τα χωριά κινήθηκε στο οροπέδιο τουΚαθαρού και από κει εισέβαλε στο οροπέδιο του Λασιθίου,καταστρέφοντας όλα τα χωριά της περιοχής.Η επανάσταση λοιπόν διέτρεχε τον έσχατο κίνδυνο καιπαραλλήλως η εσωτερική αναρχία είχε κορυφωθεί. Ο Αφεντούληςείχε έλθει σε οξύτατη αντιπαράθεση με τους Κρήτες οπλαρχηγούςκαι η θέση του ήταν πια προβληματική. Με συνεχείς αναφορές τουστον Κωλέττη και στον Κουντουριώτη ζητούσε την αντικατάστασήτου, προβάλλοντας ως δικαιολογία, αδυναμία εκτέλεσηςκαθηκόντων. Ο Γενικός Γραμματέας της Καγκελαρίας ΝεόφυτοςΟικονόμος και οι Φροντιστές συνέλαβαν και φυλάκισαν τονΑφεντούλη, κατηγορώντας τον για αδράνεια και για προδοτικήδιάθεση. Η Κρήτη έμεινε χωρίς διοικητή και οι «Παραστάται καὶΠληρεξούσιοι τῆς Πατρίδος» Αναγνώστης Παναγιώτου, ΓεώργιοςΠαπαδάκης, Νικόλαος Ανδρέου, Αναγνώστης Ιερωνυμάκης καιΕμμανουήλ Αντωνιάδης, που είχαν σταλεί στην Πελοπόννησο,ζήτησαν τον διορισμό του Εμμ. Τομπάζη στη θέση του Αφεντούλη(28 Νοεμβρίου 1822). Ο Τομπάζης κατέβηκε στο νησί μετά από έξιμήνες.Ο Χασάν έχοντας καταστρέψει το Λασίθι πέρασε τον χειμώνα στοΜιραμπέλλο, όπου τον Φεβρουάριο του 1823 έλαβε χώρα ένα πολύ σημαντικό επεισόδιο. Σε ένα σπήλαιο στο χωριό Μίλατος κατέφυγαντρομοκρατημένοι 2.000 άμαχοι, μαζί με λίγους οπλοφόρους. Οαιγυπτιακός στρατός πολιόρκησε το σπήλαιο για 15 μέρες. Λόγωτου αποκλεισμού τους οι δυστυχείς άμαχοι παραδόθηκαν και άλλοιεκτελέστηκαν επί τόπου, ενώ άλλοι πωλήθηκαν ως δούλοι.Εν τω μεταξύ ο Τομπάζης έφθασε στην Κρήτη με τον τίτλο του«Αρμοστή» στις 21 Μαίου 1823, μαζί με μια μικρή ναυτική μοίρακαι με ένα σώμα 600 εθελοντών. Η άφιξη του Τομπάζη αναπτέρωσετις ελπίδες των αγωνιστών για την ευόδωση της επανάστασης. Ο Τομπάζης αποβιβάστηκε στο Καστέλλι Κισάμου και αυτό έκανε τηνφρουρά της περιοχής να παραδοθεί, που με μια έντιμη συμφωνία ο Τομπάζης εγγυήθηκε την ασφαλή μεταφορά τους στα Χανιά.Αντί όμως ο Τομπάζης να καταλάβει τη Γραμπούσα και ναδημιουργήσει έτσι μια απόρθητη ναυτική βάση για τον έλεγχο τωνακτών, στράφηκε κατά της περιοχής του Σελίνου. Ένας μεγάλοςαριθμός Τούρκων αμάχων πολιορκήθηκε στην Κάντανο. Έγινανδιαπραγματεύσεις για να παραδοθούν, αλλά οι Τούρκοικωλυσιεργούσαν, ελπίζοντας ότι θα σταλεί βοήθεια από τα Χανιά.Στο τέλος συνθηκολόγησαν και έφυγαν προς τα Χανιά, αλλά στηνπεριοχή Σέμπρωνας περικυκλώθηκαν από Σφακιανούς αγωνιστές καιαποδεκατίστηκαν (7 Ιουνίου 1823).Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι ανασυντάχθηκαν. Ο νέος στρατηγός τωντουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων ήταν τώρα ο Χουσεΐν βέης, καθώς οΧασάν σκοτώθηκε σε ατύχημα με το άλογό του, γαμπρός και αυτόςτου Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Ο αιγυπτιακός στόλος με επικεφαλήςτον Ισμαήλ Γιβραλτάρ έφτασε στην Κρήτη στις αρχές Ιουνίου 1823και αποβίβασε 3.000 άνδρες μαζί με πολεμικό υλικό.Μπροστά στα νέα δεδομένα, ο Τομπάζης συγκάλεσε σε συνέλευσητους οπλαρχηγούς στο χωριό Αρκούδαινα στον Αποκόρωνα στις 22Ιουνίου 1823. Στη συνέλευση αυτή ψηφίστηκε ο «Ὀργανισμὸς τῆςἐνιαυσίου τοπικῆς διοικήσεως τῆς νήσου Κρήτης», που στις βασικέςτου διατάξεις είχε ως πρότυπο το σύνταγμα της Επιδαύρου. Όλες οιεξουσίες συναιρέθηκαν στο πρόσωπο του Αρμοστή, ο οποίος δενήταν υποχρεωμένος να λογοδοτεί πουθενά. Έτσι η εσωτερικήκατάσταση στο νησί έτεινε προς το χειρότερο και η αναρχίασυνεχίστηκε.Οι τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις, παρά τις όποιες εξελίξεις, δενχρονοτρίβησαν καθόλου. Ο Χουσεΐν λοιπόν επικεφαλής 12.000στρατιωτών, με υποστήριξη πυροβολικού και ιππικού, ήλθε τοΗράκλειο και στρατοπέδευσε στην περιοχή της Αγ. Βαρβάρας. Ο Τομπάζης κατάφερε να συγκεντρώσει 3.000 άνδρες στην περιοχήτης Γέργερης. Σε μάχη που έγινε στις 20 Αυγούστου 1823, οιΚρητικοί δεν κατάφεραν να αποκρούσουν τις επιθέσεις τουπολυάριθμου εχθρικού στρατεύματος και υποχώρησαν, έχονταςαπώλειες 300 ανδρών. Ο Τομπάζης δεν μπόρεσε να στρατολογήσειάλλους στην περιοχή της Μεσαράς και έτσι αναχώρησε για τιςδυτικές επαρχίες. Ο Χουσεΐν υπέταξε τη Μεσαρά ανενόχλητος καιπέρασε στην περιοχή του Ρεθύμνου. Στις αρχές του Οκτώβρη 1823στρατοπέδευσε στο χωριό Μελιδόνι Μυλοποτάμου και πολιόρκησε 370 γυναικόπαιδα και 30 ενόπλους στο παρακείμενο σπήλαιο. Ηπολιορκία κράτησε τρεις μήνες, με το δράμα των εγκλείστων νακορυφώνεται, όταν οι Τούρκοι έριξαν εύφλεκτες ύλες από μία οπήτου σπηλαίου και έβαλαν φωτιά. Όλοι οι πολιορκηθέντες πνίγηκαναπό τους καπνούς.Ο Χουσεΐν συνέχισε την προέλασή του ανενόχλητος προς ταδυτικά. Ο Τομπάζης προσπάθησε να καταλάβει το φρούριο τηςΓραμπούσας αλλά δεν τα κατάφερε. Επίσης, προσπάθησε ναπυρπολήσει τον αιγυπτιακό στόλο στο λιμάνι της Σούδας αλλά δενμπόρεσε να υλοποιήσει το σχέδιό του. Απηύθυνε δραματικέςεκκλήσεις για βοήθεια προς την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά δεν υπήρχεκαμία ανταπόκριση, λόγω του ότι την περίοδο εκείνη, περί το 1824,η επαναστατημένη πατρίδα κλυδωνιζόταν από τον εμφύλιο πόλεμο.Η Κρήτη λοιπόν έμεινε αβοήθητη. Ο Χουσεΐν κατέστρεψε τα χωριάτου Αποκόρωνα τον Φεβρουάριο του 1824 και τον επόμενο μήναεισέβαλε στα Σφακιά, από το φαράγγι του Κατρέ και την Κράπη.Μπροστά στον όγκο του τουρκοαιγυπτιακού στρατού πολλοίΣφακιανοί οπλαρχηγοί υποχώρησαν και δήλωσαν υποταγή. Οιεχθρικές δυνάμεις έφθασαν ανεμπόδιστες μέχρι το λιμάνι τουΛουτρού, όπου ο Τομπάζης διέταξε να κάψουν τις αποθήκες τωνεφοδίων, για να μην περιέλθουν στους εχθρούς. Στο φαράγγι τηςΑγ. Ρούμελης συγκεντρώθηκαν τρομοκρατημένοι άμαχοι, πουζητούσαν τη σωτηρία στα πλοία. Ο ελληνικός στόλος μεσυντονισμένες ενέργειες παρέλαβε 10.000 άτομα από το λιμάνι τουΛουτρού και 2.000 από άλλα λιμάνια των παρακείμενων ακτών.Ο Τομπάζης δεν είχε πια άλλο λόγο να παραμένει στην Κρήτη.Στις 12 Απριλίου 1824 με προκήρυξή του προς όλους τουςΚρητικούς συνιστούσε να συνεχίσουν τον αγώνα. Έφυγε από τηνΚρήτη μαζί με τον κρυπτοχριστιανό Μιχαήλ Κουρμούλη, ο οποίοςπέθανε λίγο αργότερα στην Ύδρα, έχοντας δώσει τα πάντα για ναπερισώσει την πατρίδα του.Αφού ο Τομπάζης απεχώρησε, η επανάσταση στην Κρήτηουσιαστικά έσβησε. Την ημέρα αποχώρησης του Τομπάζη, ο Χουσεΐνμε προκήρυξή του από το λιμάνι της Σούδας προς τον λαό τηςΚρήτης δήλωσε ότι παραχωρεί γενική αμνηστία. Λίγοι Κρητικοίέμειναν ανυπόταχτοι και συνέχισαν έναν απελπισμένο αγώνα με τημορφή κλεφτοπολέμου. Σχημάτισαν ανταρτικές ομάδες, με τιςοποίες διενεργούσαν δολιοφθορές. Αυτοί ήταν οι διαβόητοι«Καλησπέρηδες». Οι Τούρκοι δεν έμειναν άπραγοι. Οργάνωσαν καιαυτοί τρομοκρατικές ομάδες αποτελούμενες από φανατικούςγενιτσάρους. Αυτοί ονομάζονταν «Ζουρίδες» (νυφίτσες).Περί τα μέσα του 1825 οι Κρήτες πατριώτες που είχαν καταφύγειστην Πελοπόννησο και πολεμούσαν με τους άλλους Έλληνες,αποφάσισαν να αναθερμάνουν την επανάσταση στην Κρήτη. Ένασώμα 300 ανδρών, με επικεφαλής τους Δημ. Καλλέργη και τον Εμμ.Αντωνιάδη, κατέφθασε στην Κρήτη και αποβιβάστηκε στην περιοχήτης Γραμπούσας. Με ένα ευφυές σχέδιο κατέλαβαν το φρούριο στις9 Αυγούστου 1825 και παράλληλα άλλοι επαναστάτες κατέλαβαν το φρούριο της Κισάμου. Έτσι η κρητική επανάσταση ξαναζωντάνεψεκαι άρχισε η περίοδος της Γραμπούσας (1825-1828).Ο Μουσταφά πασάς, που είχε διαδεχθεί τον Χουσεΐν στη διοίκησητης Κρήτης, θορυβήθηκε και εξεστράτευσε εναντίον τωνεπαναστατών στην Γραμπούσα με δύναμη 2.000 ανδρών. Ηπροσπάθειά του να ανακαταλάβει το φρούριο της Γραμπούσαςαπέτυχε. Οι επαναστάτες όμως περιορίστηκαν στην Γραμπούσα,όπου για να επιβιώσουν στράφηκαν προς την πειρατεία. Για δύοχρόνια το φρούριο ήταν ορμητήριο πειρατικών επιδρομών κατά τωνκρητικών παραλίων και κατά οποιουδήποτε διερχομένου πλοίου.Στη Γραμπούσα οργανώθηκε ένας οικισμός και χτίστηκε καιεκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία την Κλεφτρίνα. Το φρούριο ενισχύθηκε και οργανώθηκε. Με την οικονομικήσυνδρομή Ελλήνων και Κρητών αγοράστηκε το πλοίο του Τομπάζη«Περικλής», που μετέφερε εφόδια και τρόφιμα στη φρουρά τηςΓραμπούσας. Την επίσημη επαναστατική αρχή απετέλεσε μιαπροσωρινή διοικούσα επιτροπή με την επωνυμία «ΚρητικὸνΣυμβούλιον».Ένα σώμα 1.000 Κρητικών και 100 άλλων μεταφέρθηκε από τονΜιαούλη και άλλους Υδραίους καπετάνιους στη Γραμπούσα στατέλη του Οκτωβρίου 1827, για να παρακινήσουν σε επανάσταση τιςκρητικές επαρχίες. Επειδή οι οπλαρχηγοί των δυτικών επαρχιώνφάνηκαν απρόθυμοι, αποφάσισαν να εκστρατεύσουν ανατολικά. Στις20 Νοεμβρίου 1827 ισχυρή δύναμη με αρχηγό τον Ιω. Χάλη,αποβιβάστηκε στον Άγ. Νικόλαο. Η αντίσταση που πρόβαλαν οι Τούρκοι κάμφθηκε εύκολα και οι επαναστάτες κινήθηκαν προς τοχωριό Κριτσά και από κει στην περιοχή της Νεάπολης. Τουρκικήδύναμη στάλθηκε από το Ηράκλειο, με αρχηγό τον Λαδάογλου, αλλάδιαλύθηκε και ο ίδιος ο Λαδάογλου σκοτώθηκε. Εν τω μεταξύέφθαναν από την άλλη Ελλάδα συνεχώς εθελοντές και έτσι ηδύναμη των επαναστατών ανήλθε στους 3.000 άνδρες. Όμως ηαπουσία κεντρικής διοίκησης και πειθαρχίας οδήγησε και αυτό τοεγχείρημα σε αποτυχία. Στις 9 Δεκεμβρίου 1827 οι επαναστάτεςδέχθηκαν επίθεση στα ανατολικά χωριά της επαρχίας Πεδιάδας απόσώμα Τουρκαλβανών και υποχώρησαν. Άλλοι επέστρεψαν στηνΓραμπούσα, άλλοι βρήκαν καταφύγιο στα βουνά και άλλοι έφυγανστα νησιά.Στους πρώτους μήνες του 1828, στα πλαίσια του σχεδίου τουΚαποδίστρια για την πάταξη της πειρατείας, στάλθηκε στηνΓραμπούσα ο Αλ. Μαυροκορδάτος, με αγγλικό και γαλλικό στόλο. Ταπειρατικά πλοία καταστράφηκαν ολοσχερώς και το φρούριοπαραδόθηκε στον Άγγλο ταγματάρχη Ουρκουάρτ, ο οποίοςσκοτώθηκε λίγους μήνες αργότερα.Λίγο πριν αυτές τις εξελίξεις, στην Γραμπούσα είχε αποβιβαστεί(5 Ιανουαρίου 1828) ο Ηπειρώτης αγωνιστής ΧατζημιχάληςΝταλιάνης με ένα εκστρατευτικό σώμα 600 πεζών και 100 ιππέων.Στις αρχές Μαρτίου του 1828 ο Νταλιάνης κατέλαβε τοΦραγκοκάστελλο και εκεί οχυρώθηκε. Ο Μουσταφά πασάςδιοργάνωσε μια μεγάλη στρατιά για να επιτεθεί στον Νταλιάνη, ο οποίος βρισκόταν σε δυσχερέστατη θέση. Ο Μουσταφά με δύναμη8.000 πεζών και 300 ιππέων έφτασε στο οροπέδιο του ΑσκύφουΣφακίων στις 13 Μαΐου 1828. Πέντε μέρες αργότερα ο τουρκικόςστρατός έφτασε στο Φραγκοκάστελλο, όπου συγκροτήθηκε μια απότις πιο φονικές μάχες της επανάστασης. Ο Χατζημιχάλης αφούπολέμησε γενναιότατα, σκοτώθηκε μαζί με 385 επίλεκτουςστρατιώτες του. Οι Τούρκοι έχασαν 800 άνδρες. Η τραγική ήττααυτών των γενναίων πολεμιστών στο Φραγκοκάστελλο (18 Μαΐου1828) συνδέθηκε στη λαϊκή παράδοση της Κρήτης με έναδυσεξήγητο οπτικό φαινόμενο, τους «Δροσουλίτες», πουπαρατηρείται κατά τα τέλη Μαΐου-αρχές Ιουνίου, υπό ορισμένεςατμοσφαιρικές συνθήκες στην ευρύτερη περιοχή. Όταν ο Μουσταφά πασάς επέστρεφε στα Χανιά, δέχθηκε αιφνίδιαεπίθεση από Σφακιανούς οπλαρχηγούς. Στα Χάλαρα του ΑγίουΑντωνίου ο Μουσταφάς έχασε 1.000 άνδρες, παθαίνοντας σχεδόνολοκληρωτική καταστροφή, αφού ο στρατός του τράπηκε σε φυγήαφήνοντας πίσω του όπλα και εφόδια. Στις 30 Μαΐου του 1828 ηδιαλυμένη στρατιά του Μουσταφά έφθασε στα Χανιά.Η κρητική επανάσταση αναζωπυρώθηκε σε όλες τις επαρχίες τηςΚρήτης και οι Τούρκοι αντέδρασαν με απίστευτες ωμότητες. Οπασάς του Ηρακλείου Σουλεϊμάν υποσχέθηκε δώρα σε Τούρκους πουθα έφερναν ακρωτηριασμένα μέλη Χριστιανών. Το καλοκαίρι του1828 διεξήχθηκαν φονικές μάχες στην Μεσαρά, όπου οι οπλαρχηγοίΜιχ. Κόρακας, Ν. Μαλικούτης και Ιωάσαφ Ξωπατέρας περιόρισαντους Τούρκους στα χωριά. Ο Ξωπατέρας πολιορκήθηκε από ισχυρέςτουρκικές δυνάμεις στον πύργο της μονής Οδηγητρίας, όπου βρήκετραγικό θάνατο τον Μάρτιο του 1828. Τον θάνατό του εκδικήθηκανοι οπλαρχηγοί της Μεσαράς σκοτώνοντας τον γενίτσαρο Αγριολίδη(Αύγουστος 1828). Το ακέφαλο πτώμα του μεταφέρθηκε στοΗράκλειο και αυτό εξαγρίωσε τον μουσουλμανικό όχλο, ο οποίοςπροχώρησε στη σφαγή 800 περίπου ατόμων στην πόλη τουΗρακλείου και στα περίχωρα. Αυτό έμεινε στη μνήμη του λαού, ως«ο αρπεντές του Αγριολίδη». Στα Χανιά ο Μουσταφά πασάς δενπαρακίνησε τον όχλο να προβεί σε όμοιες ωμότητες, γιατί φοβόταντην αντίδραση των Μ. Δυνάμεων.Οι σφαγές του αμάχου πληθυσμού στην Κρήτη από τους Τούρκουςπροκάλεσαν την αγανάκτηση των Ευρωπαίων. Έτσι, τον Οκτώβριο1828 αγγλικός και γαλλικός στόλος κατέφθασαν στο λιμάνι τηςΣούδας και ο ναύαρχος Μάλκολμ μεσολάβησε για την κατάπαυσητου πυρός συνάμα εμποδίζοντας απόβαση τουρκοαιγυπτιακώνενισχύσεων στο νησί. Αυτή την ευνοϊκή στάση έναντι της Κρήτηςθέλησε να εκμεταλλευθεί ο Καποδίστριας. Τον Νοέμβριο του 1828έστειλε τον αντιπρόσωπό του Εμμ. Τομπάζη, για να συνεννοηθεί μετους οπλαρχηγούς για την κατάληψη της Σητείας. Ένα ισχυρόεκστρατευτικό σώμα οργανώθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου 1828. Οσκοπός επετεύχθη και η πόλη καταλήφθηκε. Όμως οι επαναστάτεςεπιδόθηκαν στην λαφυραγωγία, ενθουσιασμένοι από τις νίκες τους.Οι Τούρκοι όμως αντέδρασαν δυναμικά. Ένα στρατιωτικό σώμα4.000 ανδρών κινήθηκε προς τη Σητεία την οποία ανακατέλαβε χωρίς αντίσταση, αιχμαλωτίζοντας πολλούς χριστιανούς. ΛίγοιΣφακιανοί έμειναν να πολιορκούν το φρούριο της Ιεράπετρας.Η επανάσταση διατηρήθηκε ζωντανή για λίγους μήνες ακόμη του1829 σε ολόκληρο το νησί. Η ύπαιθρος ελεγχόταν από τουςεπαναστάτες, ενώ οι Τούρκοι ήταν απομονωμένοι στην ασφάλειατων τριών μεγάλων φρουρίων, των Χανίων, του Ρεθύμνου και τουΗρακλείου.Μετά από τόσες θυσίες η επανάσταση έτεινε να σβήσει. Δέκαχρόνια πολεμικών προσπαθειών θα τελείωναν χωρίς καμία δικαίωσηγια τον βασανισμένο κρητικό λαό. Το Πρωτόκολλο της 22
ης
Ιανουαρίου 1830 δεν περιλάμβανε την Κρήτη μέσα στα όρια τουνεότευκτου ελληνικού κράτους. Την άφηνε στην απόλυτηδικαιοδοσία του σουλτάνου. Οι Μεγάλες Δυνάμεις εφαρμόζονταςπλήρως το σχέδιό τους περί συντήρησης της θνησιγενούςοθωμανικής αυτοκρατορίας, απέκλεισαν σε έναν ολόκληρο λαό τοδικαίωμά του να ενταχθεί στον εθνικό κορμό. Η είδηση αυτή ήτανπου οδήγησε όλους τους Κρητικούς σε πλήρη απογοήτευση. Το«Κρητικόν Συμβούλιον», που το αποτελούσαν οι Κ. Κριτοβουλίδης,Α. Στεφανάκης, Τζώρτζης Σαουνάτσος, Ν. Λιμπρίτης, Γ.Καλομενόπουλος, Μ. Χιονάκης, Α. Ιωαννίδης, Ι. Μιχαήλ, Γ.Βενέτικος, Γ. Σακόρραφος, Α. Αρετίνης, Α. Παπαδάκης, Ι. Κονδύληςκαι Μ. Λιδάς, με γραμματέα τον Ν. Δαμβέργη, συνεδρίασε έκτακταστο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου στις 22 Απριλίου 1830 καιεξέδωσε προκήρυξη η οποία απέδιδε ρεαλιστικά την τραγικήκατάσταση που βρισκόταν ο πληθυσμός της Κρήτης κάτω από τηνφρικτή τουρκική τυραννία. Ένα αίτημα του Κρητικού Συμβουλίου να παραμείνει τουλάχιστονη Γραμπούσα στα χέρια των Κρητών, έμεινε αναπάντητο. Έγινεπροσπάθεια να καταληφθεί το φρούριο αλλά οδήγησε σε αποτυχία. Τον Ιούνιο του 1830 στόλος των Μ. Δυνάμεων προσορμίστηκε στονόρμο του Παλαικάστρου, δυτικά του Ηρακλείου, για να επιβάλει τηνειρήνευση στο πολύπαθο νησί. Οι Κρήτες αποδέχθηκαν την οικτρήτους μοίρα και προχώρησαν σε ανακωχή, αφού πρώτακαθορίστηκαν οι υποχρεώσεις και των δύο εθνολογικών στοιχείωντης νήσου. Οι Τούρκοι όμως παραβίασαν αμέσως τη συμφωνία καιξεκίνησαν ξανά τις ωμότητες βυθίζοντας το νησί στο χάος καιστην αναρχία.
3. Η επανάσταση του 1866-1869
Με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22ης Ιανουαρίου η Κρήτηδόθηκε στον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, ως αντάλλαγμα για τιςπολύτιμες υπηρεσίες που πρόσφερε στον σουλτάνο κατά τηδιάρκεια της ελληνικής επανάστασης. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου εξαρχής προσέβλεπε στην κατοχή της νήσου και στην παγίωση τηςεξουσίας του σ’ αυτήν. Άμεσα φρόντισε να λάβει μέτρα για τηνεσωτερική γαλήνη και ομαλότητα, ώστε να αποφύγει τυχόνμελλοντική ανάμιξη οποιουδήποτε εξωτερικού παράγοντα. Διόρισε πολιτικό διοικητή του νησιού τον Μουσταφά Ναϊλή πασά και τηστρατιωτική διοίκηση ανέθεσε στον Οσμάν Νουρ-Ελ-Ντιν βέη.Από την αρχή η αιγυπτιακή διοίκηση προσπάθησε, έστω καιφαινομενικά, να μεταχειρισθεί ισότιμα χριστιανούς καιμουσουλμάνους. Χορήγησε γενική αμνηστία και κάλεσε όλους τουςΚρητικούς να καταθέσουν τα όπλα και να ζήσουν ειρηνικά. Πολλοίμουσουλμάνοι, καθώς δεν μπορούσαν να υπακούσουν στις διαταγέςτου Μουσταφά επειδή ήταν συνηθισμένοι να διαπράττουν έκτροπα,μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία. Όμως και πολλοί Κρητικοίαρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους και εγκατέλειψαν τηνΚρήτη, έχοντας ως προορισμό την άλλη Ελλάδα. Το Πατριαρχείο μεσυνοδική επιστολή τον Ιανουάριο του 1831 παρακάλεσε τουςΚρήτες να μην φεύγουν από την πατρίδα τους, γιατί θαπροστατεύονταν από την αιγυπτιακή εξουσία.Αναφορικά με τη διοικητική οργάνωση, δημιουργήθηκαν δύοσυμβούλια, οι λεγόμενοι
σουράδες
, ένα στο Ηράκλειο και ένα άλλοστα Χανιά, ενώ άλλα δύο μικρότερα οργανώθηκαν στο Ρέθυμνο καιστα Σφακιά. Οι χριστιανοί σ’ αυτά αντιπροσωπεύονταν σε μειοψηφίαπου ήταν ανίσχυρη να επιβάλει τις απόψεις της.Η αιγυπτιακή κατοχή (1830-1840) σε πολλά σημεία ευεργέτησετην Κρήτη, αφού ένα ευρύ πρόγραμμα κοινωφελών έργων ξεκίνησενα εφαρμόζεται στο νησί. Λήφθηκε μέριμνα για την οργάνωση τηπαιδείας και για την ίδρυση σχολείων για χριστιανούς καιμουσουλμάνους. Το ίδιο έγινε και για τους άλλους τομείς.Για να εφαρμοστεί βέβαια ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμααπαιτήθηκαν μεγάλα ποσά, που αυτό σήμαινε αύξηση τηςφορολογίας και εκμετάλλευση του εγχώριου πλούτου. Ταεπαχθέστατα φορολογικά μέτρα που επιβλήθηκαν, προκάλεσαν τηναντίδραση των Κρητικών, με το κίνημα των Μουρνιών να αποτελείτη μεγιστοποίησή της. Τον Σεπτέμβριο του 1833 περίπου 7.000άοπλοι χριστιανοί συγκεντρώθηκαν στο χωριό Μουρνιές Κυδωνίαςστα Χανιά, για να δηλώσουν την αντίθεσή τους στην οικονομικήκαταπίεση της αιγυπτιακής διοίκησης. Απαγορεύθηκε η παραμονήοπλοφόρων για να μην θεωρηθεί ως ένοπλη εξέγερση. Ησυγκέντρωση αυτή δεν περιορίστηκε μόνο στην καταγγελία τωνφορολογικών μέτρων αλλά προχώρησε και σε διαμαρτυρία για τιςαυθαιρεσίες της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας.Ο Μεχμέτ Αλή αντέδρασε άμεσα και βίαια. Ο Οσμάν-Νουρ-Ελ-Ντινβέης επιτέθηκε με το ιππικό του και διέλυσε τη συγκέντρωση. Οι 41πρωταίτιοι συνελήφθησαν και απαγχονίστηκαν επί τόπου.Παραλλήλως, σε όλη την Κρήτη απαγχονίστηκαν σημαίνοντεςΚρητικοί και μουσουλμάνοι, που έβλεπαν με συμπάθεια το κίνηματων Μουρνιών και κρυφίως το υποστήριζαν. Η διαμαρτυρία αυτήτων Κρητών έπεσε στο κενό, καθώς οι Μ. Δυνάμεις ήταν εντελώςαπρόθυμες να ασχοληθούν με το Κρητικό Ζήτημα.Οι γενικότερες όμως περιπλοκές του Ανατολικού Ζητήματος ταέτη 1839-1841 επηρέασαν την εξέλιξη των κρητικών υποθέσεων. ΟΜεχμέτ Αλή της Αιγύπτου ενεπλάκη σε πόλεμο με την Τουρκία, τονοποίο και έχασε. Έτσι, οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη Συνθήκη του Λονδίνου στις 3 Ιουλίου 1840 απέσπασαν την Κρήτη από τουςΑιγυπτίους και την επανέφεραν στην σουλτανική κυριαρχία.Προτού υπογραφεί η Συνθήκη του Λονδίνου, διάφοροι εξόριστοιΚρήτες οπλαρχηγοί έλαβαν την απόφαση να κατεβούν στην Κρήτηκαι να οργανώσουν νέα επανάσταση, ελπίζοντας ότι έτσι θαπροβάλουν το Κρητικό Ζήτημα. Η επανάσταση εκδηλώθηκε στις 22Φεβρουαρίου 1841 σε όλη την Κρήτη. Στις δυτικές επαρχίεςαρχηγοί ήταν οι αδελφοί Χαιρέτη και στις ανατολικές οΒασιλογεώργης. Με προκήρυξη που εξεδόθη από τους αρχηγούς τηςεπανάστασης υπενθυμιζόταν στον κρητικό λαό η τεράστιαπροσπάθεια που είχε καταβάλει τα προηγούμενα χρόνια καιπολύχρονοι αιματηροί του αγώνες. Όλοι οι Κρήτες προτρέπονταννα αγωνιστούν ξανά για την ελευθερία τους.Οι Σφακιανοί από τη μεριά τους δεν έδειξαν καμία προθυμία νασυμμετάσχουν σε έναν νέο και αβέβαιο πολεμικό αγώνα. ΟΜουσταφά πασάς προσπάθησε να διαπραγματευθεί με τουςεπαναστάτες αλλά απέτυχε. Έτσι τη λύση έδωσε η ένοπλησύγκρουση. Άρχισε ένας αιματηρός και φονικός αγώνας. Σκληρέςμάχες έγιναν στον Αποκόρωνα και στην ανατολική Πεδιάδα.Η ελληνική κυβέρνηση της εποχής βρισκόταν σε πλήρη αδυναμίανα παράσχει την οποιαδήποτε βοήθεια και οι Μεγάλες Δυνάμειςπίεζαν τους επαναστάτες να κάνουν ανακωχή. Στις 5 Απριλίου 1841οι επαναστάτες υπέβαλαν στους βασιλείς Αγγλίας, Γαλλίας καιστον τσάρο της Ρωσίας υπόμνημα στο οποίο εξιστορούσαν τα δεινάτου κρητικού λαού. Όμως καμία απάντηση δεν εδόθη. Ο αγώναςλοιπόν αυτός έληξε χωρίς κανένα αποτέλεσμα, με τη μαζική φυγήεπαναστατών και αμάχων στην υπόλοιπη Ελλάδα.Γενικά, η περίοδος 1841-1866 υπήρξε ειρηνική. Ο ΜουσταφάΝαϊλή πασάς επανήλθε στην Κρήτη ως διοικητής στις 31Οκτωβρίου 1842 και παρέμεινε στην άσκηση της εξουσίας ως το1850, όταν στη θέση του τοποθετήθηκε ο Σαλίχ Βαμίκ πασάς. ΟΣαλίχ Βαμίκ πασάς κυβέρνησε το νησί με αίσθημα δικαιοσύνης καιάφησε καλές εντυπώσεις. Αντιθέτως, ο Βελή πασάς, γιος τουπροηγούμενου Μουσταφά, που διαδέχθηκε τον Σαλίχ, επανέφερε τησκληρότητα προγενεστέρων εποχών.Στην εξέλιξη των κρητικών πραγμάτων σημαντικές συνέπειεςείχε ο Κριμαϊκός Πόλεμος (1853-1856). Με τη Συνθήκη τωνΠαρισίων του 1856 ο σουλτάνος υποχρεώθηκε να εκδώσει το ΧάτιΧουμαγιούν, το οποίο παραχωρούσε εκτεταμένα προνόμια στουςχριστιανούς υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οιτουρκικές αρχές στην Κρήτη αρνούνταν να εφαρμόσουν πλήρως τιςδιατάξεις του Χάτι Χουμαγιούν. Η στάση τους αυτή ήταν η αιτίαγια την έκρηξη νέων επαναστάσεων.Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση του Βελή πασά στην Κρήτη ήτανκατηγορηματικά αντίθετη στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του ΧάτιΧουμαγιούν. Ιδιαίτερη αντίδραση προκάλεσε η επιβολή στουςΚρητικούς νέων φόρων και η απαγόρευση της κυκλοφορίας. ΤονΑπρίλιο του 1858 στη θέση Μπουτσουνάρια έξω από τα Χανιάσυγκεντρώθηκαν 5.000 Κρητικοί, που εξέλεξαν επιτροπή για να συντάξει υπόμνημα το οποίο θα υπέβαλε στους προξένους τωνΜεγάλων Δυνάμεων και στον σουλτάνο. Το πολιτικό αυτό κίνημαονομάστηκε «Κίνημα του Μαυρογένη» από το όνομα του κύριουυποκινητή του. Ο Βελή πασάς θέλησε να χρησιμοποιήσειστρατιωτική βία αλλά ο στρατιωτικός διοικητής αρνήθηκε.Ωστόσο, οι απεσταλμένοι του σουλτάνου που έφθασαν στην Κρήτητον Ιούνιο του 1858, δέχθηκαν να ικανοποιήσουν τα αιτήματα τωνΚρητών. Ο Βελή πασάς απομακρύνθηκε και τη θέση του κατέλαβε οΣαμή πασάς, ο οποίος άρχισε αμέσως συνομιλίες με τον οπλαρχηγόΜανουσογιαννάκη. Με ειδικό φιρμάνι, που εξεδόθη στις 7 Ιουλίου1858, παραχωρήθηκαν στους Κρητικούς ποικίλα προνόμια τα οποίααναβάθμισαν, έως ένα επίπεδο τη ζωή των χριστιανών.Αξιοσημείωτο είναι ότι την εποχή 1858-1866 παρατηρήθηκε στηνΚρήτη μία κίνηση «αντεπαναστατών», που απέβλεπε στηδημιουργία ενός ελληνικού νησιωτικού κράτους, υπό αγγλικήπροστασία. Η κίνηση αυτή μάλλον ήταν άκαιρη και ανεδαφική,καθώς η Κρήτη δεν χρειαζόταν έναν καινούριο δυνάστη αλλά τηνπραγματική της ελευθερία από κάθε λογής επίδοξους κυριάρχους.Ψυχή των «αντεπαναστατών» υπήρξε η Ελισάβετ Κονταξάκη.Η περίοδος 1866-1869 θα συγκλονίσει την Κρήτη με τηνεπανάσταση που εξερράγη, αφού απετέλεσε το αποκορύφωμα τουπόθου των Κρητών για ελευθερία. Καταδείχθηκε έτσι ο εθνικόςχαρακτήρας του Κρητικού Ζητήματος και με τις διαστάσεις πουπήρε απασχόλησε έντονα την ευρωπαϊκή διπλωματία.Δύο ήταν οι αφορμές που έκαναν τους Κρητικούς ναεπαναστατήσουν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: η επιβολήνέων φόρων και το λεγόμενο μοναστηριακό ζήτημα. Ο Ισμαήλπασάς, διοικητής της Κρήτης από το 1861, μετά από ένα διάστημααγαθούς διακυβέρνησης, άλλαξε τακτική και επέβαλε υψηλήφορολογία, κατά κύριο λόγο στα γεωργικά προϊόντα. Επίσης,θέλησε να αναμιχθεί στο μοναστηριακό ζήτημα, που είχεδημιουργηθεί την εποχή εκείνη. Έγιναν συζητήσεις για τη σύστασηΕπιτροπής που θα ασχολείτο με το θέμα, αλλά τα μέλη πουεπρόκειτο να εκλεγούν συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν.Από την άνοιξη του 1866 ξεκίνησαν συγκεντρώσεις σε διάφοραχωριά, στο Ατσιπόπουλο, στα Ανώγεια, στον Άγιο Μύρωνα και στοΚράσι. Στις 14 Μαΐου 1866 συνήλθε η πρώτη παγκρήτια συνέλευσηστα Μπουτσουνάρια των Χανίων. Συντάχθηκε υπόμνημα προς τονσουλτάνο, το οποίο περιέγραφε τα είδη των καταπιέσεων πουυφίσταντο οι Κρήτες, ζητώντας δικαιοσύνη. Η Συνέλευση αυτήδιαλύθηκε την ίδια μέρα, αλλά αμέσως την επόμενη υπογράφθηκεαπό κάποιους άλλους ένα άλλο υπόμνημα με αποδέκτες τουςβασιλείς της Αγγλίας, της Γαλλίας και τον τσάρο της Ρωσίας, μεαίτημα την ένωση της Κρήτης με την άλλη Ελλάδα.Η Υψηλή Πύλη απέστειλε την απάντησή της στους Κρήτες σταμέσα Ιουλίου 1866, που ήταν απορριπτική για τα αιτήματά τους. Τότε οι πληρεξούσιοι των κρητικών επαρχιών συγκεντρώθηκαν στοΜπρόσνερο Αποκορώνου και υπέγραψαν την πρώτη επαναστατικήδιακήρυξη, που την επέδωσαν άμεσα στις 20 Ιουλίου 1866 στους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Έτσι, η επαναστατικήΣυνέλευση κάλεσε τον λαό σε εξέγερση στις 21 Αυγούστου 1866, μεπροκήρυξη που εξέδω
Απ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
επέδωσαν άμεσα στις 20 Ιουλίου 1866 στους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Έτσι, η επαναστατικήΣυνέλευση κάλεσε τον λαό σε εξέγερση στις 21 Αυγούστου 1866, μεπροκήρυξη που εξέδωσε από το χωριό Ασκύφου Σφακίων.Η απόφαση για επανάσταση ήταν δεδομένη πια, αλλά οιδιπλωματικές συνθήκες ήταν δυσμενείς. Η αγγλική και γαλλικήδιπλωματία, λόγω των ιδιαιτέρων οικονομικών συμφερόντων τους,ήταν αντίθετες σε κάθε μετατροπή της εδαφικής ακεραιότητας τηςΟθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μόνη η Ρωσία ήταν ευνοϊκή προς τηνεπανάσταση στην Κρήτη, γιατί είχε ταπεινωθεί με τη Συνθήκη τωνΠαρισίων του 1856. Υποκινούσε την επανάσταση μέσω τωναντιπροσώπων της στο νησί, ιδίως του Σπ. Δενδρινού, προξένου τηςστα Χανιά, και του Ιω. Μητσοτάκη, υποπροξένου της στο Ηράκλειο.Ο Ιω. Μητσοτάκης ίδρυσε στο Ηράκλειο «Μυστική Εταιρεία» γιατην προετοιμασία της επανάστασης και την κινητοποίηση τωνπαραγόντων στο εσωτερικό νησί.Στην υπόλοιπη Ελλάδα ο λαϊκός ενθουσιασμός ήταν διάχυτος,αλλά το επίσημο κράτος δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει καθ’οιονδήποτε τρόπο την κρητική επανάσταση, αφού διαρκώς οτουρκικός κίνδυνος γινόταν ολοένα και πιο ορατός στα σύνορα τηςΘεσσαλίας, με τη συγκέντρωση τουρκικών στρατευμάτων. Ηκυβέρνηση του Μπενιζέλου Ρούφου ήταν αντίθετη με την κρητικήεπανάσταση και με υπόμνημα προς τον πρόξενό της στα Χανιά, Νικ.Σακόπουλο, στις 16 Απριλίου 1866 εφιστούσε την προσοχή για τιςκαταστρεπτικές συνέπειες μιας ακόμη επανάστασης στην Κρήτη.Μόλις ξεκίνησε η επανάσταση, οι εξόριστοι Κρητικοί αλλά και οιάλλοι Έλληνες κινητοποιήθηκαν ενεργά, ώστε να συγκεντρώσουνχρήματα, τρόφιμα και άλλα εφόδια. Στην Αθήνα η «Κεντρικὴ ὑπὲρτῶν Κρητῶν Ἐπιτροπὴ» ιδρύθηκε με σκοπό να βοηθήσει τον αγώνατων Κρητών συστηματικότερα. Στη Σύρο ιδρύθηκε η «Εἰδικὴ ἐπὶτῶν Ἀποστολῶν Ἐπιτροπὴ», για να ενισχύσει την πολεμικήπροσπάθεια των Κρητών, με την αποστολή εφοδίων και εθελοντών.Πολύτιμος αρωγός σ’ αυτές τις προσπάθειες υπήρξε η ΕλληνικήΑκτοπλοΐα. Τα πλοία «Ὕδρα», «Πανελλήνιον», «Ἀρκάδιον», «Κρήτη»και «Ἕνωσις» ανέλαβαν επικίνδυνες αποστολές εφοδιασμού τωνεπαναστατών στα κρητικά παράλια, πολλές φορές διασπώντας τοντουρκικό ναυτικό αποκλεισμό του νησιού.Η Τουρκία είχε αποστείλει στην Κρήτη ήδη από τις αρχέςκαλοκαιριού του 1866 ένα στρατιωτικό σώμα 4.600 ανδρών, πουενώθηκε με τον στρατό των Τούρκων και των Αιγυπτίων πουστάθμευε στο νησί. Έτσι, η δύναμη των εχθρών ανήλθε στην αρχήτων εχθροπραξιών σε 25.000 άνδρες. Μόλις όμως εξερράγη ηεπανάσταση κατέφθασαν στο νησί επιπλέον επικουρικές δυνάμεις. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1866 βρίσκονταν στην Κρήτη 45.000στρατιώτες του οθωμανικού στρατού, χωρίς να υπολογιστούν ταστρατεύματα των ντόπιων ατάκτων. Η υπεροχή ανήκε στους Τούρκους, αφού είχαν άφθονο πολεμικό υλικό, σύγχρονο οπλισμό καισυνεχή οικονομική υποστήριξη. Επίσης, ο τουρκικός στόλοςπεριπολούσε στα παράλια, ώστε να εμποδίζει τυχόν αποβιβάσειςεθελοντικών σωμάτων από την άλλη Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, οι Κρήτες ήταν εμπειροπόλεμοι, λιτοδίαιτοι και ανθεκτικοί στιςκακουχίες και είχαν την ικανότητα να μετατρέψουν τον αγώνα σεέναν καταστρεπτικό για τους Τούρκους κλεφτοπόλεμο. Το μεγάλοόμως θύμα του αγώνα ήταν ο άμαχος πληθυσμός, που αναγκαζόταννα καταφεύγει στην εξορία, ενώ οι επαναστάτες ήτανυποχρεωμένοι να εγκαταλείπουν τον αγώνα προκειμένου ναβοηθήσουν τις οικογένειές τους.Μία από τις πιο σημαντικές ελλείψεις του αγώνα των Κρητών γιατην ελευθερία ήταν η απουσία ενός Γενικού Αρχηγού. Την ανώτατηεξουσία ασκούσε η Γενική Συνέλευση και αργότερα η ΠροσωρινήΚυβέρνηση. Στην περιοχή των Χανίων τη στρατιωτική ηγεσία είχε οΙω. Ζυμβρακάκης. Στην περιοχή του Ρεθύμνου επικεφαλής ήταν οσυνταγματάρχης Πάνος Κορωναίος, που έφθασε στην Κρήτη τονΣεπτέμβριο του 1866 με ένα μικρό σώμα εθελοντών. Στιςανατολικές επαρχίες την αρχηγία είχε ο Μιχ. Κόρακας. Οι τρειςαυτοί άνδρες είχαν συμβολικά τον τίτλο του Γενικού Αρχηγού στηνπεριοχή τους.Οι πρώτες συγκρούσεις ξεκίνησαν κατά τα μέσα Αυγούστου του1866 στο Σέλινο Χανίων. Ο Κ. Κριάρης κατέλαβε τη θέση τουΣταυρού και εξώθησε τους Τούρκους να οχυρωθούν στην Κάντανο.Ο Αιγύπτιος Σαχίν, με 5.000 στρατιώτες, αποπειράθηκε νακαταλάβει τις Βρύσες Κυδωνίας για να αποκόψει τις διόδουςεπικοινωνίας με τα Σφακιά. Οι επαναστάτες από τον Αποκόρωναεπιτέθηκαν στον Σαχίν και τον ανάγκασαν να αποχωρήσει σταΧανιά. Ο Σαχίν ανακλήθηκε αμέσως στην Αίγυπτο καιαντικαταστάθηκε από τον Ισμαήλ πασά.Ο σουλτάνος ανέθεσε την καταστολή της επανάστασης στονΜουσταφά πασά τον Γκιριτλή, ο οποίος έφθασε στην Κρήτη στις 30Αυγούστου 1866. Κάλεσε τους επαναστάτες με προκήρυξή του νακαταθέσουν τα όπλα σε πέντε μέρες και τον λαό σε υποταγή,υποσχόμενος να εκπληρώσει τα δίκαια αιτήματά τους. Η ΓενικήΣυνέλευση, που συνεδρίασε στους Κάμπους Κυδωνίας στις 7Σεπτεμβρίου 1866 απέρριψε τις προτάσεις του Μουσταφά. ΟΜουσταφάς με ισχυρές δυνάμεις επιτέθηκε και απώθησε τουςεπαναστάτες από τη Μαλάξα και αμέσως κατευθύνθηκε στο Σέλινο,για να ελευθερώσει τους αποκλεισμένους στην Κάντανο. Ηεπιχείρησή του είχε αίσιο πέρας, αλλά κατά την επιστροφή του σταΧανιά δέχθηκε αλλεπάλληλες επιθέσεις και έχασε πολλού άνδρες.Αποπειρώμενος ο Μουσταφάς μία τρίτη επιχείρηση επιτέθηκε σταορεινά χωριά της Κυδωνίας, όπου έκαψε πολλά από αυτά. Στη θέσηΑλιάκες οι επαναστάτες τον απέκρουσαν και συνέτριψαν ένα σώμα1.500 Τούρκων στα Κεραμειά. Ο Μουσταφάς εγκατέλειψε τηνΚυδωνία και εισέβαλε στον Αποκόρωνα, όπου ο Γενικός Αρχηγόςτης επαρχίας, Ιω. Ζυμβρακάκης, ηττήθηκε κατά κράτος στο χωριόΒαφέ στις 12 Οκτωβρίου 1866.Η ήττα στο Βαφέ Αποκορώνου επέδρασε δυσμενώς στο ηθικό τωνεπαναστατών. Πολλοί πίστεψαν ότι η επανάσταση θα ήτανβραχύβια και άρχισαν να χάνουν το θάρρος τους. Ο Μουσταφάπασάς εκμεταλλεύθηκε το δυσμενές ψυχολογικό κλίμα και κάλεσε με νέα προκήρυξη τους επαναστάτες να καταθέσουν τα όπλα,δηλώνοντας ότι θα χορηγήσει αμνηστία σε όλους. Ιδιαιτέρωςκαλούσε σε υποταγή τους Σφακιανούς αγωνιστές. Πολλά χωριά τωνΣφακίων δήλωσαν υποταγή, αλλά και οι κάτοικοι των άλλωνεπαρχιών. Σταδιακά η επανάσταση άρχισε να παρουσιάζει κάμψη.Μετά την περιφανή νίκη του στον Αποκόρωνα, ο Μουσταφάςάφησε στις Βρύσες τον Μεχμέτ πασά και ο ίδιος, με δύναμη 15.000ανδρών και με ισχυρό πυροβολικό, εισέβαλε στο Ρέθυμνο. Έδρα τηςεπαναστατικής Επιτροπής Ρεθύμνου είχε οριστεί η μονή Αρκαδίου(αφιερωμένη στην τιμή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης), όπουο Πάνος Κορωναίος είχε εγκαταστήσει ως φρούραρχο τονανθυπολοχαγό Ιω. Δημακόπουλο από τη Μεσσηνία, ο οποίοςυποστηριζόταν από τον ηγούμενο Γαβριήλ Μαρινάκη. Στις 8Νοεμβρίου 1866 ο Μουσταφά επιτέθηκε στη μονή από τον Ρέθυμνομε δύναμη περίπου 23.000 στρατιωτών, αφού πρώτα διέταξε τονΡεσίτ πασά να εισβάλει στον Μυλοπόταμο, με σκοπό να απασχολείτους Μυλοποταμίτες οπλαρχηγούς. Στο Αρκάδι είχαν καταφύγει 600γυναικόπαιδα και περίπου 300 οπλοφόροι. Ο Πάνος Κορωναίοςβρισκόταν με τις δυνάμεις του στην περιοχή του Αμαρίου.Κάποιοι από τους αγωνιστές συγκρούσθηκαν με τιςεμπροσθοφυλακές των Τούρκων στις θέσεις Σκολούφια, Χάρκεια καιΚαβούσι, αλλά υποχώρησαν μπροστά στην υπέρτερη δύναμη τουεχθρού και εγκλείσθηκαν στη μονή. Η επίθεση άρχισε, αφού οιέγκλειστοι απέρριψαν τις προτάσεις για παράδοση. Παρά τον όγκοτων δυνάμεών τους οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να καταλάβουν τομοναστήρι την ίδια μέρα. Ο Μουσταφάς προχώρησε σε πιο δραστικάμέτρα. Έφερε από το Ρέθυμνο πυροβολαρχία βαρέος πεδινούπυροβολικού, με την οποία βομβάρδισε και συνέτριψε τη δυτικήπύλη της μονής στις 9 Νοεμβρίου 1866. Ο ηγούμενος της μονήςσκοτώθηκε μαχόμενος στις επάλξεις, ενώ την κρίσιμη ώρα οΚωστής Γιαμπουδάκης ανατίναξε την αποθήκη πυρομαχικών καιέτσι η μονή σωριάστηκε σε ερείπια. Πολλοί ήταν οι Έλληνες πουσκοτώθηκαν και μαζί τους εκατοντάδες Τούρκοι. Περίπου 100 Έλληνες συνελήφθησαν αιχμάλωτοι από τους Τούρκους, ανάμεσαστους οποίους ήταν και ο Δημακόπουλος.Η ανυπέρβλητη αυτή θυσία των αγωνιστών στη μονή Αρκαδίουσυγκλόνισε ολόκληρο τον κόσμο τότε, αφού θύμισε ξανά τοΜεσολόγγι και το Κούγκι. Φιλελεύθεροι άνθρωποι ανέλαβανενέργειες υπέρ των Κρητών, με το να ιδρύουν επιτροπές, ναδιενεργούν εράνους και να δημοσιεύουν συγκινητικά κείμενα.Από την άλλη πλευρά, στην περιοχή του Ηρακλείου οι πολεμικέςεπιχειρήσεις άρχισαν τον Σεπτέμβριο του 1866. Τουρκικόστρατιωτικό τμήμα κατέλαβε το χωριό Άγιος Μύρων στην επαρχίαΜαλεβιζίου και κατέσφαξε τα γυναικόπαιδα. Έπειτα οι Τούρκοιεπιτέθηκαν στους επαναστάτες στον Αλμυρό, αλλά απέτυχαν μεμεγάλες απώλειες (8 Σεπτεμβρίου 1866). Σε μάχη που έγινε στις 13Οκτωβρίου 1866 στην περιοχή των χωριών Κασταμονίτσας-Αμαριανού της επαρχίας Πεδιάδας οι επαναστάτες δεν κατάφεραν να αντέξουν την επίθεση 8.000 εχθρών και υποχώρησαν αφήνοντας70 νεκρούς στο πεδίο της μάχης.Μετά την καταστροφή της μονής Αρκαδίου ο Μουσταφάςστράφηκε για δεύτερη φορά κατά της ορεινής Κυδωνίας και τουΣελίνου στα Χανιά, στις 27 Νοεμβρίου 1866. Την εποχή εκείνη είχεξεσπάσει διαμάχη μεταξύ των Γενικών Αρχηγών, Ιω. Ζυμβρακάκη,Π. Κορωναίου και Μ. Κόρακα, σχετικά με το θέμα οργάνωσης μιαςανώτατης στρατιωτικής αρχής στην Κρήτη. Οι φιλονικίες τωναρχηγών ευνόησαν τις κινήσεις του Μουσταφά, αφού ουσιαστικάδεν βρήκε καμία αντίσταση. Με μια εκπληκτική κίνηση κατά τατέλη του Δεκέμβρη αποβίβασε μέρος του στρατού του με πλοίαστην Αγία Ρούμελη και στο Φραγκοκάστελλο.Η θέση των Σφακιανών ήταν αληθινά τραγική. Ο άμαχοςπληθυσμός τρομοκρατημένος είχε καταφύγει στα παράλιααναζητώντας σωτηρία από τα παραπλέοντα ελληνικά καιευρωπαϊκά πλοία. Ο σκληρός όμως χειμώνας και οι τραχείςσυνθήκες διαβίωσης ανάγκασαν τον Μουσταφά να εγκαταλείψει ταΣφακιά, αφού αρκέστηκε στην υποταγή ορισμένων οπλαρχηγών.Επιστρέφοντας όμως συντρίφθηκε στο φαράγγι του Κατρέ από τηνάγρια επίθεση Σφακιανών αγωνιστών, όπου έχασε 500 άνδρες του.Ο τουρκικός στρατός εγκατέλειψε τον οπλισμό του και τα εφόδιάτου επί τόπου, πολύτιμα λάφυρα στα χέρια των επαναστατών.Παράλληλα δυτικά του Ηρακλείου, στα τέλη Δεκεμβρίου του1866, κατέφθασε στην Κρήτη το πλοίο «Πανελλήνιον» με τονΜανιάτη συνταγματάρχη Δημ. Πετροπουλάκη με 350 εθελοντές. Ηαπόβαση των εθελοντών έγινε στην παραλία του Φόδελε, όπου τουςεπιτέθηκε ισχυρή τουρκική δύναμη και τους ανάγκασε ναυποχωρήσουν στα ορεινά μέρη της επαρχίας Μαλεβιζίου.Γενικά, ο Μουσταφάς πίστευε ότι είχε επιτύχει τον αντικειμενικότου σκοπό: να καταστείλει την επανάσταση των Κρητών.Αντιθέτως, η επανάσταση δεν είχε κατασταλεί και αυτό το γνώριζεκαλά η Υψηλή Πύλη, η οποία είχε να αντιμετωπίσει την κατακραυγήτης διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και τη μεταστροφή τηςευρωπαϊκής διπλωματίας υπέρ των Κρητών. Ο σουλτάνος έστειλετον Ιανουάριο του 1867 τον Σερβέρ εφέντη με φιρμάνι, για τηνεκλογή ενός μουσουλμάνου και ενός χριστιανού από κάθε επαρχίατου νησιού, για να προτείνουν λύσεις για το Κρητικό Ζήτημα. Όμωςη αποστολή του Σερβέρ δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Οσουλτάνος τότε ανακάλεσε τον Μουσταφά και διόρισε στη θέση τουτον εξωμότη Ομέρ πασά, έναν ικανότατο στρατηγό, στον οποίονανατέθηκε το έργο της εκκαθάρισης της Κρήτης από τουςεπαναστάτες.Ο Ομέρ έφθασε στο νησί τον Μάρτιο του 1867 και ανέλαβεαμέσως τη γενική αρχηγία όλων των τουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων,που ανέρχονταν σε 25.000 στρατιώτες. Τον Απρίλιο του 1867επιχείρησε να εισβάλει στα Σφακιά, με πολλαπλές επιθέσεις απόπολλά σημεία ταυτόχρονα, αλλά απέτυχε. Έλαβε την απόφαση νακινηθεί ανατολικά, αφού πρώτα άφησε τον Μεχμέτ πασά στονΑποκόρωνα και τον Αλή Σαρχός στην Κυδωνία, για να απασχολούν να αντέξουν την επίθεση 8.000 εχθρών και υποχώρησαν αφήνοντας70 νεκρούς στο πεδίο της μάχης.Μετά την καταστροφή της μονής Αρκαδίου ο Μουσταφάςστράφηκε για δεύτερη φορά κατά της ορεινής Κυδωνίας και τουΣελίνου στα Χανιά, στις 27 Νοεμβρίου 1866. Την εποχή εκείνη είχεξεσπάσει διαμάχη μεταξύ των Γενικών Αρχηγών, Ιω. Ζυμβρακάκη,Π. Κορωναίου και Μ. Κόρακα, σχετικά με το θέμα οργάνωσης μιαςανώτατης στρατιωτικής αρχής στην Κρήτη. Οι φιλονικίες τωναρχηγών ευνόησαν τις κινήσεις του Μουσταφά, αφού ουσιαστικάδεν βρήκε καμία αντίσταση. Με μια εκπληκτική κίνηση κατά τατέλη του Δεκέμβρη αποβίβασε μέρος του στρατού του με πλοίαστην Αγία Ρούμελη και στο Φραγκοκάστελλο.Η θέση των Σφακιανών ήταν αληθινά τραγική. Ο άμαχοςπληθυσμός τρομοκρατημένος είχε καταφύγει στα παράλιααναζητώντας σωτηρία από τα παραπλέοντα ελληνικά καιευρωπαϊκά πλοία. Ο σκληρός όμως χειμώνας και οι τραχείςσυνθήκες διαβίωσης ανάγκασαν τον Μουσταφά να εγκαταλείψει ταΣφακιά, αφού αρκέστηκε στην υποταγή ορισμένων οπλαρχηγών.Επιστρέφοντας όμως συντρίφθηκε στο φαράγγι του Κατρέ από τηνάγρια επίθεση Σφακιανών αγωνιστών, όπου έχασε 500 άνδρες του.Ο τουρκικός στρατός εγκατέλειψε τον οπλισμό του και τα εφόδιάτου επί τόπου, πολύτιμα λάφυρα στα χέρια των επαναστατών.Παράλληλα δυτικά του Ηρακλείου, στα τέλη Δεκεμβρίου του1866, κατέφθασε στην Κρήτη το πλοίο «Πανελλήνιον» με τονΜανιάτη συνταγματάρχη Δημ. Πετροπουλάκη με 350 εθελοντές. Ηαπόβαση των εθελοντών έγινε στην παραλία του Φόδελε, όπου τουςεπιτέθηκε ισχυρή τουρκική δύναμη και τους ανάγκασε ναυποχωρήσουν στα ορεινά μέρη της επαρχίας Μαλεβιζίου.Γενικά, ο Μουσταφάς πίστευε ότι είχε επιτύχει τον αντικειμενικότου σκοπό: να καταστείλει την επανάσταση των Κρητών.Αντιθέτως, η επανάσταση δεν είχε κατασταλεί και αυτό το γνώριζεκαλά η Υψηλή Πύλη, η οποία είχε να αντιμετωπίσει την κατακραυγήτης διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και τη μεταστροφή τηςευρωπαϊκής διπλωματίας υπέρ των Κρητών. Ο σουλτάνος έστειλετον Ιανουάριο του 1867 τον Σερβέρ εφέντη με φιρμάνι, για τηνεκλογή ενός μουσουλμάνου και ενός χριστιανού από κάθε επαρχίατου νησιού, για να προτείνουν λύσεις για το Κρητικό Ζήτημα. Όμωςη αποστολή του Σερβέρ δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Οσουλτάνος τότε ανακάλεσε τον Μουσταφά και διόρισε στη θέση τουτον εξωμότη Ομέρ πασά, έναν ικανότατο στρατηγό, στον οποίονανατέθηκε το έργο της εκκαθάρισης της Κρήτης από τουςεπαναστάτες.Ο Ομέρ έφθασε στο νησί τον Μάρτιο του 1867 και ανέλαβεαμέσως τη γενική αρχηγία όλων των τουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων,που ανέρχονταν σε 25.000 στρατιώτες. Τον Απρίλιο του 1867επιχείρησε να εισβάλει στα Σφακιά, με πολλαπλές επιθέσεις απόπολλά σημεία ταυτόχρονα, αλλά απέτυχε. Έλαβε την απόφαση νακινηθεί ανατολικά, αφού πρώτα άφησε τον Μεχμέτ πασά στονΑποκόρωνα και τον Αλή Σαρχός στην Κυδωνία, για να απασχολούν να αντέξουν την επίθεση 8.000 εχθρών και υποχώρησαν αφήνοντας70 νεκρούς στο πεδίο της μάχης.Μετά την καταστροφή της μονής Αρκαδίου ο Μουσταφάςστράφηκε για δεύτερη φορά κατά της ορεινής Κυδωνίας και τουΣελίνου στα Χανιά, στις 27 Νοεμβρίου 1866. Την εποχή εκείνη είχεξεσπάσει διαμάχη μεταξύ των Γενικών Αρχηγών, Ιω. Ζυμβρακάκη,Π. Κορωναίου και Μ. Κόρακα, σχετικά με το θέμα οργάνωσης μιαςανώτατης στρατιωτικής αρχής στην Κρήτη. Οι φιλονικίες τωναρχηγών ευνόησαν τις κινήσεις του Μουσταφά, αφού ουσιαστικάδεν βρήκε καμία αντίσταση. Με μια εκπληκτική κίνηση κατά τατέλη του Δεκέμβρη αποβίβασε μέρος του στρατού του με πλοίαστην Αγία Ρούμελη και στο Φραγκοκάστελλο.Η θέση των Σφακιανών ήταν αληθινά τραγική. Ο άμαχοςπληθυσμός τρομοκρατημένος είχε καταφύγει στα παράλιααναζητώντας σωτηρία από τα παραπλέοντα ελληνικά καιευρωπαϊκά πλοία. Ο σκληρός όμως χειμώνας και οι τραχείςσυνθήκες διαβίωσης ανάγκασαν τον Μουσταφά να εγκαταλείψει ταΣφακιά, αφού αρκέστηκε στην υποταγή ορισμένων οπλαρχηγών.Επιστρέφοντας όμως συντρίφθηκε στο φαράγγι του Κατρέ από τηνάγρια επίθεση Σφακιανών αγωνιστών, όπου έχασε 500 άνδρες του.Ο τουρκικός στρατός εγκατέλειψε τον οπλισμό του και τα εφόδιάτου επί τόπου, πολύτιμα λάφυρα στα χέρια των επαναστατών.Παράλληλα δυτικά του Ηρακλείου, στα τέλη Δεκεμβρίου του1866, κατέφθασε στην Κρήτη το πλοίο «Πανελλήνιον» με τονΜανιάτη συνταγματάρχη Δημ. Πετροπουλάκη με 350 εθελοντές. Ηαπόβαση των εθελοντών έγινε στην παραλία του Φόδελε, όπου τουςεπιτέθηκε ισχυρή τουρκική δύναμη και τους ανάγκασε ναυποχωρήσουν στα ορεινά μέρη της επαρχίας Μαλεβιζίου.Γενικά, ο Μουσταφάς πίστευε ότι είχε επιτύχει τον αντικειμενικότου σκοπό: να καταστείλει την επανάσταση των Κρητών.Αντιθέτως, η επανάσταση δεν είχε κατασταλεί και αυτό το γνώριζεκαλά η Υψηλή Πύλη, η οποία είχε να αντιμετωπίσει την κατακραυγήτης διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και τη μεταστροφή τηςευρωπαϊκής διπλωματίας υπέρ των Κρητών. Ο σουλτάνος έστειλετον Ιανουάριο του 1867 τον Σερβέρ εφέντη με φιρμάνι, για τηνεκλογή ενός μουσουλμάνου και ενός χριστιανού από κάθε επαρχίατου νησιού, για να προτείνουν λύσεις για το Κρητικό Ζήτημα. Όμωςη αποστολή του Σερβέρ δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Οσουλτάνος τότε ανακάλεσε τον Μουσταφά και διόρισε στη θέση τουτον εξωμότη Ομέρ πασά, έναν ικανότατο στρατηγό, στον οποίονανατέθηκε το έργο της εκκαθάρισης της Κρήτης από τουςεπαναστάτες.Ο Ομέρ έφθασε στο νησί τον Μάρτιο του 1867 και ανέλαβεαμέσως τη γενική αρχηγία όλων των τουρκοαιγυπτιακών δυνάμεων,που ανέρχονταν σε 25.000 στρατιώτες. Τον Απρίλιο του 1867επιχείρησε να εισβάλει στα Σφακιά, με πολλαπλές επιθέσεις απόπολλά σημεία ταυτόχρονα, αλλά απέτυχε. Έλαβε την απόφαση νακινηθεί ανατολικά, αφού πρώτα άφησε τον Μεχμέτ πασά στονΑποκόρωνα και τον Αλή Σαρχός στην Κυδωνία, για να απασχολούν
τους επαναστάτες στη δυτική Κρήτη. Ο Ομέρ σε όλη τη διάρκειατης πορείας του δεχόταν επιθέσεις από τους οπλαρχηγούς τουΜυλοποτάμου και του Μαλεβιζίου, αλλά έφθασε στο Ηράκλειο στις10 Μαΐου 1867, όπου σχεδίαζε επίθεση κατά του Λασιθίου. ΟΚόρακας με τους τοπικούς οπλαρχηγούς απέκλεισε τις προσβάσειςπρος το Λασίθι, αλλά ο Ομέρ συγκέντρωσε τις δυνάμεις του στοΚαστέλλι Πεδιάδος, όπου είχαν καταφθάσει εκεί ο Αιγύπτιος Ισμαήλκαι ο Αλή Σαρχός από τα δυτικά. Εξαπατώντας τους επαναστάτεςπέρασε από το χωριό Γεράκι και ανέβηκε έως την κορυφή του όρουςΑφέντης, απωθώντας τον οπλαρχηγό Πετροπουλάκη στη θέσηΚαράς το πηγάδι. Στις 21 Μαΐου 1867 τα τουρκικά στρατεύματαεισέβαλαν στο οροπέδιο. Ο Κόρακας με ένα μικρό σώμα ιππικούκατάφερε να απωθήσει τους Τούρκους, αλλά ο ανώτερος οπλισμόςτων εχθρών τελικά υπερίσχυσε. Το Λασίθι υπέκυψε στηνκαταστρεπτική μανία των τουρκικών ορδών.Η επιτυχία αυτή των Τούρκων ήταν εφήμερη. Μόλις αποχώρησαναπό το οροπέδιο, οι κάτοικοι επέστρεψαν στον τόπο τους. Ο Ομέργύρισε στο Ηράκλειο και από κει κατευθύνθηκε στα Χανιά, ενώ οιδυνάμεις του Ρεσίτ πασά και του Αλή Σαρχός κινήθηκαν προς τηΜεσαρά. Σε μάχη που έγινε στο χωριό Γέργερη στις 13 Ιουνίου 1867οι Τούρκοι έπαθαν μεγάλη καταστροφή. Ο Ομέρ έφτασε με στόλοστο Τυμπάκι της Μεσαράς, για να οργανώσει εκεί την εκστρατείαπου σχεδίαζε να κάνει εναντίον των Σφακίων. Στις 23 Ιουνίου 1867ένα τμήμα του στρατού του διαπεραιώθηκε με πλοία στα Σφακιά,ενώ άλλα τμήματα πορεύθηκαν διά ξηράς. Ο Ρεσίτ και ο Μεχμέτεισέβαλαν από δύο σημεία στο οροπέδιο του Ασκύφου, όπου εκείσυναντήθηκαν με τις δυνάμεις του Ομέρ. Ενωμένες πια οιτουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις υπέταξαν ολόκληρη την επαρχία, παράτη λυσσώδη αντίσταση των Κρητών αγωνιστών.Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ομέρ έδειξαν ότι ο τουρκικόςστρατός είχε τη δυνατότητα να υπερισχύει στις αναμετρήσεις μετους επαναστάτες, αλλά δεν μπορούσε να μονιμοποιήσει τηνκατοχή του σε απομακρυσμένες περιοχές του νησιού. Όταν οτακτικός στρατός των Τούρκων αποχωρούσε, οι επαναστάτεςεπέστρεφαν από τα ορεινά καταφύγιά τους. Όμως οι θυσίες πουχρειάστηκαν από την πλευρά της οθωμανικής αυτοκρατορίας δενδικαιώθηκαν καθόλου από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων τωντουρκικών στρατευμάτων.Ο σουλτάνος, στα πλαίσια μιας υποχωρητικής πολιτικής,ανακάλεσε τον Ομέρ και κήρυξε την παύση των εχθροπραξιών γιαπέντε βδομάδες στην Κρήτη, από την 5η Σεπτεμβρίου 1867,παραχωρώντας γενική αμνηστία. Έστειλε στην Κρήτη τον ΜεγάλοΒεζίρη Ααλή πασά, για να κομίσει νέα διοικητικά προνόμια στουςΚρήτες, που αποτέλεσαν τη βάση του Οργανικού Νόμου του 1868.Επρόκειτο για ένα καθεστώς ημιαυτονομίας, με παραχώρησηορισμένων προνομίων στους χριστιανούς κατοίκους της νήσου. ΟΑαλή πασάς κατέφθασε στις 22 Σεπτεμβρίου 1867 στην Κρήτη καιεξέδωσε προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους επαναστάτες νακαταθέσουν τα όπλα και τον λαό να εκλέξει πληρεξουσίους μέσα σε δύο βδομάδες. Διαβίβασε την πρόθεσή του στην Γενική Συνέλευσητων Κρητών ότι ήταν πρόθυμος να παραχωρήσει οποιοδήποτε είδοςπολιτεύματος αρκεί να αποκηρύξουν το αίτημά τους για ένωση μετην Ελλάδα. Η απάντηση βεβαίως ήταν αρνητική και οι πολεμικέςαναμετρήσεις συνεχίστηκαν. Ο Ααλή όμως προκήρυξε εκλογές καισυγκρότησε στα Χανιά μια άτυπη συνέλευση, από 30μουσουλμάνους και 20 χριστιανούς, ανθρώπους που δεν είχανκανένα κύρος για να αναλάβουν τέτοιες θέσεις.Η βρετανική διπλωματία, πάντα ως αυλόκολακας των Τούρκων,τάχθηκε με το μέρος του Ααλή και, με ανθρώπους της πουδιέτρεχαν το νησί, προέτρεπε τον λαό να δηλώσει υποταγή.Παραπάνω έγινε λόγος για το κίνημα αυτό των «αντεπαναστατών»,ανθρώπων που δεν εμφορούνταν από πατριωτικό ενθουσιασμό αλλάούτε και διακρίνονταν για τη γνήσια εθνική τους συνείδηση.Στις 11 Νοεμβρίου 1867 ο Ααλή πασάς ανακοίνωσε στηψευδοσυνέλευση τις 14 βασικές διατάξεις του Οργανικού Νόμου.Σύμφωνα με αυτές η Κρήτη αποτελούσε ένα βιλαέτι τηςοθωμανικής αυτοκρατορίας, διοικούμενο από Γενικό Διοικητή, πουδιοριζόταν από τον σουλτάνο. Το νησί διαιρέθηκε σε πέντεδιοικήσεις και είκοσι επαρχίες. Στην κεντρική και στις επαρχιακέςδιοικήσεις θα μπορούσαν να διορίζονται και σε κάποια αναλογίαχριστιανοί υπάλληλοι. Στη σύνθεση των δικαστηρίων θα μετείχανκαι χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Επίσης, αναγνωριζόταν η ισοτιμίαελληνικής και τουρκικής γλώσσας.Ο Ααλή πασάς επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ικανοποιημένοςαπό τις πολιτικές του κινήσεις, αλλά όμως η επανάσταση δεν είχεακόμη κατασταλεί. Τον Νοέμβριο του 1867 ανέλαβε τη διοίκησητου νησιού ο Χουσεΐν Αυνή πασάς, ο οποίος διαφοροποιήθηκεπολιτικά από τους προηγούμενους διοικητές της Κρήτης. Τροποποίησε τη μέθοδο στρατιτωτικού ελέγχου του νησιού, με τονα οικοδομήσει πύργους σε επίκαιρες θέσεις και να εγκαταστήσειμόνιμες φρουρές σ’ αυτούς. Στις φρουρές αυτές ανατέθηκε τοκαθήκον να ελέγχουν τους επαναστάτες. Το σύστημα αυτό έφερεκάποιο αποτέλεσμα, αλλά οι επαναστάτες μετέβαλαν τον αγώνα σεκλεφτοπόλεμο, που διήρκεσε ολόκληρο το 1868.Η επανάσταση όμως άρχισε να κάμπτεται σε σοβαρό βαθμό. Οκρητικός λαός είχε κουραστεί πολύ από τις κακουχίες. Η αποστολήεφοδίων από την υπόλοιπη Ελλάδα είχε περιοριστεί σοβαρά, καθώςείχαν ενταθεί οι περιπολίες του τουρκικού στόλου αφ’ ότου ανέλαβετην ηγεσία του στόλου ο Hobart πασάς. Στο τέλος Δεκεμβρίου του1868 ο Hobart καταδίωξε το πλοίο «Ἕνωσις» ως το λιμάνι τηςΣύρου, όπου το απέκλεισε. Η Υψηλή Πύλη κατηγόρησε την Ελλάδαγια ανάμιξη στις κρητικές υποθέσεις και απειλήθηκε πόλεμος, οοποίος αποφεύχθηκε μόνο με την επέμβαση των ΜεγάλωνΔυνάμεων. Έτσι, με τουρκικό τελεσίγραφο η Ελλάδα σταμάτησε τηναποστολή εφοδίων και εθελοντών στην Κρήτη.Από τον Οκτώβριο του 1868 η επανάσταση στη δυτική Κρήτη είχεουσιαστικά εκπνεύσει. Ο Κόρακας και οι οπλαρχηγοί τωνανατολικών επαρχιών επέμεναν στη συνέχιση του αγώνα, αλλά μάταια. Οι κάθε λογής βιοποριστικές ανάγκες των επαναστατώντούς εμπόδιζαν να συνεχίσουν να μάχονται.Η Προσωρινή Κυβέρνηση είχε τραγικό τέλος στις 11 Δεκεμβρίου1868, στη Γωνιά Κισάμου. Πολιορκήθηκε με αιφνιδιαστική επίθεσηαπό τους Τούρκους και τα πιο πολλά μέλη της σκοτώθηκαν. Οιοπλαρχηγοί των ανατολικών επαρχιών έλαβαν την απόφαση στις 30Δεκεμβρίου 1868 να συνεχίσουν τον αγώνα, αλλά δεν έβρισκανσύμφωνο τον λαό, που είχε κουραστεί από τις στερήσεις.Τον Ιανουάριο του 1869 τα γεγονότα είχαν ραγδαία εξέλιξη. Ηευρωπαϊκή διπλωματία στράφηκε σύσσωμη υπέρ των Τούρκων. ΟιΜεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να απαγορεύσουν στην Ελλάδα τονσχηματισμό εθελοντικών σωμάτων για πολεμική δράση σε εδάφητης οθωμανικής αυτοκρατορίας και τον εφοδιασμό από τα λιμάνιατης πλοίων που θα βοηθούσαν οποιαδήποτε επαναστατική κίνησηστις κτήσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας.Στις 18 Ιανουαρίου 1869 ο πασάς του Ηρακλείου εξέδωσεδιάταγμα, που έδιδε στους πρωταγωνιστές της επανάστασης διορίαδέκα ημερών να παραδοθούν, υποσχόμενος γενική αμνηστία. Μετάτο πέρας αυτής της προθεσμίας θα προκηρύσσονταν με 500οθωμανικές λίρες ο καθένας. Η καινούρια αυτή εξέλιξη έκανε τουςοπλαρχηγούς των ανατολικών επαρχιών να συγκεντρωθούν στοχωριό Τζερμιάδω Λασιθίου, στις 26 Ιανουαρίου 1869. Στησυνεδρίαση αυτή οι γνώμες διχάστηκαν. Οι πιο πολλοί οπλαρχηγοίπαραδόθηκαν, ενώ οι εναπομείναντες που αρνήθηκαν να υποστούναυτήν την ταπείνωση, επικηρύχθηκαν.Η επανάσταση έτσι τελείωσε χωρίς να ευοδωθεί ο πόθος τωνΚρητών για ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Οι θυσίες σε ανθρώπουςκαι οι υλικές ζημιές υπήρξαν τεράστιες. Η λύση του ΚρητικούΖητήματος δεν θα διδόταν με μια τοπική επανάσταση χωρίς και τηβοήθεια της διεθνούς διπλωματίας, αλλά με μια πολεμικήαναμέτρηση στη Βαλκανική που θα ταπείνωνε την Τουρκία.
4. Η επανάσταση του 1878.
Η Υψηλή Πύλη θεώρησε ότι ο Οργανικός Νόμος ήταν μίαχειρονομία καλής θελήσεως προς τον χριστιανικό πληθυσμό τηςΚρήτης. Εν τούτοις, ο Οργανικός Νόμος ήταν μια παγίδα για τουςΚρήτες. Το χριστιανικό στοιχείο στην Γενική Συνέλευση δεναντιπροσωπευόταν αναλογικά με τους πληθυσμιακούς τουαριθμούς. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο καμιά από τις προτάσεις τωνχριστιανών δεν ήταν δυνατόν να εγκριθεί. Στην πραγματικότητα οΟργανικός Νόμος δεν εφαρμόστηκε ποτέ σε όλες του τις διατάξεις.Οι συνεχόμενες παραβιάσεις του έκαναν τους Κρήτες ναδιαμαρτύρονται, αλλά οι τουρκικές αρχές φυλάκιζαν τουςαντιτιθέμενους στο Νόμο.Η κατάσταση στο νησί τα έτη 1869-1874 ήταν τραγική. Οπληθυσμός είχε ελαττωθεί σε τραγικά επίπεδα από τις σφαγές καιτους εκπατρισμούς, τα χωριά είχαν ερημώσει και οι γεωργικοίκλήροι έμεναν ακαλλιέργητοι. Ουσιαστικά η Κρήτη έπρεπε νααναγεννηθεί από τις στάχτες της. Το διάστημα 1869-1878 η
τους επαναστάτες στη δυτική Κρήτη. Ο Ομέρ σε όλη τη διάρκειατης πορείας του δεχόταν επιθέσεις από τους οπλαρχηγούς τουΜυλοποτάμου και του Μαλεβιζίου, αλλά έφθασε στο Ηράκλειο στις10 Μαΐου 1867, όπου σχεδίαζε επίθεση κατά του Λασιθίου. ΟΚόρακας με τους τοπικούς οπλαρχηγούς απέκλεισε τις προσβάσειςπρος το Λασίθι, αλλά ο Ομέρ συγκέντρωσε τις δυνάμεις του στοΚαστέλλι Πεδιάδος, όπου είχαν καταφθάσει εκεί ο Αιγύπτιος Ισμαήλκαι ο Αλή Σαρχός από τα δυτικά. Εξαπατώντας τους επαναστάτεςπέρασε από το χωριό Γεράκι και ανέβηκε έως την κορυφή του όρουςΑφέντης, απωθώντας τον οπλαρχηγό Πετροπουλάκη στη θέσηΚαράς το πηγάδι. Στις 21 Μαΐου 1867 τα τουρκικά στρατεύματαεισέβαλαν στο οροπέδιο. Ο Κόρακας με ένα μικρό σώμα ιππικούκατάφερε να απωθήσει τους Τούρκους, αλλά ο ανώτερος οπλισμόςτων εχθρών τελικά υπερίσχυσε. Το Λασίθι υπέκυψε στηνκαταστρεπτική μανία των τουρκικών ορδών.Η επιτυχία αυτή των Τούρκων ήταν εφήμερη. Μόλις αποχώρησαναπό το οροπέδιο, οι κάτοικοι επέστρεψαν στον τόπο τους. Ο Ομέργύρισε στο Ηράκλειο και από κει κατευθύνθηκε στα Χανιά, ενώ οιδυνάμεις του Ρεσίτ πασά και του Αλή Σαρχός κινήθηκαν προς τηΜεσαρά. Σε μάχη που έγινε στο χωριό Γέργερη στις 13 Ιουνίου 1867οι Τούρκοι έπαθαν μεγάλη καταστροφή. Ο Ομέρ έφτασε με στόλοστο Τυμπάκι της Μεσαράς, για να οργανώσει εκεί την εκστρατείαπου σχεδίαζε να κάνει εναντίον των Σφακίων. Στις 23 Ιουνίου 1867ένα τμήμα του στρατού του διαπεραιώθηκε με πλοία στα Σφακιά,ενώ άλλα τμήματα πορεύθηκαν διά ξηράς. Ο Ρεσίτ και ο Μεχμέτεισέβαλαν από δύο σημεία στο οροπέδιο του Ασκύφου, όπου εκείσυναντήθηκαν με τις δυνάμεις του Ομέρ. Ενωμένες πια οιτουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις υπέταξαν ολόκληρη την επαρχία, παράτη λυσσώδη αντίσταση των Κρητών αγωνιστών.Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ομέρ έδειξαν ότι ο τουρκικόςστρατός είχε τη δυνατότητα να υπερισχύει στις αναμετρήσεις μετους επαναστάτες, αλλά δεν μπορούσε να μονιμοποιήσει τηνκατοχή του σε απομακρυσμένες περιοχές του νησιού. Όταν οτακτικός στρατός των Τούρκων αποχωρούσε, οι επαναστάτεςεπέστρεφαν από τα ορεινά καταφύγιά τους. Όμως οι θυσίες πουχρειάστηκαν από την πλευρά της οθωμανικής αυτοκρατορίας δενδικαιώθηκαν καθόλου από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων τωντουρκικών στρατευμάτων.Ο σουλτάνος, στα πλαίσια μιας υποχωρητικής πολιτικής,ανακάλεσε τον Ομέρ και κήρυξε την παύση των εχθροπραξιών γιαπέντε βδομάδες στην Κρήτη, από την 5η Σεπτεμβρίου 1867,παραχωρώντας γενική αμνηστία. Έστειλε στην Κρήτη τον ΜεγάλοΒεζίρη Ααλή πασά, για να κομίσει νέα διοικητικά προνόμια στουςΚρήτες, που αποτέλεσαν τη βάση του Οργανικού Νόμου του 1868.Επρόκειτο για ένα καθεστώς ημιαυτονομίας, με παραχώρησηορισμένων προνομίων στους χριστιανούς κατοίκους της νήσου. ΟΑαλή πασάς κατέφθασε στις 22 Σεπτεμβρίου 1867 στην Κρήτη καιεξέδωσε προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους επαναστάτες νακαταθέσουν τα όπλα και τον λαό να εκλέξει πληρεξουσίους μέσα σε δύο βδομάδες. Διαβίβασε την πρόθεσή του στην Γενική Συνέλευσητων Κρητών ότι ήταν πρόθυμος να παραχωρήσει οποιοδήποτε είδοςπολιτεύματος αρκεί να αποκηρύξουν το αίτημά τους για ένωση μετην Ελλάδα. Η απάντηση βεβαίως ήταν αρνητική και οι πολεμικέςαναμετρήσεις συνεχίστηκαν. Ο Ααλή όμως προκήρυξε εκλογές καισυγκρότησε στα Χανιά μια άτυπη συνέλευση, από 30μουσουλμάνους και 20 χριστιανούς, ανθρώπους που δεν είχανκανένα κύρος για να αναλάβουν τέτοιες θέσεις.Η βρετανική διπλωματία, πάντα ως αυλόκολακας των Τούρκων,τάχθηκε με το μέρος του Ααλή και, με ανθρώπους της πουδιέτρεχαν το νησί, προέτρεπε τον λαό να δηλώσει υποταγή.Παραπάνω έγινε λόγος για το κίνημα αυτό των «αντεπαναστατών»,ανθρώπων που δεν εμφορούνταν από πατριωτικό ενθουσιασμό αλλάούτε και διακρίνονταν για τη γνήσια εθνική τους συνείδηση.Στις 11 Νοεμβρίου 1867 ο Ααλή πασάς ανακοίνωσε στηψευδοσυνέλευση τις 14 βασικές διατάξεις του Οργανικού Νόμου.Σύμφωνα με αυτές η Κρήτη αποτελούσε ένα βιλαέτι τηςοθωμανικής αυτοκρατορίας, διοικούμενο από Γενικό Διοικητή, πουδιοριζόταν από τον σουλτάνο. Το νησί διαιρέθηκε σε πέντεδιοικήσεις και είκοσι επαρχίες. Στην κεντρική και στις επαρχιακέςδιοικήσεις θα μπορούσαν να διορίζονται και σε κάποια αναλογίαχριστιανοί υπάλληλοι. Στη σύνθεση των δικαστηρίων θα μετείχανκαι χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Επίσης, αναγνωριζόταν η ισοτιμίαελληνικής και τουρκικής γλώσσας.Ο Ααλή πασάς επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη ικανοποιημένοςαπό τις πολιτικές του κινήσεις, αλλά όμως η επανάσταση δεν είχεακόμη κατασταλεί. Τον Νοέμβριο του 1867 ανέλαβε τη διοίκησητου νησιού ο Χουσεΐν Αυνή πασάς, ο οποίος διαφοροποιήθηκεπολιτικά από τους προηγούμενους διοικητές της Κρήτης. Τροποποίησε τη μέθοδο στρατιτωτικού ελέγχου του νησιού, με τονα οικοδομήσει πύργους σε επίκαιρες θέσεις και να εγκαταστήσειμόνιμες φρουρές σ’ αυτούς. Στις φρουρές αυτές ανατέθηκε τοκαθήκον να ελέγχουν τους επαναστάτες. Το σύστημα αυτό έφερεκάποιο αποτέλεσμα, αλλά οι επαναστάτες μετέβαλαν τον αγώνα σεκλεφτοπόλεμο, που διήρκεσε ολόκληρο το 1868.Η επανάσταση όμως άρχισε να κάμπτεται σε σοβαρό βαθμό. Οκρητικός λαός είχε κουραστεί πολύ από τις κακουχίες. Η αποστολήεφοδίων από την υπόλοιπη Ελλάδα είχε περιοριστεί σοβαρά, καθώςείχαν ενταθεί οι περιπολίες του τουρκικού στόλου αφ’ ότου ανέλαβετην ηγεσία του στόλου ο Hobart πασάς. Στο τέλος Δεκεμβρίου του1868 ο Hobart καταδίωξε το πλοίο «Ἕνωσις» ως το λιμάνι τηςΣύρου, όπου το απέκλεισε. Η Υψηλή Πύλη κατηγόρησε την Ελλάδαγια ανάμιξη στις κρητικές υποθέσεις και απειλήθηκε πόλεμος, οοποίος αποφεύχθηκε μόνο με την επέμβαση των ΜεγάλωνΔυνάμεων. Έτσι, με τουρκικό τελεσίγραφο η Ελλάδα σταμάτησε τηναποστολή εφοδίων και εθελοντών στην Κρήτη.Από τον Οκτώβριο του 1868 η επανάσταση στη δυτική Κρήτη είχεουσιαστικά εκπνεύσει. Ο Κόρακας και οι οπλαρχηγοί τωνανατολικών επαρχιών επέμεναν στη συνέχιση του αγώνα, αλλά μάταια. Οι κάθε λογής βιοποριστικές ανάγκες των επαναστατώντούς εμπόδιζαν να συνεχίσουν να μάχονται.Η Προσωρινή Κυβέρνηση είχε τραγικό τέλος στις 11 Δεκεμβρίου1868, στη Γωνιά Κισάμου. Πολιορκήθηκε με αιφνιδιαστική επίθεσηαπό τους Τούρκους και τα πιο πολλά μέλη της σκοτώθηκαν. Οιοπλαρχηγοί των ανατολικών επαρχιών έλαβαν την απόφαση στις 30Δεκεμβρίου 1868 να συνεχίσουν τον αγώνα, αλλά δεν έβρισκανσύμφωνο τον λαό, που είχε κουραστεί από τις στερήσεις.Τον Ιανουάριο του 1869 τα γεγονότα είχαν ραγδαία εξέλιξη. Ηευρωπαϊκή διπλωματία στράφηκε σύσσωμη υπέρ των Τούρκων. ΟιΜεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν να απαγορεύσουν στην Ελλάδα τονσχηματισμό εθελοντικών σωμάτων για πολεμική δράση σε εδάφητης οθωμανικής αυτοκρατορίας και τον εφοδιασμό από τα λιμάνιατης πλοίων που θα βοηθούσαν οποιαδήποτε επαναστατική κίνησηστις κτήσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας.Στις 18 Ιανουαρίου 1869 ο πασάς του Ηρακλείου εξέδωσεδιάταγμα, που έδιδε στους πρωταγωνιστές της επανάστασης διορίαδέκα ημερών να παραδοθούν, υποσχόμενος γενική αμνηστία. Μετάτο πέρας αυτής της προθεσμίας θα προκηρύσσονταν με 500οθωμανικές λίρες ο καθένας. Η καινούρια αυτή εξέλιξη έκανε τουςοπλαρχηγούς των ανατολικών επαρχιών να συγκεντρωθούν στοχωριό Τζερμιάδω Λασιθίου, στις 26 Ιανουαρίου 1869. Στησυνεδρίαση αυτή οι γνώμες διχάστηκαν. Οι πιο πολλοί οπλαρχηγοίπαραδόθηκαν, ενώ οι εναπομείναντες που αρνήθηκαν να υποστούναυτήν την ταπείνωση, επικηρύχθηκαν.Η επανάσταση έτσι τελείωσε χωρίς να ευοδωθεί ο πόθος τωνΚρητών για ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Οι θυσίες σε ανθρώπουςκαι οι υλικές ζημιές υπήρξαν τεράστιες. Η λύση του ΚρητικούΖητήματος δεν θα διδόταν με μια τοπική επανάσταση χωρίς και τηβοήθεια της διεθνούς διπλωματίας, αλλά με μια πολεμικήαναμέτρηση στη Βαλκανική που θα ταπείνωνε την Τουρκία.
4. Η επανάσταση του 1878.
Η Υψηλή Πύλη θεώρησε ότι ο Οργανικός Νόμος ήταν μίαχειρονομία καλής θελήσεως προς τον χριστιανικό πληθυσμό τηςΚρήτης. Εν τούτοις, ο Οργανικός Νόμος ήταν μια παγίδα για τουςΚρήτες. Το χριστιανικό στοιχείο στην Γενική Συνέλευση δεναντιπροσωπευόταν αναλογικά με τους πληθυσμιακούς τουαριθμούς. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο καμιά από τις προτάσεις τωνχριστιανών δεν ήταν δυνατόν να εγκριθεί. Στην πραγματικότητα οΟργανικός Νόμος δεν εφαρμόστηκε ποτέ σε όλες του τις διατάξεις.Οι συνεχόμενες παραβιάσεις του έκαναν τους Κρήτες ναδιαμαρτύρονται, αλλά οι τουρκικές αρχές φυλάκιζαν τουςαντιτιθέμενους στο Νόμο.Η κατάσταση στο νησί τα έτη 1869-1874 ήταν τραγική. Οπληθυσμός είχε ελαττωθεί σε τραγικά επίπεδα από τις σφαγές καιτους εκπατρισμούς, τα χωριά είχαν ερημώσει και οι γεωργικοίκλήροι έμεναν ακαλλιέργητοι. Ουσιαστικά η Κρήτη έπρεπε νααναγεννηθεί από τις στάχτες της. Το διάστημα 1869-1878 η
Απ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
Τουρκία έστελνε στο νησί ως Γενικούς Διοικητές, στρατιωτικούςπου ήταν εντελώς αντίθετοι σε κάθε μεταρρύθμιση. Γενικά, ητουρκική διοίκηση αυτών των ετών χαρακτηριζόταν απόφαυλότητα και σφοδρό αντιχριστιανικό μένος. Τα πολιτικά και στρατιωτικά τεκταινόμενα στην Ευρώπη είχαναντίκτυπο και στην Κρήτη. Ο πόλεμος μεταξύ Γαλλίας και Πρωσίαςτου 1870 έκανε την Τουρκία να εντείνει τα μέτρα επιτήρησης στονησί. Τα πράγματα στην Κρήτη επηρεάστηκαν περισσότερο από τηνεπανάσταση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης που ξέσπασε το 1875.Αμέσως υπήρξε επαναστατικός αναβρασμός και παρατηρήθηκανκινητοποιήσεις στο νησί. Ο αρχιμανδρίτης από τα ΣφακιάΠαρθένιος Κελαϊδής βολιδοσκοπούσε από την Τεργέστη τουςεξόριστους Κρητικούς αρχηγούς για τη δυνατότητα να εκραγείστην Κρήτη μια νέα επανάσταση. Ήδη στην Κρήτη είχαν ιδρυθείεπαναστατικά κομιτάτα. Οι περισσότεροι Κρητικοί απέρριπταν τηνιδέα μιας νέας επανάστασης, ενώ άλλοι προωθούσαν το σχέδιο νακαταστεί η Κρήτη αγγλικό προτεκτοράτο. Την άποψη αυτήυποστήριζε η αγγλόφιλη μερίδα στο νησί και οι Σφακιανοίοπλαρχηγοί. Η ιδέα όμως αυτή δεν ήταν αποδεκτή από τον λαό,αφού άλλωστε και η Αγγλία δεν είχε εκδηλώσει φανερά τηνπρόθεσή της αυτή. Γύρω στο 1876 κάποιοι Κρήτες υποστήριζαν τηνιδέα να ανακηρυχθεί η Κρήτη αυτόνομη Ηγεμονία. Υπέδειξαν ωςηγεμόνα τον Γρηγόριο Υψηλάντη, πρέσβη της Ελλάδος στη Βιέννη,ο οποίος όμως δεν αποδέχθηκε την πρόταση. Το 1876 η Γενική Συνέλευση των Κρητών ζήτησε με υπόμνημά τηςτην κατοχύρωση του Οργανικού Νόμου με σουλτανικό φιρμάνι,αφού θα τροποποιείτο στις βασικές του διατάξεις. Η Υψηλή Πύληδεν δέχθηκε να συζητήσει τίποτε από όλα αυτά. Στις αρχές του1877 η εσωτερική κατάσταση στην Κρήτη ταράχθηκε, ότανψηφίστηκε το τουρκικό σύνταγμα του Μιδάτ. Οι Κρήτες υπέβαλανυπόμνημα στον Γενικό Διοικητή Σαμίχ πασά και του ζήτησαν ναεξαιρεθεί η Κρήτη από το τουρκικό σύνταγμα και να θεωρηθείεπαρχία αυτοδιοικούμενη, όπως αναγνωριζόταν από τον ΟργανικόΝόμο. Ο Σαμίχ πασάς διέλυσε τη Γενική Συνέλευση και οι χριστιανοίαντιπρόσωποι κατέφυγαν στον Αποκόρωνα. Έτσι μια νέαεπανάσταση ήταν προ των πυλών.Τον Ιούλιο του 1877 εξελέγη 24μελής Επιτροπή στις δυτικέςεπαρχίες με αντικείμενο τη διαχείριση του Κρητικού Ζητήματος.Στην Αθήνα ιδρύθηκε το «Κρητικὸν Κέντρον» και άρχισε αμέσως ησυγκέντρωση όπλων και εφοδίων για την Κρήτη. Είχαν ήδηδημιουργηθεί τρία επαναστατικά κομιτάτα, ένα στο Βάμο, ένα σταΧανιά και ένα στο Ρέθυμνο. Τον Αύγουστο του 1877 το επαναστατικό κομιτάτο Χανίων εξέλεξε μία Μεταπολιτευτική Επιτροπή, που είχε έδρα την Κράπη. Αργότερα, οι αντιπρόσωποι των κομιτάτων συγκάλεσαν παγκρήτια επαναστατική συνέλευση στο χωριό Φρε του Αποκορώνου για να εκλεγεί Προεδρείο.Ο Χαρίλαος Τρικούπης, ως υπουργός Εξωτερικών στην Οικουμενική Κυβέρνηση Κουμουνδούρου, δήλωσε στις 27Δεκεμβρίου 1877 ότι η Ελλάδα θα υποστηρίξει ενεργώς την κρητική επανάσταση, ενώ οι εξόριστοι Κρήτες οπλαρχηγοί άρχισαν νακατεβαίνουν στην Κρήτη. Τον Ιανουάριο του 1878 συγκροτήθηκεστο Φρε η «Παγκρήτιος Ἐπαναστατικὴ Συνέλευσις», με πλήθοςαντιπροσώπων.Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ευρισκομένη σε πόλεμο με τη Ρωσίαεκείνη την περίοδο δεν μπορούσε να αποστείλει στρατιωτικέςδυνάμεις στην Κρήτη. Έτσι, λοιπόν, με παρότρυνση της Αγγλίας,υιοθέτησε την πολιτική του συμβιβασμού και της διαπραγμάτευσης.Ο Κωστής Αδοσίδης πασάς και ο Σελήμ εφέντης επωμίσθηκαν τοέργο των συνομιλιών με τους Κρήτες και παραλλήλως ναπροτείνουν νέες παραχωρήσεις επί του Οργανικού Νόμου. ΟΡεθύμνιος Ι. Τσουδερός συνέταξε την απάντηση, που περιλάμβανετους εξής όρους: 1. Να κηρυχθεί η Κρήτη αυτόνομη ηγεμονία,φόρου υποτελής στον σουλτάνο, 2. Ο διοικητής να είναι χριστιανόςκαι να εκλέγεται με την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων. ΟΑδοσίδης πασάς ζήτησε διορία δέκα ημερών, ώστε να διαβιβάσει τααιτήματα των Κρητών στην Κωνσταντινούπολη. Όμως δεν ήρθεκαμία απάντηση από την Υψηλή Πύλη.Αυτό ήταν και η αφορμή για να ξεσπάσει η επανάσταση. Οι Τούρκοι, για να προστατευθούν, εγκατέλειψαν την ύπαιθρο καικλείστηκαν στα μεγάλα φρούρια της νήσου. Ως τα τέλη Μαρτίου1878 όλη η Κρήτη ελεγχόταν από τους επαναστάτες, εκτός από ταφρούρια της νήσου, που δεν ήταν εφικτό να κυριευθούν χωρίς τηχρήση βαρέος πεδινού πυροβολικού.Τον Ιούλιο του 1878 οι πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεων στηνΚρήτη επέβαλαν ανακωχή με την υπόσχεση ότι το Κρητικό Ζήτημαθα απασχολούσε το Συνέδριο του Βερολίνου που θα εργαζόταν γιατην αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου τουΦεβρουαρίου του 1878. Η Γενική Συνέλευση των Κρητών αποφάσισενα στείλει δύο αντιπροσώπους της στο Συνέδριο του Βερολίνου, τονΚωσταρό Βολουδάκη και τον Ιωάννη Σφακιανάκη. Η ελληνικήκυβέρνηση, αντιδρώντας μυωπικά, ματαίωσε τη μετάβασή τους στοΒερολίνο, γιατί έτρεφε υποψίες ότι θα προωθούσαν τη λύση τηςαυτόνομης ηγεμονίας και όχι το αίτημα για ένωση με την Ελλάδα.Οι Κρήτες αντιπρόσωποι μετέβαιναν στο Βερολίνο με σκοπό ναεπιτύχουν με οποιοδήποτε τρόπο την απόσειση του τουρκικούζυγού, έστω και αν προκρινόταν προς το παρόν η λύση τηςαυτόνομης ηγεμονίας. Δεδομένης της αρνητικής στάσης τηςευρωπαϊκής διπλωματίας έναντι του αιτήματος για ένωση με τηνΕλλάδα, έπρεπε οι Έλληνες πολιτικοί να φανούν ανώτεροι τωνπεριστάσεων και να αντιληφθούν την κρισιμότητα των στιγμών γιατην ελευθερία του νησιού.Οι Μεγάλες Δυνάμεις στο Συνέδριο του Βερολίνου αποφάσισαν καιεπέβαλαν στην Τουρκία την εφαρμογή του Οργανικού Νόμου, αφούγίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις. Έτσι, οι Κρητικοί αποφάσισαννα συνεχίσουν τον ένοπλο αγώνα τους. Η Τουρκία ικανοποιημένηπου η λύση της ένωσης αποκλείστηκε για τους Κρήτες, δέχθηκε ναπροβεί σε παραχωρήσεις προνομίων για το χριστιανικόπληθυσμιακό στοιχείο της Κρήτης. Ο γαζή Αχμέτ Μουχτάρ πασάς και ο Σελήμ εφέντης κατέφθασαν στην Κρήτη ως νέοιδιαπραγματευτές, ενώ ο Γενικός Διοικητής, Κωστής Αδοσίδηςπασάς, και ο Άγγλος πρόξενος στα Χανιά Sandwith έπειθαν τηΓενική Συνέλευση των Κρητών να υποδείξει αντιπροσώπους για ναξεκινήσουν συνομιλίες. Το αποτέλεσμα ήταν ότι τον Οκτώβριο του 1878 υπογράφθηκε ηΣύμβαση της Χαλέπας, στο ομώνυμο προάστιο των Χανίων, η οποάιεπικυρώθηκε αμέσως με σουλτανικό φιρμάνι και αποτέλεσε το νέοπολιτικό Οργανισμό της Κρήτης. \\
Οι κυριότερες διατάξεις ήταν:
1.Ο Γενικός Διοικητής της Κρήτης δύναται να είναιχριστιανός. Η θητεία του ορίστηκε να είναι πέντε χρόνια, μεδυνατότητα ανανέωσης
.2.Ο Γενικός Διοικητής έχει ένα σύμβουλο από το αντίθετοθρήσκευμα.
3.Η Γενική Συνέλευση έχει 80 μέλη, 49 χριστιανούς και 31μουσουλμάνους.
4.Ιδρύθηκε η Κρητική Χωροφυλακή.
5.Αναγνωρίσθηκε η ελληνική ως επίσημη γλώσσα τωνδικαστηρίων και της Γενικής Συνέλευσης. Μόνο τα επίσημαπρακτικά συντάσσονταν και στις δύο γλώσσες.
6.Χορήγηση γενικής αμνηστίας.
7.Προσωρινή απαλλαγή από κάποιους φόρους.
8.Επιτράπηκε η ίδρυση φιλολογικών συλλόγων και η έκδοσηεφημερίδων.
Ο Χάρτης της Χαλέπας ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα για τηλύση του Κρητικού Ζητήματος, αφού έτσι δημιουργήθηκε ένακαθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας με ιδιαίτερα προνόμια. Ο Αλέξανδρος Καραθεοδωρής ήταν ο πρώτος διοικητής, ο οποίοςάσκησε την εξουσία του για λίγους μήνες. Τον διαδέχθηκε οΙωάννης Φωτιάδης, ένας άνθρωπος μορφωμένος, με ευρείαδιοικητική πείρα. Διοίκησε την Κρήτη ως το 1885, με δικαιοσύνηκαι φρόνηση. Υποστήριξε την παιδεία και προώθησε λύσεις γιασημαντικά προβλήματα.
5. Η επανάσταση του 1897-1898.
Τα επόμενα δέκα χρόνια μετά την υπογραφή της Σύμβασης τηςΧαλέπας ως την επανάσταση του 1889, η Κρήτη γνώρισε έντονουςκομματικούς φατριασμούς, που είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στηνομαλή ανάπτυξη του τόπου, καθώς όλοι μετατράπηκαν σεμανιώδεις πολιτευτές. Τα κόμματα που κυριάρχησαν ήταν τωνΚαραβανάδων και των Ξυπόλυτων. Το πρώτο αντιπροσώπευε τησυντηρητική μερίδα, όπου ανήκαν οι πιο σοβαροί και οι πιομορφωμένοι πολιτικοί της Κρήτης. Οι Ξυπόλυτοι αντιπροσώπευαντις φιλελεύθερες τάσεις της εποχής εκείνης. Ο κομματικός φανατισμός ήταν έντονος και δίχασε τρομερά τον λαό, που τονοδήγησε πολλές φορές σε πράξεις βίας.Στις εκλογές που έγιναν το 1888 κέρδισε το κόμμα τωνΞυπόλυτων. Οι Καραβανάδες όμως αντέδρασαν με έναν τρόποαπροσδόκητο. Στη Γενική Συνέλευση την 6
η
Μαΐου 1889 κατέθεσανψήφισμα, με το οποίο κήρυτταν την ένωση της Κρήτης με τηνΕλλάδα. Η πράξη βεβαίως αυτή ήταν παράνομη και κρίθηκε ωςεπαναστατική. Ο Γενικός Διοικητής Ν. Σαρτίνσκης εξέδωσεένταλμα να συλληφθούν ηγετικά στελέχη των Καραβανάδων, πουείχαν όμως ξεφύγει και κήρυξαν νέα επανάσταση. Το ζήτημα ήταν ότι οι συνθήκες τότε στην Κρήτη δεν ήτανπρόσφορες για την εξάπλωση ενός νέου επαναστατικού κινήματος.Η Τουρκία ανακάλεσε τον Γενικό Διοικητή Ν. Σαρτίνσκη και διόρισεστη θέση του τον σκληρό στρατιωτικό Σακήρ πασά. Ο Σακήρκήρυξε τον στρατιωτικό νόμο. Ο τουρκικός στρατός κατέλαβεεπίκαιρα σημεία του νησιού και ο μουσουλμανικός όχλοςανενόχλητος επιδόθηκε σε νέες καταστροφές. Τα στρατοδικείακαταδίκαζαν συνεχώς σε θάνατο, με την τραγική κατάσταση ναεπιτείνεται μέρα με την ημέρα.Η Τουρκία εκμεταλλευόμενη τις περιστάσεις ακύρωσε τον Χάρτητης Χαλέπας με φιρμάνι που εξεδόθη στις 17 Δεκεμβρίου 1889, τοοποίο ήταν παράνομο, καθώς δεν ενημερώθηκαν οι ΜεγάλεςΔυνάμεις. Έτσι στην Κρήτη αναβίωσε η τουρκοκρατία τωνπερασμένων καιρών. Ανακλήθηκαν όλα τα προνόμια και επιβλήθηκεεπαχθέστατη φορολογία. Όλη αυτή η κατάσταση οδήγησε σε μία πενταετία από το 1890έως το 1895, που ήταν η πιο ζοφερή για την Κρήτη. Τα παλαιά μίσηαναζωπυρώθηκαν και οι πράξεις βίας ήταν πια μια καθημερινήπραγματικότητα. Επειδή οι Κρήτες ηγέτες αντιλήφθηκαν ότι ηένωση με την Ελλάδα δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί με μια τοπικήεπανάσταση, σταδιακά άρχισε να προβάλλεται η ιδέα τηςμεταπολίτευσης, δηλαδή της ίδρυσης μια αυτόνομης ηγεμονίας,υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων, και να μετατεθεί γιατο μέλλον η ιδέα της ένωσης με το εθνικό κέντρο. Τον Ιούνιο του 1892 εκδηλώθηκε στα Σφακιά ένα κίνημα μικρήςεμβέλειας, που όμως καταπνίγηκε τον Σεπτέμβριο του 1892 χωρίςνα λάβει κάποια έκταση. Στα Σφακιά όμως ιδρύθηκε τονΦεβρουάριο του 1893 μια μυστική αδελφότητα, που σκοπό είχε τονπροσηλυτισμό των Κρητών οπλαρχηγών και πολιτικών και τηνπροετοιμασία μιας νέας επανάστασης. Η εν λόγω αδελφότητα δενείχε ούτε κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα ούτε κάποιον αρχηγό.Η Τουρκία υπό το βάρος των πιέσεων για την αποτρόπαια σφαγήτων Αρμενίων (Ιανουάριος 1895) επεδίωξε να διασκεδάσει τιςεντυπώσεις, με το να προβεί σε μια απροσδόκητη ενέργεια στηνΚρήτη. Αντικατέστησε τον Μαχμούτ, Γενικό Διοικητή Κρήτης, μετον Αλ. Καραθεοδωρή τον Μάρτιο του 1895. Οι Κρήτες υπάκουσαν στην πρόσκληση του νέου Γενικού Διοικητή να στείλουν αντιπροσώπους στη Γενική Συνέλευση. Εν τούτοις οι Τουρκοκρήτες οργάνωσαν παγκρήτιο τρομοκρατικό κομιτάτο, που επιδόθηκε σε φοβερές λεηλασίες και φόνους, υποσκάπτοντας έτσι το έργο τουΚαραθεοδωρή. Ο λαός δεν μπόρεσε να αντιδράσει, αλλά όμωςοργανώθηκαν σχεδόν αμέσως ανταρτικές ομάδες για αντεκδίκηση.Ο Γενικός Διοικητής υπ’ αυτές τις περιστάσεις ήταν ανήμπορος ναεκτελέσει τα καθήκοντά του. Έτσι, όταν οι Κρήτες αιτήθηκαν τηνεπαναφορά του Χάρτη της Χαλέπας, διέλυσε τη Γενική Συνέλευσηστις 28 Ιουνίου 1895.Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο πολιτευτής από ταΣφακιά Μανούσος Κούνδουρος, που ήταν πρωτοδίκης στο Βάμο τουΑποκόρωνα από το 1890. Πίστευε ότι η αυτονομία θα ήταν τοπρώτο βήμα για την ένωση και κινήθηκε μυστικά για την οργάνωσημιας Μεταπολιτευτικής Επιτροπής. Οι απόψεις του βρήκανυποστήριξη βεβαίως από τον Άγγλο πρόξενο στα Χανιά Billioti. Ταπερισσότερα μέλη της μυστικής αδελφότητας τάχθηκαν με τονΚούνδουρο. Γραμματέας της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής ανέλαβεο Ιωσήφ Λεκανίδης.Σε υπόμνημα που συνέταξε ο Κούνδουρος αναπτύσσονταν μεσαφήνεια και πληρότητα οι πολιτικές του θέσεις. Σκοπός του ήταννα το υποβάλει σε Γενική Συνέλευση και μετά στους προξένους τωνΜεγάλων Δυνάμεων προς έγκριση. Το υπόμνημα του Κούνδουρουέλαβε την έγκριση στις 3 Σεπτεμβρίου του 1895 σε συνέλευση πουσυγκροτήθηκε στο χωριό Κλήμα Αποκορώνου και στις 10 του ίδιουμήνα σε Γενική Συνέλευση στην Κράπη Σφακίων και αμέσωςυποβλήθηκε και στους Προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Οιβασικές του διατάξεις ήταν: 1. Να ανακηρυχθεί η Κρήτη σεαυτόνομη πολιτεία φόρου υποτελής στον σουλτάνο, αντί 15.000οθωμανικών λιρών ετησίως 2. Η εξουσία θα ασκείτο από χριστιανόδιοικητή με θητεία πέντε ετών, χωρίς ο σουλτάνος να έχειδικαίωμα να τον αντικαταστήσει 3. Να δοθούν εκ νέου τα προνόμιατου Χάρτη της Χαλέπας αλλά βελτιωμένα.Η σύσταση φυσικά της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής θεωρήθηκεαμέσως πράξη επαναστατική. Ο Γενικός Διοικητής Αλ.Καραθεοδωρής διέταξε να συλληφθούν όλα τα μέλη τηςΜεταπολιτευτικής, αλλά οι δυνάμεις ασφαλείας απέτυχαν εντελώς.Ο Καραθεοδωρής αντικαταστάθηκε από τον Τουρχάν πασά τονΜάρτιο του 1896. Ο Τουρχάν έφερε μαζί του φιρμάνι για χορήγησηγενικής αμνηστίας, αλλά οι Μεταπολιτευτικοί το απέρριψαν. Οπατριωτισμός άρχισε στην Κρήτη να ζωντανεύει και οι πολιτικέςδιενέξεις του παρελθόντος υποχώρησαν. Οι αγωνιστές δένοντανμεταξύ τους με το αρχαίο έθιμο της αδελφοποιίας.Από 4 Μαΐου έως την 18
η
του 1896 η τουρκική φρουρά του χωριούΒάμο στον Απόκόρωνα πολιορκήθηκε και εκδιώχθηκε. Η νίκη αυτήτων Κρητών προσέδωσε μεγάλη δύναμη στη ΜεταπολιτευτικήΕπιτροπή. Επίσης, επηρέασε σημαντικά τη στάση των ΜεγάλωνΔυνάμεων. Οργανώθηκε στο νησί η «Γενικὴ Ἐπαναστατικὴ τῶνΚρητῶν Συνέλευσις» και στην Αθήνα ανασυστήθηκε η «Κεντρικὴὑπὲρ τῶν Κρητῶν Ἐπιτροπὴ». Από τον Ιούλιο του 1896 άρχισαν νακαταφθάνουν στην Κρήτη σώματα εθελοντών, με αρχηγούς τον Κ. Μάνο και τον Ιω. Νταφώτη, δημιουργό του περίφημου «Τάγματοςτῶν Ἐπιλέκτων Κρητῶν».Οι διάφορες βιαιοπραγίες των Τούρκων είχαν αποσταθεροποιήσειπλήρως τα πράγματα. Στις 11 Μαΐου 1896 έγιναν σφαγές καιλεηλασίες κατά του ελληνικού στοιχείου στα Χανιά καιεπεκτάθηκαν και στην ύπαιθρο. Τα ίδια γεγονότα έγιναν και στοΗράκλειο, ιδίως στα χωριά της Πεδιάδας. Στις 26 Ιουνίου 1896 οιμοναχοί της μονής του Αγίου Ιωάννου στην Ανώπολη της Πεδιάδαςκατεσφάγησαν και πολλά χωριά καταστράφηκαν από τους Τούρκουςατάκτους.Όλες αυτές οι φρικαλεότητες εξώθησαν τις Μεγάλες Δυνάμεις ναεπέμβουν και να ασκήσουν πίεση στην Υψηλή Πύλη να κάνει νέεςπαραχωρήσεις στους Κρήτες. Έπειτα από χρονοβόρεςδιαπραγματεύσεις στα Χανιά οι Πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεωνεπέδωσαν στους Κρήτες πληρεξουσίους τον νέο Οργανισμό Κρήτηςπου περιλάμβανε τα εξής στοιχεία: την εξουσία ασκούσε χριστιανόςΔιοικητής διοριζόμενος από τον σουλτάνο, με πενταετή θητεία καιμε την υψηλή επιστασία των Μ. Δυνάμεων. Οι θέσεις τωνχριστιανών υπαλλήλων θα είναι διπλάσιες σε αριθμό από τιςαντίστοιχες των μουσουλμάνων. Προβλέφθηκε η αναδιοργάνωσητης Κρητικής Χωροφυλακής, με εκπαίδευση από Ευρωπαίουςαξιωματικούς. Παραχωρήθηκε πλήρης οικονομική και δικαστικήανεξαρτησία με την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.Η Επαναστατική Επιτροπή, της οποίας προήδρευε ο Μ.Κούνδουρος αποδέχθηκε τις νέες διατάξεις. Η επανάσταση έληξετον Αύγουστο του 1896 με πολλά οφέλη για τον κρητικό λαό.Τον Σεπτέμβριο του 1896 ως νέος Γενικός Διοικητής Κρήτηςδιορίστηκε ο Γεώργιος Βέροβιτς πασάς. Ένα μήνα αργότερασυντελέστηκε ο φόνος του εισαγγελέα Κριάρη στα Χανιά και μιααπειλητική προκήρυξη κυκλοφόρησε εις βάρος των χριστιανών. ΟιΜεγάλες Δυνάμεις ανησυχώντας για την έκβαση των πραγμάτωνπίεσαν την Τουρκία να θέσει αμέσως σε εφαρμογή τις διατάξεις τουνέου Οργανισμού. Κάποιες διατάξεις εφαρμόστηκαν αλλά ητουρκική αντίδραση άρχισε να εκδηλώνεται με φόνους καιβιαιότητες.Ενώ οι Μεγάλες Δυνάμεις κατέβαλλαν προσπάθειες για νααποτρέψουν την επέκταση των ταραχών, η ελληνική κυβέρνηση τουΔεληγιάννη, δεχομένη πιέσεις από την κοινή γνώμη, αποφάσισε ναεπέμβει στην Κρήτη. Αρχικά απέστειλε πολεμικά πλοία μεεπικεφαλής τον πρίγκιπα Γεώργιο, για να εμποδίσουν τη μεταφοράτουρκικού στρατού στο νησί. Όταν όμως οι Μ. Δυνάμεις θέλησαν ναεπιβάλουν καθεστώς διεθνούς κατοχής της Κρήτης στις 3Φεβρουαρίου του 1897, η ελληνική κυβέρνηση έστειλε τονσυνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο με 1.500 άνδρες για νακαταλάβει το νησί και να κηρύξει την ένωση με την Ελλάδα. ΟΒάσσος αποβιβάστηκε στο Κολυμπάρι Χανίων την 1
η
Φεβρουαρίουτου 1897 και εξέδωσε αμέσως προκήρυξη με την οποίακαταλάμβανε το νησί στο όνομα του βασιλέως της Ελλάδος,κηρύττοντας ταυτόχρονα την ένωση Η νέα επανάσταση έλαβε μεγάλες διαστάσεις μέσα στην Κρήτη. Ο Τιμ. Βάσσος επιτέθηκε και κατέλαβε τον πύργο των Τούρκων στιςΒουκολιές Χανίων στις 7 Φεβρουαρίου 1897, καθώς και ταστρατόπεδά τους στην Αγιά και στα Λιβάδια. Οι Μ. Δυνάμεις όμωςπαρενέβησαν και τον απέτρεψαν να εγγίσει τα Χανιά. Ταυτόχροναέγινε μια σκηνοθετημένη παραβίαση της ουδέτερης ζώνης πουείχαν κηρύξει οι Μ. Δυνάμεις ανάμεσα σε επαναστάτες και Τούρκους, η οποία οδήγησε στον σφοδρό κανονιοβολισμό του«Επαναστατικού Στρατοπέδου του Ακρωτηρίου» που είχεοργανωθεί από τους επαναστάτες. Οι Ευρωπαίοι ναύαρχοιπροτίμησαν να σκοτώσουν χριστιανούς παρά να εμποδίσουν τιςστρατιωτικές επιχειρήσεις των Τούρκων, με το πρόσχημα τηςδιατήρησης μιας κίβδηλης ειρήνης.Αντιμέτωπες μ’ αυτές τις εξελίξεις οι Μ. Δυνάμεις πρότειναν τηλύση της αυτονομίας στις 17 Φεβρουαρίου 1897, αλλά οι Κρήτεςτην απέρριψαν. Τα κρητικά παράλια αποκλείσθηκαν από ταπολεμικά πλοία των ευρωπαϊκών κρατών και έτσι εμποδίστηκε ημεταφορά εθελοντών και εφοδίων. Ο αγώνας όμως έγινεδριμύτερος. Φονικότατες μάχες διεξήχθηκαν στην περιοχή τουΗρακλείου γύρω από την κωμόπολη των Αρχανών από τονΙανουάριο του 1897 έως τον Ιούνιο του 1897. Οι συγκρούσεις αυτέςπεριγράφηκαν με καταπληκτική ενάργεια και ρεαλισμό από τονΗλία Βουτιερίδη στο βιβλίο του «Ἡμερολόγιον τοῦ τάγματος τῶνἐπιλέκτων Κρητῶν» (1898).Το ατυχές αποτέλεσμα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897ανάγκασε την Ελλάδα να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από τηνΚρήτη στις 21 Απριλίου 1897. Μπροστά στα τετελεσμένα γεγονότα,οι Κρήτες ηγέτες δέχθηκαν τη λύση της αυτονομίας, χωρίς ναμπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Σε τρεις Γενικές Συνελεύσεις,στους Αρμένους (26 Ιουνίου 1897), στις Αρχάνες (30 Ιουλίου 1897)και στο Μελιδόνι (16 Οκτωβρίου 1897) αποφασίστηκε να γίνειαποδεκτή η λύση των Μεγάλων Δυνάμεων, που καθιέρωνε τηναυτονομία στο νησί. Συζητήθηκε έντονα το ζήτημα για τη μορφήτου νέου πολιτεύματος και κυρίως για το πρόσωπο του κυβερνήτη.Οι Κρήτες ζήτησαν Ευρωπαίο, όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλανως ύπατο Αρμοστή, τον πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδος.Η τελευταία πράξη του κρητικού δράματος είναι η μεγάλη σφαγήπου έγινε στο Ηράκλειο την 25η Αυγούστου 1898. Ένα αγγλικόάγημα, ως στρατιωτική συνοδεία, εγκαθιστούσε χριστιανούςυπαλλήλους του Εκτελεστικού στο φορολογικό γραφείο της πόληςσύμφωνα με την απόφαση που είχε ληφθεί από τους Ναυάρχους τωνΜ. Δυνάμεων. Όμως εξαγριωμένος τουρκικός όχλος αντιδρώντας σ’αυτήν τη νέα κατάσταση διέπραξε μια απάνθρωπη σφαγή κατά τωνχριστιανών της πόλης, με περίπου 500 θύματα, καταδεικνύονταςγια άλλη μια φορά τα βάρβαρα ένστικτά του. Μέσα στον παροξυσμότων ταραχών σκοτώθηκαν και 17 Άγγλοι στρατιώτες μαζί και οΠρόξενος της Αγγλίας, Λυσίμαχος Καλοκαιρινός. Οι Άγγλοιαντέδρασαν άμεσα. Συνέλαβαν 17 γνωστούς για τη δράση τους Τουρκοκρήτες και τους απαγχόνισαν, ενώ άλλοι απελάθηκαν ή και φυλακίστηκαν. Ισχυρή μοίρα του αγγλικού στόλου κατέπλευσε στολιμάνι του Ηρακλείου και ο τουρκικός στρατός διατάχθηκε νααποχωρήσει από την πόλη, αλλά και από όλα τα άλλα φρούρια τηςΚρήτης. Στις 2 Νοεμβρίου του 1898 αποχώρησε και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης από το πολύπαθο νησί. Ένα μήνα αργότερα,στις 9 Δεκεμβρίου του 1898, ο πρίγκιπας Γεώργιος αποβιβάστηκεστη Σούδα ως ύπατος Αρμοστής. Η μακραίωνη και σκοτεινήτουρκική δουλεία έληξε, με την παρέμβαση των Μ. Δυνάμεων, πουικανοποίησαν αφ’ ενός το αίσθημα των Κρητών για ελευθερία, αφ’ετέρου όμως εκμεταλλεύθηκαν την κατάσταση για ναεγκαθιδρύσουν ένα προτεκτοράτο οικονομικών και πολιτικώνσυμφερόντων στο νησί.
Κεφάλαιο 3ο – Η Κρητική Πολιτεία
Το καινούριο καθεστώς της αρμοστείας, δηλαδή αυτόνομοκρατίδιο υπό την υψηλή προστασία των Μ. Δυνάμεων, πουεπιβλήθηκε στην Κρήτη αποτέλεσε στο νου των Κρητών ένα απλόμεταβατικό στάδιο προς την ένωση με την μητέρα-Ελλάδα. Μίαπλευρά όμως του ζητήματος που την κάλυπτε η αχλύ τηςδιπλωματίας ήταν το πόσο θα διαρκούσε η αόριστη κατοχή τουνησιού από τα στρατεύματα των Μεγάλων Δυνάμεων. Τελικά, μετάαπό πολλές διαβουλεύσεις μεταξύ των προστατίδων δυνάμεων,επελέγη ο πρίγκιπας Γεώργιος για να αναλάβει τα ηνία τηςεξουσίας στην Κρήτη.Ο ύπατος Αρμοστής κατέφθασε στο λιμάνι της Σούδας με τηρωσική ναυαρχίδα «Νικόλαος Α’» στις 9 Δεκεμβρίου 1898 και έγινεδεκτός με φρενήρεις εκδηλώσεις ενθουσιασμού από τον λαό.Εγκαταστάθηκε στη Χαλέπα Χανίων και πήρε την εντολή από τις Μ.Δυνάμεις να ασκήσει τα καθήκοντά του για τρία χρόνια, ώστε ναεδραιώσει στο νησί το αυτόνομο καθεστώς υπό την ψιλήεπικυριαρχία του σουλτάνου. Παράλληλα χορηγήθηκε δάνειο4.000.000 φράγκων βοηθητικό για την οικονομική ανόρθωση τηςνεοσύστατης πολιτείας.Αφού ανέλαβε τα καθήκοντά του ο πρίγκιπας Γεώργιος,συγκρότησε 16μελή επιτροπή από 12 χριστιανούς και 4μουσουλμάνους, με πρόεδρο τον Ιω. Σφακιανάκη, η οποία ανέλαβενα εκπονήσει νέο σύνταγμα. Ο σχεδιασμός του νέου συντάγματοςαποσκοπούσε στη δημιουργία ενός συντηρητικού συντάγματος μεκύριο χαρακτηριστικό την ενδυνάμωση της κεντρικής εξουσίας και,ει δυνατόν, την αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού. Το«Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας» εγκρίθηκε από τις Μ. Δυνάμειςκαι προσυπογράφθηκε από τον ύπατο Αρμοστή. Δημοσιεύθηκε στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 16 Απριλίου 1899. Ακολούθως συστάθηκε η πρώτη κυβέρνηση της ΚρητικήςΠολιτείας, την οποίαν αποτελούσαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος ωςυπουργός Δικαιοσύνης, ο Κ. Φούμης ως υπουργός Οικονομικών, ο Ν.Γιαμαλάκης ως υπουργός της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, ο Μαν.Κούνδουρος ως υπουργός Εσωτερικών και ο Χασάν Σκυλιανάκης ωςυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας.Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε ο Γεώργιος ήταν νααφοπλίσει τους Κρήτες, με την αιτιολογία ότι έτσι θαεξασφαλιζόταν η νομιμότητα και η ειρήνη στο νησί. Στηνπραγματικότητα όμως προχώρησε σ’ αυτήν την ενέργεια,προκειμένου να απαλείψει κάθε μελλοντική εστίααποσταθεροποίησης της θέσης του στο νησί, που θα λειτουργούσεεναντίον του και κατά των επιλογών του.Σταδιακά διαμορφώθηκαν ευνοϊκές συνθήκες ως προς τηνεύρυθμη και ομαλή λειτουργία του νέου πολιτεύματος και έτσι οιΜεγάλες Δυνάμεις παραχώρησαν τη διοίκηση του νησιού στονύπατο Αρμοστή την 1
η
Μαΐου του 1899 σε επίσημη τελετή. Τομεγαλύτερο μέρος του πολεμικού στόλου των Ευρωπαίων είχε ήδηαποχωρήσει από τα παράλια της Κρήτης, αλλά παρέμεινανορισμένα στρατιωτικά τμήματα, καθώς και κάποιες εκπαιδευτικέςαποστολές που θα λειτουργούσαν επικουρικά στο έργο των Αρχώντης Κρητικής Πολιτείας. Οργανώθηκε ένα σώμα ΚρητικήςΧωροφυλακής 1.500 ανδρών, με επικεφαλής τον Ιταλό λοχαγόΚραβέρι. Η Κρήτη, ως αυτόνομο κράτος, απέκτησε τη δική τηςσημαία, που αποτελείτο από έναν λευκό σταυρό και ένα λευκόαστέρι στο άνω αριστερό κόκκινο τεταρτημόριο, ενώ τα άλλα τρίατεταρτημόρια ήταν κυανού χρώματος, ευθέως παραπέμπονταςστην ελληνική σημαία.Ο Γεώργιος ανέλαβε να προωθήσει την ιδέα της ένωσης στιςευρωπαϊκές Αυλές, με τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής βασιλικήςΑυλής και κυβέρνησης.
Τον Σεπτέμβριο του 1900 επισκέφθηκε τοντσάρο της Ρωσίας, Νικόλαο Β’. Έπειτα μετέβη στην Αγγλία, Γαλλίακαι στην Ιταλία.
Τα αποτελέσματα αυτής της περιοδείας ήταναπογοητευτικά, γιατί οι τέσσερεις δυνάμεις απέρριψαν το αίτημάτου για ένωση, δείχνοντας έτσι την επιθυμία τους να μηνανακινήσουν πλέον το Κρητικό Ζήτημα. Απλά έδωσαν υποσχέσειςαόριστου χαρακτήρα και με επίσημη διακοίνωσή τους τονΦεβρουάριο του 1901 απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο μετατροπής τουκαθεστώτος που ίσχυε στο νησί.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος όμως ως πολιτικός άνδρας ήτανκατηγορηματικά αντίθετος προς τη μεθοδολογία προώθησης τουενωτικού αιτήματος από τον Γεώργιο. Ο Βενιζέλος πίστευε ότι γιανα επιτευχθεί η ένωση θα έπρεπε να ακολουθηθεί μία σταδιακήπορεία, να ολοκληρωθεί η αρμοστειακή διακυβέρνηση και νατερματισθεί η ξένη κατοχή της νήσου, και εν συνεχεία να εκλεγείεντολοδόχος από τον κρητικό λαό και να οργανωθεί πολιτοφυλακή.
Ο Βενιζέλος δεν βρήκε υποστηρικτές στις πολιτικές του θέσεις καιαναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του στις 6/19 Μαρτίου1901, που όμως δεν έγινε αποδεκτή από τον ύπατο Αρμοστή. Λίγες μέρες αργότερα, ο Γεώργιος για λόγους πολιτικής σκοπιμότηταςαπέλυσε τον Βενιζέλο από τα καθήκοντά του.Οι απερίσκεπτες όμως ενέργειες του Γεωργίου μορφοποίησαν μιαάστατη πολιτική κατάσταση στο νησί. Διαμορφώθηκαν έτσι δύοαντίθετοι πολιτικοί πόλοι, των συντηρητικών με επικεφαλής τονΜαν. Κούνδουρο και των φιλελευθέρων με επικεφαλής τον Ελ.Βενιζέλο. Η έντονη αυτή πολιτική διαμάχη επηρέασε και τονκρητικό λαό, ο οποίος άρχισε να αντιτίθεται στην αρμοστειακήδιακυβέρνηση και να εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τη μηεπίλυση του Κρητικού Ζητήματος. Το συγκεκριμένο πολιτικό κλίμαπροξένησε τη δημιουργία κινήματος από πλευράς τωνφιλελευθέρων, ώστε να διεκδικήσουν δυναμικά την υλοποίηση τωνεπιδιώξεών τους.Με τον Βενιζέλο συνέπραξαν ο Κωνσταντίνος Φούμης και οΚωνσταντίνος Μάνος, οι οποίοι συνέστησαν την ηγετική τριανδρίατης εξέγερσης, ενώ μαζί τους τάχθηκαν και τοπικοί οπλαρχηγοί. Ωςκέντρο των επαναστατών επιλέχθηκε το χωριό Θέρισο Χανίων,λόγω της οχυρής θέσης του.Με την έναρξη της εξέγερσης στις 10/23 Μαρτίου 1905, πλήθοςυποστηρικτών συνέρρευσε από όλη την Κρήτη, ώσπου έφθασε στοναριθμό των 7.000, στοιχείο που κατέδειξε ότι η επαναστατικήπράξη της τριανδρίας αντιπροσώπευε τις επιθυμίες ολόκληρου τουκρητικού λαού. Επίσης, διοργανώθηκαν διάφορες συγκεντρώσειςκαι συλλαλητήρια, και εκφωνήθηκαν λόγοι συμπαράστασης απόσημαντικές προσωπικότητες του νησιού, όπως ο Ιω. Σφακιανάκης.Η ηγεσία της επανάστασης αντιλήφθηκε σύντομα ότι, λόγω τωνδιεθνών διπλωματικών περιπλοκών, οι Μ. Δυνάμεις δεν θαπροέβαιναν στη βίαιη καταστολή του κινήματος. Η τριανδρίασυνάντησε τους διπλωματικούς εκπροσώπους των Μ. Δυνάμεωνστις 2/15 Ιουλίου του 1905 στις Μουρνιές Χανίων και ζήτησε τηναποστολή διεθνούς εξεταστικής επιτροπής, που θα εκτιμούσε τηδιαμορφωθείσα κατάσταση. Έτσι τέθηκε υπό αμφισβήτηση ηικανότητα του Γεωργίου να υπερβεί την πολιτική κρίση καιεπιτεύχθηκε εμμέσως η αναγνώριση της επανάστασης. Στις 15Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε νέα συνάντηση με τους εκπροσώπουςτων Μ. Δυνάμεων και αποφασίσθηκε να τερματισθεί η εξέγερση,αφού έγινε δεκτή η πρόταση για την αποστολή εξεταστικήςεπιτροπής.Η διεθνής εξεταστική επιτροπή επιτήρησε και έλεγξε την άσκησητης διοίκησης από τον ύπατο Αρμοστή. Στις 30 Μαρτίου του 1906 ηεπιτροπή υπέβαλε υπόμνημα στους εντολοδόχους της, πουκατέληγε σε δύο συμπεράσματα: η ένωση αποτελούσε τη μοναδικήλύση για το Κρητικό Ζήτημα και ότι ο πρίγκιπας Γεώργιος ήτανανεπαρκής για την άσκηση της διοίκησης. Οι Μ. Δυνάμειςπαραχώρησαν το δικαίωμα στον Έλληνα βασιλιά να διορίζει εκείνοςτον ύπατο Αρμοστή και απήλλαξαν τον πρίγκιπα Γεώργιο από τακαθήκοντά του.Με αυτές τις ενέργειες το απολυταρχικό καθεστώς του πρίγκιπα Γεωργίου απομακρύνθηκε και η Κρητική Πολιτεία συνδέθηκε
Οι κυριότερες διατάξεις ήταν:
1.Ο Γενικός Διοικητής της Κρήτης δύναται να είναιχριστιανός. Η θητεία του ορίστηκε να είναι πέντε χρόνια, μεδυνατότητα ανανέωσης
.2.Ο Γενικός Διοικητής έχει ένα σύμβουλο από το αντίθετοθρήσκευμα.
3.Η Γενική Συνέλευση έχει 80 μέλη, 49 χριστιανούς και 31μουσουλμάνους.
4.Ιδρύθηκε η Κρητική Χωροφυλακή.
5.Αναγνωρίσθηκε η ελληνική ως επίσημη γλώσσα τωνδικαστηρίων και της Γενικής Συνέλευσης. Μόνο τα επίσημαπρακτικά συντάσσονταν και στις δύο γλώσσες.
6.Χορήγηση γενικής αμνηστίας.
7.Προσωρινή απαλλαγή από κάποιους φόρους.
8.Επιτράπηκε η ίδρυση φιλολογικών συλλόγων και η έκδοσηεφημερίδων.
Ο Χάρτης της Χαλέπας ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα για τηλύση του Κρητικού Ζητήματος, αφού έτσι δημιουργήθηκε ένακαθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας με ιδιαίτερα προνόμια. Ο Αλέξανδρος Καραθεοδωρής ήταν ο πρώτος διοικητής, ο οποίοςάσκησε την εξουσία του για λίγους μήνες. Τον διαδέχθηκε οΙωάννης Φωτιάδης, ένας άνθρωπος μορφωμένος, με ευρείαδιοικητική πείρα. Διοίκησε την Κρήτη ως το 1885, με δικαιοσύνηκαι φρόνηση. Υποστήριξε την παιδεία και προώθησε λύσεις γιασημαντικά προβλήματα.
5. Η επανάσταση του 1897-1898.
Τα επόμενα δέκα χρόνια μετά την υπογραφή της Σύμβασης τηςΧαλέπας ως την επανάσταση του 1889, η Κρήτη γνώρισε έντονουςκομματικούς φατριασμούς, που είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στηνομαλή ανάπτυξη του τόπου, καθώς όλοι μετατράπηκαν σεμανιώδεις πολιτευτές. Τα κόμματα που κυριάρχησαν ήταν τωνΚαραβανάδων και των Ξυπόλυτων. Το πρώτο αντιπροσώπευε τησυντηρητική μερίδα, όπου ανήκαν οι πιο σοβαροί και οι πιομορφωμένοι πολιτικοί της Κρήτης. Οι Ξυπόλυτοι αντιπροσώπευαντις φιλελεύθερες τάσεις της εποχής εκείνης. Ο κομματικός φανατισμός ήταν έντονος και δίχασε τρομερά τον λαό, που τονοδήγησε πολλές φορές σε πράξεις βίας.Στις εκλογές που έγιναν το 1888 κέρδισε το κόμμα τωνΞυπόλυτων. Οι Καραβανάδες όμως αντέδρασαν με έναν τρόποαπροσδόκητο. Στη Γενική Συνέλευση την 6
η
Μαΐου 1889 κατέθεσανψήφισμα, με το οποίο κήρυτταν την ένωση της Κρήτης με τηνΕλλάδα. Η πράξη βεβαίως αυτή ήταν παράνομη και κρίθηκε ωςεπαναστατική. Ο Γενικός Διοικητής Ν. Σαρτίνσκης εξέδωσεένταλμα να συλληφθούν ηγετικά στελέχη των Καραβανάδων, πουείχαν όμως ξεφύγει και κήρυξαν νέα επανάσταση. Το ζήτημα ήταν ότι οι συνθήκες τότε στην Κρήτη δεν ήτανπρόσφορες για την εξάπλωση ενός νέου επαναστατικού κινήματος.Η Τουρκία ανακάλεσε τον Γενικό Διοικητή Ν. Σαρτίνσκη και διόρισεστη θέση του τον σκληρό στρατιωτικό Σακήρ πασά. Ο Σακήρκήρυξε τον στρατιωτικό νόμο. Ο τουρκικός στρατός κατέλαβεεπίκαιρα σημεία του νησιού και ο μουσουλμανικός όχλοςανενόχλητος επιδόθηκε σε νέες καταστροφές. Τα στρατοδικείακαταδίκαζαν συνεχώς σε θάνατο, με την τραγική κατάσταση ναεπιτείνεται μέρα με την ημέρα.Η Τουρκία εκμεταλλευόμενη τις περιστάσεις ακύρωσε τον Χάρτητης Χαλέπας με φιρμάνι που εξεδόθη στις 17 Δεκεμβρίου 1889, τοοποίο ήταν παράνομο, καθώς δεν ενημερώθηκαν οι ΜεγάλεςΔυνάμεις. Έτσι στην Κρήτη αναβίωσε η τουρκοκρατία τωνπερασμένων καιρών. Ανακλήθηκαν όλα τα προνόμια και επιβλήθηκεεπαχθέστατη φορολογία. Όλη αυτή η κατάσταση οδήγησε σε μία πενταετία από το 1890έως το 1895, που ήταν η πιο ζοφερή για την Κρήτη. Τα παλαιά μίσηαναζωπυρώθηκαν και οι πράξεις βίας ήταν πια μια καθημερινήπραγματικότητα. Επειδή οι Κρήτες ηγέτες αντιλήφθηκαν ότι ηένωση με την Ελλάδα δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί με μια τοπικήεπανάσταση, σταδιακά άρχισε να προβάλλεται η ιδέα τηςμεταπολίτευσης, δηλαδή της ίδρυσης μια αυτόνομης ηγεμονίας,υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων, και να μετατεθεί γιατο μέλλον η ιδέα της ένωσης με το εθνικό κέντρο. Τον Ιούνιο του 1892 εκδηλώθηκε στα Σφακιά ένα κίνημα μικρήςεμβέλειας, που όμως καταπνίγηκε τον Σεπτέμβριο του 1892 χωρίςνα λάβει κάποια έκταση. Στα Σφακιά όμως ιδρύθηκε τονΦεβρουάριο του 1893 μια μυστική αδελφότητα, που σκοπό είχε τονπροσηλυτισμό των Κρητών οπλαρχηγών και πολιτικών και τηνπροετοιμασία μιας νέας επανάστασης. Η εν λόγω αδελφότητα δενείχε ούτε κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα ούτε κάποιον αρχηγό.Η Τουρκία υπό το βάρος των πιέσεων για την αποτρόπαια σφαγήτων Αρμενίων (Ιανουάριος 1895) επεδίωξε να διασκεδάσει τιςεντυπώσεις, με το να προβεί σε μια απροσδόκητη ενέργεια στηνΚρήτη. Αντικατέστησε τον Μαχμούτ, Γενικό Διοικητή Κρήτης, μετον Αλ. Καραθεοδωρή τον Μάρτιο του 1895. Οι Κρήτες υπάκουσαν στην πρόσκληση του νέου Γενικού Διοικητή να στείλουν αντιπροσώπους στη Γενική Συνέλευση. Εν τούτοις οι Τουρκοκρήτες οργάνωσαν παγκρήτιο τρομοκρατικό κομιτάτο, που επιδόθηκε σε φοβερές λεηλασίες και φόνους, υποσκάπτοντας έτσι το έργο τουΚαραθεοδωρή. Ο λαός δεν μπόρεσε να αντιδράσει, αλλά όμωςοργανώθηκαν σχεδόν αμέσως ανταρτικές ομάδες για αντεκδίκηση.Ο Γενικός Διοικητής υπ’ αυτές τις περιστάσεις ήταν ανήμπορος ναεκτελέσει τα καθήκοντά του. Έτσι, όταν οι Κρήτες αιτήθηκαν τηνεπαναφορά του Χάρτη της Χαλέπας, διέλυσε τη Γενική Συνέλευσηστις 28 Ιουνίου 1895.Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο πολιτευτής από ταΣφακιά Μανούσος Κούνδουρος, που ήταν πρωτοδίκης στο Βάμο τουΑποκόρωνα από το 1890. Πίστευε ότι η αυτονομία θα ήταν τοπρώτο βήμα για την ένωση και κινήθηκε μυστικά για την οργάνωσημιας Μεταπολιτευτικής Επιτροπής. Οι απόψεις του βρήκανυποστήριξη βεβαίως από τον Άγγλο πρόξενο στα Χανιά Billioti. Ταπερισσότερα μέλη της μυστικής αδελφότητας τάχθηκαν με τονΚούνδουρο. Γραμματέας της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής ανέλαβεο Ιωσήφ Λεκανίδης.Σε υπόμνημα που συνέταξε ο Κούνδουρος αναπτύσσονταν μεσαφήνεια και πληρότητα οι πολιτικές του θέσεις. Σκοπός του ήταννα το υποβάλει σε Γενική Συνέλευση και μετά στους προξένους τωνΜεγάλων Δυνάμεων προς έγκριση. Το υπόμνημα του Κούνδουρουέλαβε την έγκριση στις 3 Σεπτεμβρίου του 1895 σε συνέλευση πουσυγκροτήθηκε στο χωριό Κλήμα Αποκορώνου και στις 10 του ίδιουμήνα σε Γενική Συνέλευση στην Κράπη Σφακίων και αμέσωςυποβλήθηκε και στους Προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Οιβασικές του διατάξεις ήταν: 1. Να ανακηρυχθεί η Κρήτη σεαυτόνομη πολιτεία φόρου υποτελής στον σουλτάνο, αντί 15.000οθωμανικών λιρών ετησίως 2. Η εξουσία θα ασκείτο από χριστιανόδιοικητή με θητεία πέντε ετών, χωρίς ο σουλτάνος να έχειδικαίωμα να τον αντικαταστήσει 3. Να δοθούν εκ νέου τα προνόμιατου Χάρτη της Χαλέπας αλλά βελτιωμένα.Η σύσταση φυσικά της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής θεωρήθηκεαμέσως πράξη επαναστατική. Ο Γενικός Διοικητής Αλ.Καραθεοδωρής διέταξε να συλληφθούν όλα τα μέλη τηςΜεταπολιτευτικής, αλλά οι δυνάμεις ασφαλείας απέτυχαν εντελώς.Ο Καραθεοδωρής αντικαταστάθηκε από τον Τουρχάν πασά τονΜάρτιο του 1896. Ο Τουρχάν έφερε μαζί του φιρμάνι για χορήγησηγενικής αμνηστίας, αλλά οι Μεταπολιτευτικοί το απέρριψαν. Οπατριωτισμός άρχισε στην Κρήτη να ζωντανεύει και οι πολιτικέςδιενέξεις του παρελθόντος υποχώρησαν. Οι αγωνιστές δένοντανμεταξύ τους με το αρχαίο έθιμο της αδελφοποιίας.Από 4 Μαΐου έως την 18
η
του 1896 η τουρκική φρουρά του χωριούΒάμο στον Απόκόρωνα πολιορκήθηκε και εκδιώχθηκε. Η νίκη αυτήτων Κρητών προσέδωσε μεγάλη δύναμη στη ΜεταπολιτευτικήΕπιτροπή. Επίσης, επηρέασε σημαντικά τη στάση των ΜεγάλωνΔυνάμεων. Οργανώθηκε στο νησί η «Γενικὴ Ἐπαναστατικὴ τῶνΚρητῶν Συνέλευσις» και στην Αθήνα ανασυστήθηκε η «Κεντρικὴὑπὲρ τῶν Κρητῶν Ἐπιτροπὴ». Από τον Ιούλιο του 1896 άρχισαν νακαταφθάνουν στην Κρήτη σώματα εθελοντών, με αρχηγούς τον Κ. Μάνο και τον Ιω. Νταφώτη, δημιουργό του περίφημου «Τάγματοςτῶν Ἐπιλέκτων Κρητῶν».Οι διάφορες βιαιοπραγίες των Τούρκων είχαν αποσταθεροποιήσειπλήρως τα πράγματα. Στις 11 Μαΐου 1896 έγιναν σφαγές καιλεηλασίες κατά του ελληνικού στοιχείου στα Χανιά καιεπεκτάθηκαν και στην ύπαιθρο. Τα ίδια γεγονότα έγιναν και στοΗράκλειο, ιδίως στα χωριά της Πεδιάδας. Στις 26 Ιουνίου 1896 οιμοναχοί της μονής του Αγίου Ιωάννου στην Ανώπολη της Πεδιάδαςκατεσφάγησαν και πολλά χωριά καταστράφηκαν από τους Τούρκουςατάκτους.Όλες αυτές οι φρικαλεότητες εξώθησαν τις Μεγάλες Δυνάμεις ναεπέμβουν και να ασκήσουν πίεση στην Υψηλή Πύλη να κάνει νέεςπαραχωρήσεις στους Κρήτες. Έπειτα από χρονοβόρεςδιαπραγματεύσεις στα Χανιά οι Πρόξενοι των Μεγάλων Δυνάμεωνεπέδωσαν στους Κρήτες πληρεξουσίους τον νέο Οργανισμό Κρήτηςπου περιλάμβανε τα εξής στοιχεία: την εξουσία ασκούσε χριστιανόςΔιοικητής διοριζόμενος από τον σουλτάνο, με πενταετή θητεία καιμε την υψηλή επιστασία των Μ. Δυνάμεων. Οι θέσεις τωνχριστιανών υπαλλήλων θα είναι διπλάσιες σε αριθμό από τιςαντίστοιχες των μουσουλμάνων. Προβλέφθηκε η αναδιοργάνωσητης Κρητικής Χωροφυλακής, με εκπαίδευση από Ευρωπαίουςαξιωματικούς. Παραχωρήθηκε πλήρης οικονομική και δικαστικήανεξαρτησία με την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.Η Επαναστατική Επιτροπή, της οποίας προήδρευε ο Μ.Κούνδουρος αποδέχθηκε τις νέες διατάξεις. Η επανάσταση έληξετον Αύγουστο του 1896 με πολλά οφέλη για τον κρητικό λαό.Τον Σεπτέμβριο του 1896 ως νέος Γενικός Διοικητής Κρήτηςδιορίστηκε ο Γεώργιος Βέροβιτς πασάς. Ένα μήνα αργότερασυντελέστηκε ο φόνος του εισαγγελέα Κριάρη στα Χανιά και μιααπειλητική προκήρυξη κυκλοφόρησε εις βάρος των χριστιανών. ΟιΜεγάλες Δυνάμεις ανησυχώντας για την έκβαση των πραγμάτωνπίεσαν την Τουρκία να θέσει αμέσως σε εφαρμογή τις διατάξεις τουνέου Οργανισμού. Κάποιες διατάξεις εφαρμόστηκαν αλλά ητουρκική αντίδραση άρχισε να εκδηλώνεται με φόνους καιβιαιότητες.Ενώ οι Μεγάλες Δυνάμεις κατέβαλλαν προσπάθειες για νααποτρέψουν την επέκταση των ταραχών, η ελληνική κυβέρνηση τουΔεληγιάννη, δεχομένη πιέσεις από την κοινή γνώμη, αποφάσισε ναεπέμβει στην Κρήτη. Αρχικά απέστειλε πολεμικά πλοία μεεπικεφαλής τον πρίγκιπα Γεώργιο, για να εμποδίσουν τη μεταφοράτουρκικού στρατού στο νησί. Όταν όμως οι Μ. Δυνάμεις θέλησαν ναεπιβάλουν καθεστώς διεθνούς κατοχής της Κρήτης στις 3Φεβρουαρίου του 1897, η ελληνική κυβέρνηση έστειλε τονσυνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο με 1.500 άνδρες για νακαταλάβει το νησί και να κηρύξει την ένωση με την Ελλάδα. ΟΒάσσος αποβιβάστηκε στο Κολυμπάρι Χανίων την 1
η
Φεβρουαρίουτου 1897 και εξέδωσε αμέσως προκήρυξη με την οποίακαταλάμβανε το νησί στο όνομα του βασιλέως της Ελλάδος,κηρύττοντας ταυτόχρονα την ένωση Η νέα επανάσταση έλαβε μεγάλες διαστάσεις μέσα στην Κρήτη. Ο Τιμ. Βάσσος επιτέθηκε και κατέλαβε τον πύργο των Τούρκων στιςΒουκολιές Χανίων στις 7 Φεβρουαρίου 1897, καθώς και ταστρατόπεδά τους στην Αγιά και στα Λιβάδια. Οι Μ. Δυνάμεις όμωςπαρενέβησαν και τον απέτρεψαν να εγγίσει τα Χανιά. Ταυτόχροναέγινε μια σκηνοθετημένη παραβίαση της ουδέτερης ζώνης πουείχαν κηρύξει οι Μ. Δυνάμεις ανάμεσα σε επαναστάτες και Τούρκους, η οποία οδήγησε στον σφοδρό κανονιοβολισμό του«Επαναστατικού Στρατοπέδου του Ακρωτηρίου» που είχεοργανωθεί από τους επαναστάτες. Οι Ευρωπαίοι ναύαρχοιπροτίμησαν να σκοτώσουν χριστιανούς παρά να εμποδίσουν τιςστρατιωτικές επιχειρήσεις των Τούρκων, με το πρόσχημα τηςδιατήρησης μιας κίβδηλης ειρήνης.Αντιμέτωπες μ’ αυτές τις εξελίξεις οι Μ. Δυνάμεις πρότειναν τηλύση της αυτονομίας στις 17 Φεβρουαρίου 1897, αλλά οι Κρήτεςτην απέρριψαν. Τα κρητικά παράλια αποκλείσθηκαν από ταπολεμικά πλοία των ευρωπαϊκών κρατών και έτσι εμποδίστηκε ημεταφορά εθελοντών και εφοδίων. Ο αγώνας όμως έγινεδριμύτερος. Φονικότατες μάχες διεξήχθηκαν στην περιοχή τουΗρακλείου γύρω από την κωμόπολη των Αρχανών από τονΙανουάριο του 1897 έως τον Ιούνιο του 1897. Οι συγκρούσεις αυτέςπεριγράφηκαν με καταπληκτική ενάργεια και ρεαλισμό από τονΗλία Βουτιερίδη στο βιβλίο του «Ἡμερολόγιον τοῦ τάγματος τῶνἐπιλέκτων Κρητῶν» (1898).Το ατυχές αποτέλεσμα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897ανάγκασε την Ελλάδα να ανακαλέσει τις δυνάμεις της από τηνΚρήτη στις 21 Απριλίου 1897. Μπροστά στα τετελεσμένα γεγονότα,οι Κρήτες ηγέτες δέχθηκαν τη λύση της αυτονομίας, χωρίς ναμπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Σε τρεις Γενικές Συνελεύσεις,στους Αρμένους (26 Ιουνίου 1897), στις Αρχάνες (30 Ιουλίου 1897)και στο Μελιδόνι (16 Οκτωβρίου 1897) αποφασίστηκε να γίνειαποδεκτή η λύση των Μεγάλων Δυνάμεων, που καθιέρωνε τηναυτονομία στο νησί. Συζητήθηκε έντονα το ζήτημα για τη μορφήτου νέου πολιτεύματος και κυρίως για το πρόσωπο του κυβερνήτη.Οι Κρήτες ζήτησαν Ευρωπαίο, όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλανως ύπατο Αρμοστή, τον πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδος.Η τελευταία πράξη του κρητικού δράματος είναι η μεγάλη σφαγήπου έγινε στο Ηράκλειο την 25η Αυγούστου 1898. Ένα αγγλικόάγημα, ως στρατιωτική συνοδεία, εγκαθιστούσε χριστιανούςυπαλλήλους του Εκτελεστικού στο φορολογικό γραφείο της πόληςσύμφωνα με την απόφαση που είχε ληφθεί από τους Ναυάρχους τωνΜ. Δυνάμεων. Όμως εξαγριωμένος τουρκικός όχλος αντιδρώντας σ’αυτήν τη νέα κατάσταση διέπραξε μια απάνθρωπη σφαγή κατά τωνχριστιανών της πόλης, με περίπου 500 θύματα, καταδεικνύονταςγια άλλη μια φορά τα βάρβαρα ένστικτά του. Μέσα στον παροξυσμότων ταραχών σκοτώθηκαν και 17 Άγγλοι στρατιώτες μαζί και οΠρόξενος της Αγγλίας, Λυσίμαχος Καλοκαιρινός. Οι Άγγλοιαντέδρασαν άμεσα. Συνέλαβαν 17 γνωστούς για τη δράση τους Τουρκοκρήτες και τους απαγχόνισαν, ενώ άλλοι απελάθηκαν ή και φυλακίστηκαν. Ισχυρή μοίρα του αγγλικού στόλου κατέπλευσε στολιμάνι του Ηρακλείου και ο τουρκικός στρατός διατάχθηκε νααποχωρήσει από την πόλη, αλλά και από όλα τα άλλα φρούρια τηςΚρήτης. Στις 2 Νοεμβρίου του 1898 αποχώρησε και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης από το πολύπαθο νησί. Ένα μήνα αργότερα,στις 9 Δεκεμβρίου του 1898, ο πρίγκιπας Γεώργιος αποβιβάστηκεστη Σούδα ως ύπατος Αρμοστής. Η μακραίωνη και σκοτεινήτουρκική δουλεία έληξε, με την παρέμβαση των Μ. Δυνάμεων, πουικανοποίησαν αφ’ ενός το αίσθημα των Κρητών για ελευθερία, αφ’ετέρου όμως εκμεταλλεύθηκαν την κατάσταση για ναεγκαθιδρύσουν ένα προτεκτοράτο οικονομικών και πολιτικώνσυμφερόντων στο νησί.
Κεφάλαιο 3ο – Η Κρητική Πολιτεία
Το καινούριο καθεστώς της αρμοστείας, δηλαδή αυτόνομοκρατίδιο υπό την υψηλή προστασία των Μ. Δυνάμεων, πουεπιβλήθηκε στην Κρήτη αποτέλεσε στο νου των Κρητών ένα απλόμεταβατικό στάδιο προς την ένωση με την μητέρα-Ελλάδα. Μίαπλευρά όμως του ζητήματος που την κάλυπτε η αχλύ τηςδιπλωματίας ήταν το πόσο θα διαρκούσε η αόριστη κατοχή τουνησιού από τα στρατεύματα των Μεγάλων Δυνάμεων. Τελικά, μετάαπό πολλές διαβουλεύσεις μεταξύ των προστατίδων δυνάμεων,επελέγη ο πρίγκιπας Γεώργιος για να αναλάβει τα ηνία τηςεξουσίας στην Κρήτη.Ο ύπατος Αρμοστής κατέφθασε στο λιμάνι της Σούδας με τηρωσική ναυαρχίδα «Νικόλαος Α’» στις 9 Δεκεμβρίου 1898 και έγινεδεκτός με φρενήρεις εκδηλώσεις ενθουσιασμού από τον λαό.Εγκαταστάθηκε στη Χαλέπα Χανίων και πήρε την εντολή από τις Μ.Δυνάμεις να ασκήσει τα καθήκοντά του για τρία χρόνια, ώστε ναεδραιώσει στο νησί το αυτόνομο καθεστώς υπό την ψιλήεπικυριαρχία του σουλτάνου. Παράλληλα χορηγήθηκε δάνειο4.000.000 φράγκων βοηθητικό για την οικονομική ανόρθωση τηςνεοσύστατης πολιτείας.Αφού ανέλαβε τα καθήκοντά του ο πρίγκιπας Γεώργιος,συγκρότησε 16μελή επιτροπή από 12 χριστιανούς και 4μουσουλμάνους, με πρόεδρο τον Ιω. Σφακιανάκη, η οποία ανέλαβενα εκπονήσει νέο σύνταγμα. Ο σχεδιασμός του νέου συντάγματοςαποσκοπούσε στη δημιουργία ενός συντηρητικού συντάγματος μεκύριο χαρακτηριστικό την ενδυνάμωση της κεντρικής εξουσίας και,ει δυνατόν, την αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού. Το«Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας» εγκρίθηκε από τις Μ. Δυνάμειςκαι προσυπογράφθηκε από τον ύπατο Αρμοστή. Δημοσιεύθηκε στηνΕφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 16 Απριλίου 1899. Ακολούθως συστάθηκε η πρώτη κυβέρνηση της ΚρητικήςΠολιτείας, την οποίαν αποτελούσαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος ωςυπουργός Δικαιοσύνης, ο Κ. Φούμης ως υπουργός Οικονομικών, ο Ν.Γιαμαλάκης ως υπουργός της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, ο Μαν.Κούνδουρος ως υπουργός Εσωτερικών και ο Χασάν Σκυλιανάκης ωςυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας.Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε ο Γεώργιος ήταν νααφοπλίσει τους Κρήτες, με την αιτιολογία ότι έτσι θαεξασφαλιζόταν η νομιμότητα και η ειρήνη στο νησί. Στηνπραγματικότητα όμως προχώρησε σ’ αυτήν την ενέργεια,προκειμένου να απαλείψει κάθε μελλοντική εστίααποσταθεροποίησης της θέσης του στο νησί, που θα λειτουργούσεεναντίον του και κατά των επιλογών του.Σταδιακά διαμορφώθηκαν ευνοϊκές συνθήκες ως προς τηνεύρυθμη και ομαλή λειτουργία του νέου πολιτεύματος και έτσι οιΜεγάλες Δυνάμεις παραχώρησαν τη διοίκηση του νησιού στονύπατο Αρμοστή την 1
η
Μαΐου του 1899 σε επίσημη τελετή. Τομεγαλύτερο μέρος του πολεμικού στόλου των Ευρωπαίων είχε ήδηαποχωρήσει από τα παράλια της Κρήτης, αλλά παρέμεινανορισμένα στρατιωτικά τμήματα, καθώς και κάποιες εκπαιδευτικέςαποστολές που θα λειτουργούσαν επικουρικά στο έργο των Αρχώντης Κρητικής Πολιτείας. Οργανώθηκε ένα σώμα ΚρητικήςΧωροφυλακής 1.500 ανδρών, με επικεφαλής τον Ιταλό λοχαγόΚραβέρι. Η Κρήτη, ως αυτόνομο κράτος, απέκτησε τη δική τηςσημαία, που αποτελείτο από έναν λευκό σταυρό και ένα λευκόαστέρι στο άνω αριστερό κόκκινο τεταρτημόριο, ενώ τα άλλα τρίατεταρτημόρια ήταν κυανού χρώματος, ευθέως παραπέμπονταςστην ελληνική σημαία.Ο Γεώργιος ανέλαβε να προωθήσει την ιδέα της ένωσης στιςευρωπαϊκές Αυλές, με τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής βασιλικήςΑυλής και κυβέρνησης.
Τον Σεπτέμβριο του 1900 επισκέφθηκε τοντσάρο της Ρωσίας, Νικόλαο Β’. Έπειτα μετέβη στην Αγγλία, Γαλλίακαι στην Ιταλία.
Τα αποτελέσματα αυτής της περιοδείας ήταναπογοητευτικά, γιατί οι τέσσερεις δυνάμεις απέρριψαν το αίτημάτου για ένωση, δείχνοντας έτσι την επιθυμία τους να μηνανακινήσουν πλέον το Κρητικό Ζήτημα. Απλά έδωσαν υποσχέσειςαόριστου χαρακτήρα και με επίσημη διακοίνωσή τους τονΦεβρουάριο του 1901 απέκλεισαν κάθε ενδεχόμενο μετατροπής τουκαθεστώτος που ίσχυε στο νησί.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος όμως ως πολιτικός άνδρας ήτανκατηγορηματικά αντίθετος προς τη μεθοδολογία προώθησης τουενωτικού αιτήματος από τον Γεώργιο. Ο Βενιζέλος πίστευε ότι γιανα επιτευχθεί η ένωση θα έπρεπε να ακολουθηθεί μία σταδιακήπορεία, να ολοκληρωθεί η αρμοστειακή διακυβέρνηση και νατερματισθεί η ξένη κατοχή της νήσου, και εν συνεχεία να εκλεγείεντολοδόχος από τον κρητικό λαό και να οργανωθεί πολιτοφυλακή.
Ο Βενιζέλος δεν βρήκε υποστηρικτές στις πολιτικές του θέσεις καιαναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του στις 6/19 Μαρτίου1901, που όμως δεν έγινε αποδεκτή από τον ύπατο Αρμοστή. Λίγες μέρες αργότερα, ο Γεώργιος για λόγους πολιτικής σκοπιμότηταςαπέλυσε τον Βενιζέλο από τα καθήκοντά του.Οι απερίσκεπτες όμως ενέργειες του Γεωργίου μορφοποίησαν μιαάστατη πολιτική κατάσταση στο νησί. Διαμορφώθηκαν έτσι δύοαντίθετοι πολιτικοί πόλοι, των συντηρητικών με επικεφαλής τονΜαν. Κούνδουρο και των φιλελευθέρων με επικεφαλής τον Ελ.Βενιζέλο. Η έντονη αυτή πολιτική διαμάχη επηρέασε και τονκρητικό λαό, ο οποίος άρχισε να αντιτίθεται στην αρμοστειακήδιακυβέρνηση και να εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τη μηεπίλυση του Κρητικού Ζητήματος. Το συγκεκριμένο πολιτικό κλίμαπροξένησε τη δημιουργία κινήματος από πλευράς τωνφιλελευθέρων, ώστε να διεκδικήσουν δυναμικά την υλοποίηση τωνεπιδιώξεών τους.Με τον Βενιζέλο συνέπραξαν ο Κωνσταντίνος Φούμης και οΚωνσταντίνος Μάνος, οι οποίοι συνέστησαν την ηγετική τριανδρίατης εξέγερσης, ενώ μαζί τους τάχθηκαν και τοπικοί οπλαρχηγοί. Ωςκέντρο των επαναστατών επιλέχθηκε το χωριό Θέρισο Χανίων,λόγω της οχυρής θέσης του.Με την έναρξη της εξέγερσης στις 10/23 Μαρτίου 1905, πλήθοςυποστηρικτών συνέρρευσε από όλη την Κρήτη, ώσπου έφθασε στοναριθμό των 7.000, στοιχείο που κατέδειξε ότι η επαναστατικήπράξη της τριανδρίας αντιπροσώπευε τις επιθυμίες ολόκληρου τουκρητικού λαού. Επίσης, διοργανώθηκαν διάφορες συγκεντρώσειςκαι συλλαλητήρια, και εκφωνήθηκαν λόγοι συμπαράστασης απόσημαντικές προσωπικότητες του νησιού, όπως ο Ιω. Σφακιανάκης.Η ηγεσία της επανάστασης αντιλήφθηκε σύντομα ότι, λόγω τωνδιεθνών διπλωματικών περιπλοκών, οι Μ. Δυνάμεις δεν θαπροέβαιναν στη βίαιη καταστολή του κινήματος. Η τριανδρίασυνάντησε τους διπλωματικούς εκπροσώπους των Μ. Δυνάμεωνστις 2/15 Ιουλίου του 1905 στις Μουρνιές Χανίων και ζήτησε τηναποστολή διεθνούς εξεταστικής επιτροπής, που θα εκτιμούσε τηδιαμορφωθείσα κατάσταση. Έτσι τέθηκε υπό αμφισβήτηση ηικανότητα του Γεωργίου να υπερβεί την πολιτική κρίση καιεπιτεύχθηκε εμμέσως η αναγνώριση της επανάστασης. Στις 15Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε νέα συνάντηση με τους εκπροσώπουςτων Μ. Δυνάμεων και αποφασίσθηκε να τερματισθεί η εξέγερση,αφού έγινε δεκτή η πρόταση για την αποστολή εξεταστικήςεπιτροπής.Η διεθνής εξεταστική επιτροπή επιτήρησε και έλεγξε την άσκησητης διοίκησης από τον ύπατο Αρμοστή. Στις 30 Μαρτίου του 1906 ηεπιτροπή υπέβαλε υπόμνημα στους εντολοδόχους της, πουκατέληγε σε δύο συμπεράσματα: η ένωση αποτελούσε τη μοναδικήλύση για το Κρητικό Ζήτημα και ότι ο πρίγκιπας Γεώργιος ήτανανεπαρκής για την άσκηση της διοίκησης. Οι Μ. Δυνάμειςπαραχώρησαν το δικαίωμα στον Έλληνα βασιλιά να διορίζει εκείνοςτον ύπατο Αρμοστή και απήλλαξαν τον πρίγκιπα Γεώργιο από τακαθήκοντά του.Με αυτές τις ενέργειες το απολυταρχικό καθεστώς του πρίγκιπα Γεωργίου απομακρύνθηκε και η Κρητική Πολιτεία συνδέθηκε
Απ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
στενότερα με το εθνικό κέντρο. Επίσης, η στελέχωση της ΚρητικήςΧωροφυλακής από Έλληνες αξιωματικούς οδήγησε στην αποχώρησητων ξένων στρατευμάτων από το νησί. Το κίνημα του Θερίσουαποτέλεσε ένα καταλυτικό γεγονός για την προβολή του ΚρητικούΖητήματος στην επικαιρότητα.Ο βασιλιάς Γεώργιος διόρισε τον πρώην πρωθυπουργό ΑλέξανδροΖαΐμη στη θέση του υπάτου Αρμοστή της Κρητικής Πολιτείας, οοποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 18 Σεπτεμβρίου του 1906,για πέντε χρόνια. Ο Ζαΐμης υιοθέτησε μια μετριοπαθή πολιτική καιαφοσιώθηκε στην επίλυση του Κρητικού Ζητήματος, ώστε ναεπιτευχθεί η ειρήνευση και η ομαλότητα στο νησί.Σε διάστημα τεσσάρων μηνών καταρτίσθηκε το σχέδιο για το νέοσύνταγμα, που χαρακτηριζόταν από στοιχεία εκδημοκρατισμού.Παράλληλα, με διάταγμα στις 13 Οκτωβρίου 1907, συγκροτήθηκε ηΠολιτοφυλακή Κρήτης, που αποτελείτο από δύο τάγματα, το έναστα Χανιά και το άλλο στο Ηράκλειο. Όλα τα παραπάνω, μαζί με τησυνεχή εκπαίδευση και αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής,αποτέλεσαν τις προϋποθέσεις για την αποχώρηση των ξένωνστρατευμάτων από την Κρήτη. Στις 24 Ιουλίου 1908 εγκατέλειψαντο νησί μεγάλα τμήματα στρατού των προστατίδων δυνάμεων,περιορίζοντας τον έλεγχό τους μόνο στα αστικά κέντρα. ΟιΜεγάλες Δυνάμεις απέσυραν τα στρατεύματά τους από την Κρήτηστις 13/26 Ιουλίου 1909, ενισχύοντας όμως τις μοίρες του στόλουτους επειδή φοβούνταν τη δημιουργία προκλήσεων μεταξύ Ελλάδοςκαι Τουρκίας. Την οριστική λύση στο Κρητικό Ζήτημα έδωσαν οι διεθνείςσυγκυρίες. Οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι δημιούργησαν τηνευκαιρία που η Ελλάδα χρειαζόταν. Με τη Συνθήκη του Λονδίνου,στις 17/30 Μαΐου 1913, ο σουλτάνος παραιτήθηκε από κάθεδικαίωμα κυριαρχίας στην Κρήτη. Η επίσημη ανακήρυξη τηςένωσης έγινε την 1
η
Δεκεμβρίου 1913, με την τελετή έπαρσης τηςελληνικής σημαίας στο φρούριο Φιρκά των Χανίων, παρόντων τουπρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου και του βασιλέως Κωνσταντίνου. Έτσι,δόθηκε η δίκαιη λύση για το Κρητικό Ζήτημα, επιβραβεύοντας τουςαγώνες του κρητικού λαού για την ελευθερία.
Επίλογος
Οι Κρητικές Επαναστάσεις είναι ένα φαινόμενο μοναδικό στηνιστορία. Οι συντεταγμένοι αγώνες των Κρητών για την ελευθερίαξεκίνησαν με την άφιξη των Βενετών κατακτητών στο νησί. ΟιΒενετοί εγκατέστησαν ένα σκληρό καθεστώς κυριαρχίας στηνΚρήτη, με σκοπό να εκμεταλλευθούν την κτήση τους αυτή, όσον τοδυνατόν αποτελεσματικότερα. Οι Κρήτες όμως, με επικεφαλής τουςτοπικούς άρχοντες του νησιού, αγωνίστηκαν με πάθος, για αιώνες,εναντίον των κατακτητών τους. Οι εξεγέρσεις αυτές έλαβανπερισσότερο τη μορφή της κοινωνικής διαμαρτυρίας από τουςΚρήτες άρχοντες, για να διατηρήσουν τα κεκτημένα προνόμιά τους.Στόχο είχαν αυτές οι εξεγέρσεις να προασπίσουν την κοινωνικήθέση των μεγάλων αρχοντικών οικογενειών, εκτός από ελάχιστεςεξαιρέσεις που τα κίνητρα ήταν αμιγώς πατριωτικά.Με την κατάκτηση του νησιού από τους Τούρκους, οι Κρήτεςβρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν απάνθρωπο εισβολέα. Οι Κρήτες δενέμειναν άπραγοι. Πολέμησαν με πάθος και τρομερή γενναιότητακατά των βαρβάρων δυναστών τους και απέδειξαν περίτρανα τονεθνικό χαρακτήρα των αγώνων τους, καθώς το πάγιο αίτημα ήτανη ένωση με την Ελλάδα, σε όλες τις επαναστάσεις που ξέσπασαντον 19ο αιώνα στο νησί.
Οι Μ. Δυνάμεις έπαιξαν τον ρόλο τους, ενίοτε στο παρασκήνιο,προς την επίλυση του φλέγοντος Κρητικού Ζητήματος. Αρχικά,προσπάθησαν να περιορίσουν ή και να αποκλείσουν διπλωματικάτους Κρήτες, αλλά αγνόησαν το ανθρωπιστικό δικαίωμα του κάθελαού για αυτοδιάθεση. Κράτησαν μια διαφανή ουδετερότητα σεόλον τον 19ο αιώνα, μέχρι που στο τέλος του αιώνα αποφάσισαν ναπαρέμβουν δυναμικά και να απομακρύνουν τους Τούρκους από τηνΚρήτη. Το αυτόνομο κράτος της Κρητικής Πολιτείας ήταν πιαγεγονός και οι Μεγάλες Δυνάμεις απέκτησαν πλήρως τον έλεγχοτου νησιού, μέχρι που επετεύχθη η ένωση με την μητέρα Ελλάδα την 1ηΔεκεμβρίου 1913, θέτοντας έτσι οριστικά το τέρμα στουςμακροχρόνιους αγώνες των Κρητών για ελευθερία.
Κείμενο που θα μπει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Οι Κρητικές Επαναστάσεις από τη Βενετοκρατία έως και την Τουρκοκρατία υπήρξαν ένα φαινόμενο ιδιαίτερο σε όλο το φάσματης ελληνικής ιστορίας. Ήταν οι τιτάνιοι αγώνες ενός λαού μεανυπέρβλητο θάρρος και απαράμιλλη γενναιότητα, που ποτέ δενκράτησε παθητική στάση έναντι των κατακτητών του. Πολέμησε μεακατάσχετη ορμή και τρομερή ζωτικότητα, καταδεικνύοντας έτσιτο πάθος του για ελευθερία. Έχοντας να αγωνιστούν με υπέρτερουςαντιπάλους σε όλους τους τομείς, οι Κρήτες συνέχισανακατάβλητοι να διεκδικούν τα νόμιμα δίκαιά τους. Οι πολεμικοίαγώνες των Κρητών προσέφεραν τα μέγιστα στην εθνικήολοκλήρωση και, με την προσάρτηση του νησιού το 1913, ετέθη τοοριστικό τέρμα στις θυσίες και
στους αγώνες του πολύπαθουκρητικού λαού.
Κείμενο που θα μπει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Οι Κρητικές Επαναστάσεις από τη Βενετοκρατία έως και την Τουρκοκρατία υπήρξαν ένα φαινόμενο ιδιαίτερο σε όλο το φάσματης ελληνικής ιστορίας. Ήταν οι τιτάνιοι αγώνες ενός λαού μεανυπέρβλητο θάρρος και απαράμιλλη γενναιότητα, που ποτέ δενκράτησε παθητική στάση έναντι των κατακτητών του. Πολέμησε μεακατάσχετη ορμή και τρομερή ζωτικότητα, καταδεικνύοντας έτσιτο πάθος του για ελευθερία. Έχοντας να αγωνιστούν με υπέρτερουςαντιπάλους σε όλους τους τομείς, οι Κρήτες συνέχισανακατάβλητοι να διεκδικούν τα νόμιμα δίκαιά τους. Οι πολεμικοίαγώνες των Κρητών προσέφεραν τα μέγιστα στην εθνικήολοκλήρωση και, με την προσάρτηση του νησιού το 1913, ετέθη τοοριστικό τέρμα στις θυσίες και στους αγώνες του πολύπαθουκρητικού λαού.
Βιβλιογραφία
Γενικά ιστορικά έργα
Βερνάρδος Μανουήλ ὁ Κρὴς,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, ἐν Ἀθήναις 1846.Καλομενόπουλος Νικ.,
Κρητικὰ
, ἐν Ἀθήναις 1894.Ξάνθης Ι.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, Ἀθῆναι 1872.Ξανθουδίδης Στ.,
Ἐπίτομος Ἱστορία τῆς Κρήτης
, ἐν Ἀθήναις 1909. Τσάκωνας Πολ.,
Ἐπίτομος Ἱστορία τῆς Κρήτης
, τ. Α’, Ρέθυμνον1964.Ψιλάκης Β., Ἱστορία τῆς Κρήτης, τ. Α’-Γ’, ἐν Χανίοις 1899-1909.Δετοράκης Θ., Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1991.ΒενετοκρατίαΖουδιανός Ν.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης ἐπὶ Ἑνετοκρατίας
, Ἀθῆναι 1960.Θεοτόκης Σπ., «Ἡ δῆθεν ἀφορμὴ ἡ προκαλέσασα τὴν ἀποστασίαντῆς Κρήτης κατὰ τὸ 1363»,
ΕΕΒΣ
Η’ (1930), 206-213.ΕΕΒΣ =
Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν
, Αθήνα 1924 κ.ε.Μαλτέζου Χρ., «Ἡ βενετοκρατούμενη Κρήτη»,
ΙΕΕ
Θ’ (1979), 266-270, 277-278.ΙΕΕ =
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
.Μανούσακας Μ.Ι.,
Ἡ ἐν Κρήτῃ συνωμοσίᾳ τοῦ Σήφη Βλαστοῦ (1453-1454) καὶ ἡ νέα συνωμοτικὴ κίνησις τοῦ 1460-1462
, Ἀθῆναι 1960.Μέρτζιος Κ.Δ., «Ἡ συνθήκη Ἑνετῶν-Καλλέργη καὶ οἱ συνοδεύοντεςαὐτὴν κατάλογοι»,
ΚΧ
3 (1949), 262-292.Ξανθουδίδης Στ.,
Ἡ Ἑνετοκρατία ἐν Κρήτῃ καὶ οἱ κατὰ τῶν Ἑνετῶναγῶνες τῶν Κρητῶν
, Ἀθῆναι 1939.του ίδιου, «Συνθήκη μεταξύ Ἑνετικῆς Δημοκρατίας καὶ ἈλεξίουΚαλλέργη»,
Αθηνᾶ
14 (1902), 282-331.Ξηρουχάκη Αγ.,
Ἡ βενετοκρατούμενη Ἀνατολή. Κρήτη καὶἙπτάνησος
, ἐν Ἀθήναις 1934.του ίδιου,
Τὸ διοικητικὸν σύστημα τῆς Βενετίας ἐν Κρήτῃ
,Ἀλεξάνδρεια 1932.Παπαδία-Λάλα,
Αγροτικές ταραχές και εξεγέρσεις στηβενετοκρατούμενη Κρήτη (1509-1528). Η «επανάσταση τουΓεωργίου Γαδανολέου-Λυσσογιώργη, Αθήνα 1983
.Borsari S.,
Il dominio veneziano a Creta nel XIII secolo
, Napoli 1963.Gerland Ernst,
Histoire de la noblesse crétoise
, Paris 1907.
Τουρκοκρατία
Μουρέλλος Ι. Δ.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, Ἡράκλειον 1950.Βακαλόπουλος Απ.,
Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ
, Δ’, 1973, 405-408.Κελαϊδής Πάρις,
Ἡ ἐπανάσταση τοῦ Δασκαλογιάννη (Κρήτη 1770)
,Ἀθήνα.Μπάρμπα Παντζελιός,
Το τραγούδι του Δασκαλογιάννη
, εισαγωγή-σχόλια Β. Λαούρδα, Ηράκλειο 1947.Σπανάκης Στ.,
Η επανάσταση του 1770 και ο Δασκαλογιάννης
,Ηράκλειο 1971.Δετοράκης Θ., «Ἡ δράση τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ ἡ ἔκρηξη τῆςἐπαναστάσεως τοῦ 1821 στὴν Κρήτη»,
Ἀπόστολος Τίτος
25 (1976),79-85 και 99-100.Βαγιακάκος Δ., «Κρῆτες πρόσφυγες εἰς τὴν Πελοπόννησον ἐπὶΚαποδίστρια»,
Μνημοσύνη
Α’ (1967), 41-70 και Β’ (1969), 102-173.Καλαντζής Κ., «Ἡ μάχη τοῦ Ἀργυροκαστρίτη καὶ τοῦ Χατζῆ-Μιχάληστὸ Φραγκοκάστελλο (1828)»,
Ἠώς-Ἀφιέρωμα
, 262-264.Κριτοβουλίδου Κ.,
Ἀπομνημονεύματα τοῦ περὶ τῆς αὐτονομίας τῆςἙλλάδος πολέμου τῶν Κρητῶν
, ἐν Ἀθήναις 1859.Μπελιᾶ Ἐλ.,
Τὸ Κρητικὸν Ζήτημα ἐπὶ Καποδίστρια
, Πεπραγμένα Γ’ ΙΙΙ,231-248. Τσοκόπουλος Γ. Β.,
Ἱστορία τῶν ἐπαναστάσεων τῆς Κρήτης 1820-1889
, ἐν Ἀθήναις.Ράσεντ Ζενάπ Ισμάτ,
Ἡ Κρήτη ὑπὸ τὴν αἰγυπτιακὴν ἐξουσίαν (1830-1840)
, Ἡράκλειον Κρήτης 1978 (μετάφραση από τα αραβικά Ευγ.Μιχαηλίδου).Βενέρης Τιμ.,
Τὸ Ἀρκάδι διὰ μέσου τῶν αἰώνων
, Ἀθῆναι 1938.Παπαντωνάκης Γ.,
Ἡ διπλωματικὴ ἱστορία τῆς Κρητικῆςἐπαναστάσεως τοῦ 1866
, ἐν Ἀθήναις 1926.Καλλιατάκη-Μερτικοπούλου Κ.,
Η εσωτερική κατάσταση στην Κρήτη1868-1877
, Αθήνα 1984.Πρεβελάκης Ελ., «Τὸ καθεστὼς τῆς Χαλέπας καὶ τὸ φιρμάνι τοῦ1889»,
ΚΧ
17 (1963), 163-183.Βουτιερίδης Ηλ.,
Πολεμικὸν Ἡμερολόγιον τοῦ Τάγματος τῶνἘπιλέκτων Κρητῶν
, Ἀθῆναι 1898.
http://www.scribd.com/doc/22310055/%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%A1%CE%99%CE%91-%CE%A4%CE%A9%CE%9D-%CE%9A%CE%A1%CE%97%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%A9%CE%9D-%CE%95%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%A3%CE%95%CE%A9%CE%9D
η
Δεκεμβρίου 1913, με την τελετή έπαρσης τηςελληνικής σημαίας στο φρούριο Φιρκά των Χανίων, παρόντων τουπρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου και του βασιλέως Κωνσταντίνου. Έτσι,δόθηκε η δίκαιη λύση για το Κρητικό Ζήτημα, επιβραβεύοντας τουςαγώνες του κρητικού λαού για την ελευθερία.
Επίλογος
Οι Κρητικές Επαναστάσεις είναι ένα φαινόμενο μοναδικό στηνιστορία. Οι συντεταγμένοι αγώνες των Κρητών για την ελευθερίαξεκίνησαν με την άφιξη των Βενετών κατακτητών στο νησί. ΟιΒενετοί εγκατέστησαν ένα σκληρό καθεστώς κυριαρχίας στηνΚρήτη, με σκοπό να εκμεταλλευθούν την κτήση τους αυτή, όσον τοδυνατόν αποτελεσματικότερα. Οι Κρήτες όμως, με επικεφαλής τουςτοπικούς άρχοντες του νησιού, αγωνίστηκαν με πάθος, για αιώνες,εναντίον των κατακτητών τους. Οι εξεγέρσεις αυτές έλαβανπερισσότερο τη μορφή της κοινωνικής διαμαρτυρίας από τουςΚρήτες άρχοντες, για να διατηρήσουν τα κεκτημένα προνόμιά τους.Στόχο είχαν αυτές οι εξεγέρσεις να προασπίσουν την κοινωνικήθέση των μεγάλων αρχοντικών οικογενειών, εκτός από ελάχιστεςεξαιρέσεις που τα κίνητρα ήταν αμιγώς πατριωτικά.Με την κατάκτηση του νησιού από τους Τούρκους, οι Κρήτεςβρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν απάνθρωπο εισβολέα. Οι Κρήτες δενέμειναν άπραγοι. Πολέμησαν με πάθος και τρομερή γενναιότητακατά των βαρβάρων δυναστών τους και απέδειξαν περίτρανα τονεθνικό χαρακτήρα των αγώνων τους, καθώς το πάγιο αίτημα ήτανη ένωση με την Ελλάδα, σε όλες τις επαναστάσεις που ξέσπασαντον 19ο αιώνα στο νησί.
Οι Μ. Δυνάμεις έπαιξαν τον ρόλο τους, ενίοτε στο παρασκήνιο,προς την επίλυση του φλέγοντος Κρητικού Ζητήματος. Αρχικά,προσπάθησαν να περιορίσουν ή και να αποκλείσουν διπλωματικάτους Κρήτες, αλλά αγνόησαν το ανθρωπιστικό δικαίωμα του κάθελαού για αυτοδιάθεση. Κράτησαν μια διαφανή ουδετερότητα σεόλον τον 19ο αιώνα, μέχρι που στο τέλος του αιώνα αποφάσισαν ναπαρέμβουν δυναμικά και να απομακρύνουν τους Τούρκους από τηνΚρήτη. Το αυτόνομο κράτος της Κρητικής Πολιτείας ήταν πιαγεγονός και οι Μεγάλες Δυνάμεις απέκτησαν πλήρως τον έλεγχοτου νησιού, μέχρι που επετεύχθη η ένωση με την μητέρα Ελλάδα την 1ηΔεκεμβρίου 1913, θέτοντας έτσι οριστικά το τέρμα στουςμακροχρόνιους αγώνες των Κρητών για ελευθερία.
Κείμενο που θα μπει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Οι Κρητικές Επαναστάσεις από τη Βενετοκρατία έως και την Τουρκοκρατία υπήρξαν ένα φαινόμενο ιδιαίτερο σε όλο το φάσματης ελληνικής ιστορίας. Ήταν οι τιτάνιοι αγώνες ενός λαού μεανυπέρβλητο θάρρος και απαράμιλλη γενναιότητα, που ποτέ δενκράτησε παθητική στάση έναντι των κατακτητών του. Πολέμησε μεακατάσχετη ορμή και τρομερή ζωτικότητα, καταδεικνύοντας έτσιτο πάθος του για ελευθερία. Έχοντας να αγωνιστούν με υπέρτερουςαντιπάλους σε όλους τους τομείς, οι Κρήτες συνέχισανακατάβλητοι να διεκδικούν τα νόμιμα δίκαιά τους. Οι πολεμικοίαγώνες των Κρητών προσέφεραν τα μέγιστα στην εθνικήολοκλήρωση και, με την προσάρτηση του νησιού το 1913, ετέθη τοοριστικό τέρμα στις θυσίες και
στους αγώνες του πολύπαθουκρητικού λαού.
Κείμενο που θα μπει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου
Οι Κρητικές Επαναστάσεις από τη Βενετοκρατία έως και την Τουρκοκρατία υπήρξαν ένα φαινόμενο ιδιαίτερο σε όλο το φάσματης ελληνικής ιστορίας. Ήταν οι τιτάνιοι αγώνες ενός λαού μεανυπέρβλητο θάρρος και απαράμιλλη γενναιότητα, που ποτέ δενκράτησε παθητική στάση έναντι των κατακτητών του. Πολέμησε μεακατάσχετη ορμή και τρομερή ζωτικότητα, καταδεικνύοντας έτσιτο πάθος του για ελευθερία. Έχοντας να αγωνιστούν με υπέρτερουςαντιπάλους σε όλους τους τομείς, οι Κρήτες συνέχισανακατάβλητοι να διεκδικούν τα νόμιμα δίκαιά τους. Οι πολεμικοίαγώνες των Κρητών προσέφεραν τα μέγιστα στην εθνικήολοκλήρωση και, με την προσάρτηση του νησιού το 1913, ετέθη τοοριστικό τέρμα στις θυσίες και στους αγώνες του πολύπαθουκρητικού λαού.
Βιβλιογραφία
Γενικά ιστορικά έργα
Βερνάρδος Μανουήλ ὁ Κρὴς,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, ἐν Ἀθήναις 1846.Καλομενόπουλος Νικ.,
Κρητικὰ
, ἐν Ἀθήναις 1894.Ξάνθης Ι.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, Ἀθῆναι 1872.Ξανθουδίδης Στ.,
Ἐπίτομος Ἱστορία τῆς Κρήτης
, ἐν Ἀθήναις 1909. Τσάκωνας Πολ.,
Ἐπίτομος Ἱστορία τῆς Κρήτης
, τ. Α’, Ρέθυμνον1964.Ψιλάκης Β., Ἱστορία τῆς Κρήτης, τ. Α’-Γ’, ἐν Χανίοις 1899-1909.Δετοράκης Θ., Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1991.ΒενετοκρατίαΖουδιανός Ν.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης ἐπὶ Ἑνετοκρατίας
, Ἀθῆναι 1960.Θεοτόκης Σπ., «Ἡ δῆθεν ἀφορμὴ ἡ προκαλέσασα τὴν ἀποστασίαντῆς Κρήτης κατὰ τὸ 1363»,
ΕΕΒΣ
Η’ (1930), 206-213.ΕΕΒΣ =
Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν
, Αθήνα 1924 κ.ε.Μαλτέζου Χρ., «Ἡ βενετοκρατούμενη Κρήτη»,
ΙΕΕ
Θ’ (1979), 266-270, 277-278.ΙΕΕ =
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους
.Μανούσακας Μ.Ι.,
Ἡ ἐν Κρήτῃ συνωμοσίᾳ τοῦ Σήφη Βλαστοῦ (1453-1454) καὶ ἡ νέα συνωμοτικὴ κίνησις τοῦ 1460-1462
, Ἀθῆναι 1960.Μέρτζιος Κ.Δ., «Ἡ συνθήκη Ἑνετῶν-Καλλέργη καὶ οἱ συνοδεύοντεςαὐτὴν κατάλογοι»,
ΚΧ
3 (1949), 262-292.Ξανθουδίδης Στ.,
Ἡ Ἑνετοκρατία ἐν Κρήτῃ καὶ οἱ κατὰ τῶν Ἑνετῶναγῶνες τῶν Κρητῶν
, Ἀθῆναι 1939.του ίδιου, «Συνθήκη μεταξύ Ἑνετικῆς Δημοκρατίας καὶ ἈλεξίουΚαλλέργη»,
Αθηνᾶ
14 (1902), 282-331.Ξηρουχάκη Αγ.,
Ἡ βενετοκρατούμενη Ἀνατολή. Κρήτη καὶἙπτάνησος
, ἐν Ἀθήναις 1934.του ίδιου,
Τὸ διοικητικὸν σύστημα τῆς Βενετίας ἐν Κρήτῃ
,Ἀλεξάνδρεια 1932.Παπαδία-Λάλα,
Αγροτικές ταραχές και εξεγέρσεις στηβενετοκρατούμενη Κρήτη (1509-1528). Η «επανάσταση τουΓεωργίου Γαδανολέου-Λυσσογιώργη, Αθήνα 1983
.Borsari S.,
Il dominio veneziano a Creta nel XIII secolo
, Napoli 1963.Gerland Ernst,
Histoire de la noblesse crétoise
, Paris 1907.
Τουρκοκρατία
Μουρέλλος Ι. Δ.,
Ἱστορία τῆς Κρήτης
, Ἡράκλειον 1950.Βακαλόπουλος Απ.,
Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ
, Δ’, 1973, 405-408.Κελαϊδής Πάρις,
Ἡ ἐπανάσταση τοῦ Δασκαλογιάννη (Κρήτη 1770)
,Ἀθήνα.Μπάρμπα Παντζελιός,
Το τραγούδι του Δασκαλογιάννη
, εισαγωγή-σχόλια Β. Λαούρδα, Ηράκλειο 1947.Σπανάκης Στ.,
Η επανάσταση του 1770 και ο Δασκαλογιάννης
,Ηράκλειο 1971.Δετοράκης Θ., «Ἡ δράση τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ ἡ ἔκρηξη τῆςἐπαναστάσεως τοῦ 1821 στὴν Κρήτη»,
Ἀπόστολος Τίτος
25 (1976),79-85 και 99-100.Βαγιακάκος Δ., «Κρῆτες πρόσφυγες εἰς τὴν Πελοπόννησον ἐπὶΚαποδίστρια»,
Μνημοσύνη
Α’ (1967), 41-70 και Β’ (1969), 102-173.Καλαντζής Κ., «Ἡ μάχη τοῦ Ἀργυροκαστρίτη καὶ τοῦ Χατζῆ-Μιχάληστὸ Φραγκοκάστελλο (1828)»,
Ἠώς-Ἀφιέρωμα
, 262-264.Κριτοβουλίδου Κ.,
Ἀπομνημονεύματα τοῦ περὶ τῆς αὐτονομίας τῆςἙλλάδος πολέμου τῶν Κρητῶν
, ἐν Ἀθήναις 1859.Μπελιᾶ Ἐλ.,
Τὸ Κρητικὸν Ζήτημα ἐπὶ Καποδίστρια
, Πεπραγμένα Γ’ ΙΙΙ,231-248. Τσοκόπουλος Γ. Β.,
Ἱστορία τῶν ἐπαναστάσεων τῆς Κρήτης 1820-1889
, ἐν Ἀθήναις.Ράσεντ Ζενάπ Ισμάτ,
Ἡ Κρήτη ὑπὸ τὴν αἰγυπτιακὴν ἐξουσίαν (1830-1840)
, Ἡράκλειον Κρήτης 1978 (μετάφραση από τα αραβικά Ευγ.Μιχαηλίδου).Βενέρης Τιμ.,
Τὸ Ἀρκάδι διὰ μέσου τῶν αἰώνων
, Ἀθῆναι 1938.Παπαντωνάκης Γ.,
Ἡ διπλωματικὴ ἱστορία τῆς Κρητικῆςἐπαναστάσεως τοῦ 1866
, ἐν Ἀθήναις 1926.Καλλιατάκη-Μερτικοπούλου Κ.,
Η εσωτερική κατάσταση στην Κρήτη1868-1877
, Αθήνα 1984.Πρεβελάκης Ελ., «Τὸ καθεστὼς τῆς Χαλέπας καὶ τὸ φιρμάνι τοῦ1889»,
ΚΧ
17 (1963), 163-183.Βουτιερίδης Ηλ.,
Πολεμικὸν Ἡμερολόγιον τοῦ Τάγματος τῶνἘπιλέκτων Κρητῶν
, Ἀθῆναι 1898.
http://www.scribd.com/doc/22310055/%CE%99%CE%A3%CE%A4%CE%9F%CE%A1%CE%99%CE%91-%CE%A4%CE%A9%CE%9D-%CE%9A%CE%A1%CE%97%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%A9%CE%9D-%CE%95%CE%A0%CE%91%CE%9D%CE%91%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%A3%CE%95%CE%A9%CE%9D
Παρόμοια θέματα
» Η επανάσταση των κρητικών που κράτησε τρία χρόνια!
» Ντουκιάνι: Ο ιερός χώρος των παλιών Κρητικών
» Χημικά Συρίας: Οι διαμαρτυρίες Κρητικών σε ρεπορτάζ της De Morgen
» ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ
» Ιστορία Ρεθύμνου
» Ντουκιάνι: Ο ιερός χώρος των παλιών Κρητικών
» Χημικά Συρίας: Οι διαμαρτυρίες Κρητικών σε ρεπορτάζ της De Morgen
» ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΕΤΙΚΟΥ
» Ιστορία Ρεθύμνου
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
Κυρ Νοε 17, 2024 6:14 pm από Admin
» Οι επιστήμονες άνοιξαν τελικά τον τάφο του Γολιάθ μετά από χιλιάδες χρόνια και ανακάλυψαν εξαιρετικά συγκλονιστικά μυστικά που έχουν αφήσει όλους πολύ μπερδεμένους.
Σαβ Νοε 16, 2024 8:19 pm από Admin
» Κτηματολόγιο: Τι θα γίνει με όσους δεν υποβάλουν δήλωση
Πεμ Οκτ 31, 2024 6:54 pm από Admin
» Κτηματολόγιο: Παράταση της προθεσμίας διορθώσεων, καταληκτική η ημερομηνία δηλώσεων
Δευ Οκτ 28, 2024 9:15 am από Admin
» Ακίνητα: Έτσι μετατρέπονται τα ακίνητα από “αγνώστου” ιδιοκτήτη σε “γνωστού”-Τι είπε ο Κυρανάκης για τις μεταβιβάσεις
Πεμ Οκτ 10, 2024 8:40 pm από Admin
» Σωτήρης Γκεκόπουλος:Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
Τρι Αυγ 27, 2024 11:59 pm από Admin
» Φαράγγι Μύλων-Ρέθυμνο
Τετ Ιουν 26, 2024 8:52 pm από Admin
» Γκαρσόνια της Ευρώπης: Η Ελλάδα έγινε ακριβώς αυτό που είχαν «προφητέψει
Κυρ Ιουν 23, 2024 10:27 am από Admin
» «Στα κάγκελα» χιλιάδες επαγγελματίες για τα POS!
Τετ Ιουν 05, 2024 10:19 pm από Admin
» Τραγωδία στο Ρέθυμνο: Νεκρός ο τουρίστας στο Φαράγγι τον Μύλων
Τετ Ιουν 05, 2024 10:08 pm από Admin
» Εφορία: Θα σε ελέγχει ακόμα κι όταν χρησιμοποιείς το κινητό σου – Δείτε τι κάνουν
Κυρ Ιουν 02, 2024 10:06 pm από Admin
» Τέλος η οδήγηση για τους 70χρονους – Τι αλλάζει στους μεγαλύτερους οδηγούς
Κυρ Μάης 12, 2024 10:18 pm από Admin
» Τι απέγινε ο Λάζαρος, αφού τον ανέστησε ο Χριστός
Κυρ Απρ 28, 2024 10:54 pm από Admin
» Τελεσίγραφο για σύνδεση ταμειακών και POS – Έρχονται πρόστιμα
Πεμ Φεβ 08, 2024 10:56 pm από Admin
» Ερευνα-σοκ! Ο αργός «θάνατος» του Ελληνα αγρότη με οργανωμένο σχέδιο
Τετ Φεβ 07, 2024 8:02 pm από Admin
» ΦΠΑ: Έρχεται η αυτόματη επιστροφή – Ποιους αφορά – Πότε θα ξεκινήσει
Πεμ Φεβ 01, 2024 11:42 am από Admin
» Η γλώσσα των κουτσαβάκηδων (το λεξικό της μαγκιάς)
Δευ Ιαν 29, 2024 8:39 pm από Admin
» Έρχεται νέο σύστημα με αυτόματες κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων για χρέη στην εφορία
Δευ Ιαν 22, 2024 2:40 pm από Admin
» Ενημέρωση ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων
Τρι Ιαν 16, 2024 7:03 pm από Admin
» Πώς θα βρείτε τα «χαμένα» σας ένσημα πριν το 2002
Πεμ Ιαν 11, 2024 8:24 pm από Admin
» Ο σεισμός-μαμούθ που ανύψωσε την Κρήτη και δημιούργησε τσουνάμι 12 μέτρων
Τρι Ιαν 02, 2024 8:52 pm από Admin
» Για πρώτη φορά στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου επέμβαση ολικής αρθροπλαστικής με την πρωτοποριακή τεχνική της ρομποτική
Παρ Δεκ 29, 2023 8:41 pm από Admin
» Ανοίγει η πλατφόρμα εξαγοράς καταπατημένων εκτάσεων του Δημοσίου – Δικαιολογητικά και προϋποθέσεις
Πεμ Δεκ 28, 2023 9:38 pm από Admin
» Ελεύθεροι επαγγελματίες: Αυξάνονται οι εισφορές τους το 2024 - Τα νέα ποσά
Τρι Δεκ 26, 2023 1:02 pm από Admin
» ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΠΟΥ ΜΕΤΑΔΙΔΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΣΚΥΛΟΥΣ ΑΠΟ ΤΣΙΜΠΗΜΑ ΤΣΙΜΠΟΥΡΙΟΥ. ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΙΣ ΠΡΟΛΗΨΟΥΜΕ;
Δευ Δεκ 25, 2023 9:36 pm από Admin
» Δερματικα προβληματα – μυκητιαση, αλλεργικη δερματιτιδα, ψωρα σκυλου
Δευ Δεκ 25, 2023 9:22 pm από Admin
» Λεϊσμανίωση (Καλαζάρ) : Όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε
Δευ Δεκ 25, 2023 9:17 pm από Admin
» 35Ν: Η κρητική τσικουδιά του Ηλία Μελισσουργού με όνομα και ποιότητα
Πεμ Δεκ 07, 2023 9:14 pm από Admin
» Γνωρίζατε ότι υπάρχουν ζωντανά ένζυμα στο μέλι
Πεμ Νοε 02, 2023 10:17 pm από Admin
» Τρεις νέες – τούρμπο ποικιλίες ελιάς με αντοχή στην βερτιτσιλίωση
Πεμ Σεπ 28, 2023 11:39 pm από Admin